Tου Άγγελου Αγραφιώτη,
Μέλους της Γραμματείας του Τομέα Προστασίας του Πολίτη του ΠΑΣΟΚ
Το πολυαναμενόμενο Eurogroup της 15ης Ιουνίου μόλις έχει τελειώσει. Ακόμη μία περήφανη διαπραγμάτευση της Κυβέρνησης έχει στεφθεί με πλήρη “επιτυχία” και η Ελλάδα «…αλλάζει σελίδα…»!
Αυτά, προφανώς, δεν το υποστηρίζω προσωπικά, αλλά αποτελούν τη δήλωση του Πρωθυπουργού της χώρας, του κ. Τσίπρα, η οποία λίγο αργότερα ήρθε να συμπληρωθεί από την περίφημη ανάρτηση του εταίρου του, κ. Πάνου Καμμένου, με την γραβάτα. Την ίδια βέβαια στιγμή ο κ. Τσακαλώτος βρίσκει τα μέτρα ανεπαρκή και ο κ. Σκουρλέτης προβλέπει περαιτέρω λιτότητα.
Μία κατάσταση που θυμίζει τον Πύργο της Βαβέλ, έναν κυκεώνα ετερόκλητων στοιχείων που ο καθένας προσπαθεί να μας δώσει την δική του εκδοχή για την πραγματικότητα. Βέβαια, ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει ότι αυτή είναι η γενικότερη εικόνα της σημερινής κυβέρνησης, μιας κυβέρνησης που επενδύει αποκλειστικά και μόνο στην επικοινωνία, στη δημιουργία κλίματος σύγχυσης μεταξύ των πολιτών, ώστε κανείς να μην μπορεί με σιγουριά να υποδείξει την αλήθεια καθώς και τον πραγματικό υπαίτιο για μια κατρακύλα που είναι δίχως τελειωμό.
Τελικά, όμως το ερωτηματικό παραμένει. Κέρδισε η χώρα στο Eurogroup της Πέμπτης, είναι θετικό το αποτέλεσμα για την ελληνική κοινωνία ή θα φέρει αυτό που προβλέπει ο κ. Σκουρλέτης, δηλαδή περαιτέρω λιτότητα; Η αλήθεια είναι ότι από πουθενά δεν προκύπτει ότι η συμφωνία θα απαλύνει τον ελληνικό λαό από τα βάρη που του φόρτωσαν. Τίποτε δεν προμηνύει ότι αν τα πράγματα πάνε καλά, θα ελαφρυνθούν τα μέτρα που έχουν ψηφιστεί για το 2019, μεταξύ των οποίων και η μείωση των συντάξεων κατά 25%, όπως εχθές ομολόγησε ο κ. Παπαδημητρίου!
Αν μάλιστα, εξαιρέσουμε το γεγονός ότι καταφέραμε να πάρουμε τη δόση που βρισκόταν σε εκκρεμότητα, από το Φεβρουάριο του 2016, πραγματικά αδυνατούμε να αντιληφθούμε πιο το πραγματικό κέρδος της συμφωνίας της Πέμπτης και ποιος, κυριότερα, ο λόγος για τον οποίο καθυστέρησε τόσο πολύ η συμφωνία σε μία απόφαση από καιρό ειλημμένη.
Γιατί, πραγματικά, ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι η ανάπτυξη που συμφώνησε η Κυβέρνηση του 3,5% για τα επόμενα πέντε χρόνια θα ταυτιστεί με την ενίσχυση της οικονομίας και όχι νέα μέτρα και, επιπλέον, ποιος μπορεί με σαφήνεια να προβλέψει το ότι οι συνθήκες θα είναι τέτοιες ώστε να επιτρέπουν ανάπτυξη της τάξεως του 2%! Και αν δεν πετύχουμε τους στόχους, τι θα συμβεί;
Επιπρόσθετα, σε ότι αφορά τον «εθνικό στόχο» της ρύθμισης του χρέους καταφέραμε κάτι; Μία υπόσχεση ότι θα εξεταστεί με τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 και αυτό εάν και εφόσον χρειαστεί; Και να δεν χρειαστεί τι θα συμβεί; Ποιος μας βεβαιώνει με σιγουριά ότι οι συνθήκες τότε θα καταστήσουν δυνατή μια τέτοια συζήτηση;
Ακόμη ηχούν στα αυτιά μας οι δηλώσεις του πρωθυπουργού ότι θα ανακαλέσει τα μέτρα που προσφάτως ψήφισε αυτός και οι βουλευτές της κυβέρνησής του, αν τυχόν δεν πάρει τη ρύθμιση του χρέους! Θα το πράξει; Άλλωστε δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τα μέτρα ψηφιστήκαν ως προαπαιτούμενο για τη ρύθμιση του χρέους! Ή μήπως κάνω λάθος;
Καμιά φορά προβληματίζομαι αναφορικά με τους παράγοντες που θα πρέπει να διαμορφώνω την κριτική μου για τη σημερινή Κυβέρνηση. Νομίζω όλοι μας το πράττουμε. Πρέπει να τους κρίνουμε με βάση την υφιστάμενη κατάσταση; Θα μου πει βέβαια κάποιος ότι για την σημερινή κατάσταση ευθύνονται οι χειρισμοί, οι προβλέψεις και η “στρατηγική”, καθώς και οι ιδεοληψίες των ανθρώπων που σήμερα θεωρούν ότι μας κυβερνούν. Και δεν θα έχει άδικο…
Οπότε εύλογα οδηγούμαστε σε μία κριτική που διαμορφώνεται από τις διακηρύξεις και τις προσδοκίες που δημιουργούν στους πολίτες. Από όλα αυτά που μας έχουν πει κατά τη διάρκεια μιας “σκληρής” διαπραγμάτευσης διάρκειας σχεδόν δύο χρόνων, στην οποία η κυβέρνηση “αντιστεκόταν” με κάθε τρόπο. Και αν με αυτή την “σκληρή αντίσταση” νομοθέτησαν τόσο αιματηρά μέτρα, τι θα γινόταν σε αντίθετη περίπτωση;
Ερωτήματα, στα οποία μάλλον οι απαντήσεις περισσεύουν, καθώς μάλλον προκύπτουν ως ειρωνικής φύσεως σχολιασμός, παρά ως προβληματισμοί με λογική βάση. Άλλωστε, είναι δεδομένο ότι έχουμε να κάνουμε με μία κυβέρνηση παταγωδώς αποτυχημένη, που λειτουργεί εις βάρος της κοινωνίας και των Ελλήνων. Είτε το εξετάσουμε υπό το πρίσμα της επικοινωνιακής πολιτικής που έχουν επιλέξει και των προσδοκιών που καλλιέργησαν και καλλιεργούν στους πολίτες, είτε με βάση την κατάσταση η οποία έχει διαμορφωθεί στη σημερινή κοινωνία.
Και στο ερώτημα του αν κερδίσαμε στο Eurogroup της Πέμπτης η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Γιατί, δυστυχώς χάσαμε και σε πολλά επίπεδα. Πρωτίστως δε χάσαμε σε χρόνο, γιατί πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος, από το Μάιο του 2016 οπότε και είχαν συμφωνηθεί αυτά που την Πέμπτη τελικά εγκριθήκαν, χρόνο στον οποίο πολλά θα μπορούσαν να είχαν προκύψει προς την κατεύθυνση της ανάκαμψης και πολλά από τα αιματηρά μέτρα που έχει θεσπίσει η σημερινή κατάσταση θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Με μόνη ίσως προϋπόθεση την ορθολογική και αναπτυξιακή διαχείριση των όποιων δυνατοτήτων δημιουργούνται…
Αν και αυτό που προβληματίζει είναι ότι η λογική είναι μία έννοια που δεν συμβαδίζει με τη σημερινή κυβέρνηση…
«Τελικά κερδίσαμε στο Eurogroup;»
Leave a comment
Leave a comment