Το ρισκόδενδρο
(Φοβού τους συνωστισμούς και πρόσκαιρα δώρα φέροντες)
Tου Αλέξη Καραγεωργίου
«Καλησπέρα σας, έως σήμερα..» Η φωνή του Σωτήρη Τσιόδρα
Η μαζική παγκόσμια υγειονομικής κρίση. Το λεξιλόγιο της κορωνοϊοκρατίας
Η πανδημία COVID 19 λόγω του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2 ως πηγής βιολογικού κινδύνου(biological hazard) που έχει προκαλέσει και εξακολουθεί να προξενεί χωρίς διακρίσεις, φύλου, φυλής, ηλικίας και κοινωνικής θέσης, μέχρι και χιλιάδες εκατόμβες νεκρών λόγω μόλυνσης εξ αυτού, ανέδειξε μια σειρά από όρους, λέξεις, έννοιες όπως: υγειονομική κρίση, ρίσκο ή διακινδύνευση, αβεβαιότητα, αντίληψη ρίσκου, διαχείριση ρίσκου, κοινωνική αποστασιοποίηση, επιπολασμός, ανοσία αγέλης, lock-down υγειονομικά πρωτόκολλα, καμπύλες επιδημίας, ιϊκό φορτίο, δείκτης αναπαραγωγής μετάδοσης R0, επίπεδα κινδύνου, επιδημιολογικοί δείκτες, ασυμπτωτικός, θεραπευτικός αλγόριθμος ατομικά μέσα προστασίας, μάσκες, υποκείμενα νοσήματα, ορφανά κρούσματα, διασωληνωμένοι, καραντίνα, εγκλεισμός, ευπαθείς ομάδες, θνητότητα που έκτισαν την πραγματικότητα της κορωνοϊοκρατίας που βιώνουμε , αναδεικνύοντας τον θυματογόνο κορωνοϊό ως το οιωνεί πολιτικό υποκείμενο, φορέα μεταμόρφωσης, συστημικό μετασχηματιστή δομών και επιταχυντή αλλαγών, αναστοχασμού των πτυχών του βίου μας και από–και ΜΕΘοποίησης της κοινωνίας μας καθώς και αξιολογητή του κράτους πρόνοιας και του συστήματος υγείας και γενικότερα της υπό κρίσην σχέσης Υγείας-Οικονομίας (φάση εφαρμογής του απαγορευτικού) και Οικονομίας-Υγείας (φάση σταδιακής άρσης του απαγορευτικού.
Αυτή η αναπάντεχη εκροή όρων με τη σταθερότητα ιαματικού ορού διοχετεύτηκε στις ποικιλόμορφες κυκλοφορίες της «κοινότητά» μας μέσω κυρίως των ΜΜΕ και κοινωνικών δικτύων και απετέλεσε, όπως φάνηκε εκ του επιτυχούς αποτελέσματος έως τώρα των ηθικών προσταγών: Μένουμε σπίτι και Μένουμε ασφαλείς ακολουθώντας την οδηγία Χ.Α.Μ, το όχημα-καθημερινό ανακοινωθέν- με τις αναγκαίες χειρολαβές σημασιών που έδωσαν νόημα, προκάλεσαν αισθήματα, και εξακολουθούν να μεταδίδουν μεταφραζόμενα σε σύμβολα της απλής αριθμητικής εύκολο στην πρόσληψη περιεχόμενο, να υποκινούν συλλογικές και ατομικές συμπεριφορές και επίσης να παρέχουν δυνατότητες επικοινωνιακής και όχι μόνο δράσης στις κρίσιμες στιγμές που βιώνουμε όλοι και ο καθένας μας χωριστά. Παράλληλα η έχουσα τον λόγο επιστήμη και οι επιστήμονες βρέθηκαν στο επίκεντρο της δημόσιας ζωής παγκοσμίως και μέσα σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες μας δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσουμε καλύτερα μερικούς ειδικούς και να αξιολογήσουμε από καλύτερη θέση τον τόσο καίριο ρόλο τους και τη συμβολή τους στην κοινωνία και στη λήψη πολιτικών αποφάσεων καθοριστικών για την επιτυχή έκβαση της αντιμετώπισης της πανδημίας. Επιπλέον, η παρουσία τους και ο λόγος τους συνεισέφερε ώστε να διαλυθεί «ένα στερεότυπο για την επιστήμη ήδη από τον 19ο αιώνα που λέει ότι η επιστήμη είναι ουδέτερη και χειρίζεται ψυχρά και αλαζονικά, κατά προτίμηση με τη βοήθεια μηχανών, ποσοτικοποιημένα μεγέθη και αριθμούς, χωρίς τη μεσαλάβηση ανθρώπων που θεωρούνται ευάλωτοι στη συγκίνηση, στη μεροληψία, στην αυθαιρεσία και γενικά στον υποκειμενισμό» (Βάσω Κιντή, Athens News). Με άλλους όρους επικοινωνήθηκε κατά την γνώμη μου και μία άποψη περί των κρίσεων ρίσκου /οφέλους αναφερομένων στον κίνδυνο μετάδοσης κατά την διαμόρφωση των οποίων παίζει ρόλο όχι μόνο η έννοια του ερεθίσματος (αντικειμένου ή δραστηριότητας) και οι κανόνες λογικής αλλά και το συναίσθημα του υποκειμένου γι’ αυτό.
Η μη φαρμακευτική στρατηγική
Η εκτύλιξη της επιδημιολογικής στρατηγικής της χώρας μέσω του σταδιακά απαγορευτικό σχεδίου συνετέλεσε εξ’ άλλου στο να γίνει ορατή η διάκριση αφ’ ενός μεταξύ της «επιστημονική βάσης» των συστάσεων και της «πολιτικής βάσης» των αποφάσεων που η παραπάνω στρατηγική ενείχε και αφ’ ετέρου μεταξύ της εκτίμησης του κινδύνου( risk assessment) λοίμωξης ή μετάδοσης της νόσου COVID-19 και της μετάφρασης αυτής της εκτίμησης σε εναλλακτικές διαχειρίσεις κινδύνου (risk management), ανοικτών προς επιλογή.
Με άλλα λόγια, παρουσιάστηκε απτά, κατανοητά και πειστικά κατά την διάρκεια της καθημερινής επικοινωνίας, η διάκριση μεταξύ πιθανών σεναρίων εξέλιξης (καλών, λιγότερο καλών και κακών) και τελικώς επιλεγέντων, του αφηγηματικού τύπου: «Αναμένουμε ότι η πορεία της πανδημίας μπορεί να ακολουθήσει ένα από τα ακόλουθα υποθετικά σενάρια που το καθένα απ’ αυτά πιθανόν να έχει τις παρακάτω επιπτώσεις : Εμείς επιλέγουμε να ακολουθήσουμε αυτό γιατί κατά την γνώμη μας έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες να βοηθήσει περισσότερο στο να περιοριστεί η μεταδοτικότητα. Μετά από 10-15 ημέρες θα είμαστε σε θέση να κρίνουμε το αποτέλεσμα.». Έτσι επιλέξαμε ως χώρα να απαγορέψουμε π.χ το καρναβάλι αντί να το αφήσουμε να εξελιχθεί και να γίνει χώρος πιθανής υπερμετάδοσης του μόλις εμφανισθέντος κορωνοϊού σην πατρίδα μας.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ή παρουσία του εμπνέοντος, σοβαρότητα σεμνού καθηγητή κ. Τσιόδρα βοήθησε, στο να δοθεί έμφαση στο ότι ή ανθρώπινη ζωή δεν μετριέται σε αξία από κανέναν, ενώ συνάμα συνέβαλε και στο να ακουστεί ηχηρά ότι η αβεβαιότητα είναι εσωτερική στην επιστήμη και ότι δεν μπορεί να εξαχθούν βεβαιότητες από εκεί που τα στοιχεία είναι ελλιπή, ασαφή, προκαταρτικά ή μη δεχόμενα μέτρηση. Η καθημερινή επικοινώνηση του τι είναι άγνωστο, τι είναι γνωστό και το πώς προχωρούν οι έρευνες στους τομείς των φαρμάκων και των εμβολίων κατά του COVID-19 καθώς και η αναγνώριση του δεν ξέρω ή του λάθους και της ανάγκης αναθεώρησης μπροστά σε νέα στοιχεία μελετών βοήθησαν στο κτίσιμο της εμπιστοσύνης, τη διάλυση των φημών και παρεξηγήσεων, και την αποδυνάμωση της προσφιλούς συνωμοσιολογίας.
Αποδείχτηκε ότι η ελληνική κοινωνία ήταν σ΄ αυτή τη φάση της κρίσης έτοιμη, βοηθούντος και του αρχικού φόβου και τρόμου μπροστά σ΄ έναν άγνωστο, αόρατο , αδίστακτο και ύπουλο «εχθρό», τον κορωνοϊό, να αντιμετωπίσει έγκαιρα την πραγματικότητα έτσι όπως την παρουσίαζαν οι ειδικοί και να πιστέψει τα μάτια της και τα αυτιά της. Oι εικόνες από τον υπόλοιπο πλανήτη μεσολαβήθηκαν μετριοπαθώς από τους επιστήμονες (κυρίως καθηγητές ιατρικής) και το κράτος, από την εφαρμογή μιας διώνυμης (Τσιόδρας , Χαρδαλιας), συμπληρωματικής ως προς το περιεχόμενο επικοινώνησης του κινδύνου και των επιπέδων του, που γεφύρωσε τα συνήθη σ’ άλλες περιπτώσεις διχαστικά και πολωτικά χάσματα μεταξύ των αντιλήψεων των επιστημόνων, πολιτικών και ευρέος κοινού (π.χ. εμβόλια, φυσικές καταστροφές, ασφαλιστικό, οικονομική κρίση ). Αυτή τη φορά «η ισχυρή ιατρικοποίηση της ελληνικής οικογένειας και η μεγάλη εμπιστοσύνη στον ιατρό, η συνεχής επαφή μαζί του, λειτούργησαν στην ίδια κατεύθυνση.» και κράτησαν με επιτυχή εξέλιξη πολλούς ασθενείς στα σπίτια τους και μακριά από τα νοσοκομεία
Επιπλέον η πανδημία έφερε στην ελληνική επικαιρότητα και στο επίπεδο της πολιτικής προστασίας και πολιτικής ηγεσίας ίσως για πρώτη φορά με τόση καθαρότητα την σχέση μεταξύ των στοιχείων του τετραγώνου: Διακινδύνευση, Εμπιστοσύνη, Αυστηρή Δημοκρατία, Προσωπική Ευθύνη θεμελιώνοντας μια «κουλτούρα θεσμικής εμπιστοσύνης» υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης και αβεβαιοτήτων που επιτρέπει την ελπίδα ότι μια αντιμετώπιση κινδύνων-απειλών που περιλαμβάνει έναν σοβαρό συνδυασμό διεπιστημονικής γνώσης, ενσυναίσθησης ,οργανωτικής ικανότητας και επιτήρησης, μπορεί όντως να είναι πολύ αποτελεσματική. Μ΄αυτόν τον τρόπο αποφεύχθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό η κινδυνολογία, κάτι που δεν κατέστη δυνατόν στο παρελθόν. Σε άρθρο στην Μ της 25/1/2015 «Greψιτ : To risk or not to risk?» γραφόταν : «Στην προεκλογική παράσταση του ελληνικού πολιτικού δράματος ό λόγος περί πολιτικού κινδύνου της χώρας (country risk) έδωσε και πήρε και θα συνεχίσει να μονοπωλεί πιθανώς το ενδιαφέρον μας και μετά τις εκλογές με το ενδεχόμενο να γίνει και κυρίαρχος και υπερπροσδιορίζων των εξελίξεων λόγος. Εν τούτοις η «συχνή έως συχνότατη αναφορά ενδεχομένων κινδύνων κυρίως για εκφοβισμό» (ορισμός της κινδυνολογίας) ή εφησυχασμό παγίδευσε την αντιπαράθεση στις αρνητικές πλευρές μιας επικοινωνιακής δράσης –αντίδρασης που την μεταμόρφωνε από προειδοποίηση –ενημέρωση σε προπαγανδιστικό λόγο όχι δηλ. σε μια νηφάλια παρουσίαση διαφόρων αντιλήψεων και των εξ αυτών εκτιμήσεων των κινδύνων.
Παγκόσμια κοινωνία της διακινδύνευσης
Η πανδημία του κορωνοϊού ως «η μόνη πανανθρώπινη ισοπολιτεία, ως προς την απειλή» μάς σοκάρει και με δραματικό τρόπο μας υπενθυμίζει ότι σ’ αυτή τη φάση της δεύτερης παγκοσμιοποιημένης νεωτερικότητας (ρευστής κατά Μπάουμαν. Z., liquid modernity, 2000) που διανύουμε, παραδόξως και σε αντίθεση με τις επαγγελίες της περί μείωσης, μέσω της προόδου της επιστήμης, της τεχνολογίας και του ορθού λόγου, της οντολογικής και ενδημικής εργασιακής μας ανασφάλειας, ζούμε σε κοινωνίες της διακινδύνευσης, όπου το μόνο βέβαιο είναι η αβεβαιότητα, όπως μας είχε διδάξει προορατικά με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, ήδη από το 1986 (και χωρίς αναφορές στο Chernobyl του Απριλίου του 1986), ο γερμανός κοινωνιολόγος Ούλριχ Μπεκ (1944-2015), με το βιβλίο του «Η κοινωνία της διακινδύνευσης, καθ’ οδόν προς μια άλλη νεωτερικότητα » (ελληνική έκδοση: Πεδίο 2015), «κολυμπώντας αντίθετα στο ρεύμα του δογματικού εφησυχασμού» των 60ς,70ς όπου επικρατούσαν οι αναλύσεις μέσω παλιών κατηγοριών και λεξιλογίου (χώρος και χρόνος, εργασία και σχόλη, μισθωτή εργασία και εργοστάσιο, έθνος-κράτος, τάξεις και εξουσία) γύρω από τις «σχέσεις παραγωγής του βιομηχανικού εκσυγχρονισμού» που είχε την απαρχή του προς τα τέλη του 18ου (βιομηχανική και αστική επανάσταση) και τις αρχές του 19ου αιώνα,
Ο Ούλριχ Μπεκ εισηγούνταν στο βιβλίο του την ανάγκη υιοθέτησης μιας νέας θεωρίας, ενός νέου κοινωνιολογικού υποδείγματος όπου οι σχέσεις παραγωγής, θα αντικαθιστούνταν από τις «σχέσεις ορισμού» δηλ. τους ειδικούς κανόνες, τους θεσμούς, και τις ικανότητες που δομούν τον εντοπισμό, και εκτίμηση της διακινδύνευσης σ΄ ένα ειδικό πολιτισμικό πλαίσιο.
Στο υπόδειγμα αυτό η έννοια (master concept) της διακινδύνευσης (risk) προβάλλεται ως το καθοριστικό, κεντρικό γνώρισμα της δεύτερης νεωτερικότητας του αναστοχαστικού εκσυγχρονισμού, ως αναλυτικό κλειδί ή πρίσμα κατανόησης των διλημμάτων μιας κοινωνίας όπου οι συνέπειες της επιστημονικής και βιομηχανικής ανάπτυξης (π.χ στους τομείς πυρηνικής ενέργειας, βιοτεχνολογίας, γενετικής, μηχανικής) είναι ένα σύνολο ανθρωπογενών ρίσκων και πηγών κινδύνων (hazards), τέτοιοι που δεν είχαν ποτέ πριν στο παρελθόν αντιμετωπισθεί.
Στην παγκοσμιοποιημένη νεωτερικότητα η κοινωνική παραγωγή του πλούτου συστηματικά συνοδεύεται από την κοινωνική παραγωγή των κινδύνων. Κατά συνέπεια τα προβλήματα και οι αντιμαχίες που σχετίζονται με την κατανομή στην κοινωνία της σπάνιος αλληλεπικαλύπτονται με τα προβλήματα και τις αντιπαλότητες που αναδύονται από την παραγωγή, ορισμό και κατανομή των τεχνικο-επιστημονικά παραγομένων ρίσκων. «Ο Διάβολος της πείνας καταπολεμάται με τον Βεελζεβούλ των πολλαπλασιαζόμενων διακινδυνεύσεων», ισχυριζόταν εύγλωττα ο Γερμανός κοινωνιολόγος.
Μελλοντικοί κίνδυνοι και ρίσκα
Εντός του παραπάνω πλαισίου προβληματισμού, ο καθηγητής, κ.Τάσος Γιαννίτσης σε άρθρο του στην Μ, 12/6/2014 : «Η επικοινώνηση κινδύνου και ο ρόλος της πολιτικής» είχε συμπεριλάβει αναφορά στο (German Scientific Advisory Council on Global Change, στην Ετήσια Έκθεση του το 1998), που παρουσίαζε μια πολύ ενδιαφέρουσα ταξινόμηση έξι κατηγοριών κινδύνου, στις οποίες μάλιστα δόθηκαν αρχαίες ελληνικές ονομασίες: Δαμόκλειος σπάθη, Κύκλωπας, Πυθία, Πανδώρα, Κασσάνδρα, Μέδουσα χρησιμοποιώντας κριτήρια κατάταξης σ’ αυτές του αναμενομένου αρνητικού γεγονότος, : την πιθανότητα αυτό να συμβεί και σε ποιό χρόνο, την έκταση και το κόστος των συνεπειών, την αξιοπιστία της εκτίμησης του κινδύνου, ενώ τόνιζε τον ρόλο των αντιλήψεων (perceptions) και συμπεριφορών για τη μορφή επικοινώνησης κινδύνου
Επιπλέον όπως επισημαίνει ο καθηγητής κ. Κίμων Χατζημπίρος, έχοντας και την εμπειρία της πανδημίας : «Κινδύνων φόβος» (επιλογές Μ 17/5/2020): « Πιθανότατα, κατά τις επόμενες δεκαετίες, θα αναδυθούν καινούργιες δυναμικές τεχνολογίες, που θα προσφέρουν στην ανθρωπότητα αλλά ενδέχεται, κατά λάθος ή σκοπίμως, να προκαλέσουν κινδύνους. Η πρόοδος απαιτεί ολοκληρωμένη πρόβλεψη της διακινδύνευσης και υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών με σύνεση, εφαρμόζοντας ορθολογικά κριτήρια και ελέγχους.»
Ο ίδιος αναφέρει επίσης ότι, στο Global Risks Report του 2017, χαρτογραφούνται οι 10 πιο πιθανοί μεγάλοι κίνδυνοι του κόσμου, που ήδη ρίχνουν τη σκιά τους, κατά την επόμενη δεκαετία: ακραία καιρικά φαινόμενα, μεγάλες αθέλητες μεταναστεύσεις, φυσικές καταστροφές, τρομοκρατικές επιθέσεις, κλοπή ή αλλοίωση δεδομένων, κυβερνοεπιθέσεις, παράνομο εμπόριο, ανθρωπογενείς περιβαλλοντικές βλάβες, συγκρούσεις μεταξύ κρατών, αποτυχίες εθνικών κυβερνήσεων, ενώ, άκουσον άκουσον, η πρόβλεψη μιας πανδημίας απουσιάζει παρά την προηγηθείσα πρόβλεψη του Μπιλ Γκειτς το 2015, παρά το γεγονός ότι από το 1997, με το ξέσπασμα της γρίπης των πτηνών, αξιωματούχοι δημόσιας υγείας, ιολόγοι και επιδημιολόγοι λέγανε ότι θα βιώσουμε μια μεγάλη πανδημία στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον. Εκτιμούσαν ότι είμαστε ιδιαίτερα ευαίσθητοι ως κοινωνία σε πνευμονικούς ιούς. «Ο άνθρωπος δημιουργεί τα μονοπάτια μιας επιδημίας» Φρανκ Σνόουντεν στην «Κ» 22/4/20120.
Με άλλα λόγια, οι διακινδυνεύσεις . που αντιμετωπίζουμε και θα αντιμετωπίσουμε στο μέλλον είναι τέτοιες που δεν μπορούν να περιοριστούν από χωρική, χρονική ή κοινωνική άποψη. Αυτές οι διακινδυνεύσεις όντας οι περισσότερες συστημικές και αορίστου χρόνου επέλευσης και διάρκειας εμπλέκουν τα έθνη-κράτη, και όλες τις θεσμικές τους βαθμίδες που έχουν οριστεί για τον έλεγχό τους. Ήδη η πανδημία αποδεικνύει του παραπάνω λόγου το αληθές, και το πως μια υγειονομική κρίση μπορεί να εξελιχθεί και να τροφοδοτήσει μια οικονομική κρίση απρόβλεπτων συνεπειών στα επίπεδα του κοινωνικού και πολιτικού και αντιστρόφως με ανορθολογικές αντιδράσεις, δυσπιστία για τις δομές της πολιτικής εξουσίας και εκδοχές ατομισμού που απειλούν την κοινωνική συνοχή.
Κοινότητα της ανησυχίας
Στην κοινωνία του ρίσκου η ανησυχία μας έγκειται όχι τόσο στο πώς θα επιτευχθεί κάτι καλό ,αλλά πως θα προληφθεί το χειρότερο. «Η κοινότητα της ανησυχίας αντικαθιστά την κοινότητα της ανάγκης.» Η βιομηχανική κοινωνία βασιζόταν στην αρχή της διανομής των αγαθών ενώ στην κοινωνία της διακινδύνευσης ή αξονική αρχή είναι η κατανομή των «κακών» ή κινδύνων. Ο Μπεκ αναγνωρίζει ότι « τα ρίσκα μπορούν ν’ αλλάξουν, να μεγεθυνθούν, δραματοποιηθούν, ή ελαχιστοποιηθούν στα πλαίσια της γνώσης, και στο βαθμό αυτό είναι ανοικτά στον κοινωνικό ορισμό και την κοινωνική κατασκευή τους» Η ταξική βιομηχανική κοινωνία όμως μεταλλάχθηκε σε μια εξατομικευμένη κοινωνία και κινείται με ρίσκο εν μέσω κινδύνων κάτω από ένα πανό που περιέχει τη λέξη «Φοβάμαι», είτε συλλογικά είτε εξατομικευμένα, γιατί εκτός των άλλων, κανένας( άτομο ή θεσμός) μέσα σ’ αυτή την παγκόσμια «οργανωμένη ανευθυνότητα» δεν μπορεί να θεωρηθεί ως υπεύθυνος για τις πηγές κινδύνου της κοινωνίας του ρίσκου, ενώ δεν υπάρχει κανείς που μπορεί να λύσει το πρόβλημα και τον υπολογισμό των αποζημιώσεων των ατέλειωτων θυμάτων.
Εξ’ άλλου η πολυώνυμη αλληλεξάρτηση των δρώντων του όποιου εκσυγχρονισμού συσκοτίζει τη διάκριση μεταξύ της αρχικής πρωτοβουλίας για τη λήψη μίας απόφασης και των εκ των υστέρων αναδυόμενων συνεπειών της. Με άλλα λόγια, η κατά Luhmann διάκριση μεταξύ «αναλαμβανόμενων ρίσκων» και «υφιστάμενων κινδύνων» στα πλαίσια της αλληλεξάρτησης αυτής ακυρώνεται ή καθίσταται προβληματική και υποκαθίσταται από μια κατάσταση «γενικής συνενοχής. (Γεωργιάδου Β.(1999) «Η εποχή των τρελών αγελάδων»,Νεφέλη )
Πως θέλουμε να ζούμε;
Τα παραπάνω σημαίνουν ότι η κοινωνία της διακινδύνευσης μας έχει ήδη πάει πέραν από το να θεωρούμε τις δηλώσεις διακινδύνευσης αποκλειστικά ως δηλώσεις επί πραγματικών γεγονότων και δεδομένων ή αποκλειστικά αξιολογικές δηλώσεις. Αντίθετα είναι και οι δύο δηλώσεις ταυτόχρονα κάτι μεταξύ, δηλ μια «μαθηματικοποιημένη ηθική» της ασφάλειας. Οι διακινδυνεύσεις που μας παρέχουν οι μαθηματικοί υπολογισμοί. σχετίζονται και άμεσα και έμμεσα με πολιτισμικούς ορισμούς και στάνταρντς ενός αποδεκτού ή μη αποδεκτού τρόπου ζωής.
Επομένως στην κοινωνία της διακινδύνευσης η κατ’εξοχήν ερώτηση που πρέπει να θέσουμε στους εαυτούς μας είναι: Πως θέλουμε να ζούμε; Αυτό σημαίνει πρωτίστως δύο πράγματα: Πρώτον, ότι είμαστε υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι μέσα στην νέα πραγματικότητα που έχει αναδυθεί, η διακινδύνευση δεν μπορεί να ορισθεί και να ερμηνευθεί μέσα στα στενά πλαίσια ενός μαθηματικού γινομένου ή μιας μαθηματικής εξίσωσης ή μαθηματικού μοντέλου όπου το ρίσκο είναι ένα μέτρο της πιθανότητας επέλευσης και της σοβαρότητας των δυσμενών επιπτώσεων ενός συμβάντος .Δεύτερον, η διακινδύνευση πρέπει να συμπεριλάβει στον ορισμό της έναν διορθωτικό μηχανισμό, έτσι ώστε η τεχνική εκτίμηση του κινδύνου να εναρμονιστεί με την πραγματική και ολοκληρωμένη αξιολόγησή του, που ενσωματώνει την τεχνική εκτίμηση και την κοινωνική εμπειρία του .
Αυτό μπορεί να γίνει και έχει επιχειρηθεί με την εισαγωγή του θεωρητικού πλαίσιου SARF (Social Amplification of Risk Framework, Κοινωνική Ενίσχυση του Κινδύνου ) των Kasperson et al.(1988), και του μοντέλου του πολιτισμικού αξιολογητή (Paul Slovic. ( 2010) The feeling of risk, p, 192) Η βασική θέση των παραπάνω { που εδράζεται εν πολλοίς στην πολιτισμική θεωρία του ρίσκου των Mary Douglas & Aaron Wildavsky (1982)} είναι ότι τα επικίνδυνα γεγονότα που αποτελούν απειλές και μπορεί να οδηγήσουν σε καταστροφές φιλτράρονται μέσα από ψυχολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαδικασίες, με τρόπους που ενισχύουν ή μειώνουν την αντίληψη του κοινού για τον κίνδυνο-ρίσκο (public risk perception) και αλλάζουν τις συμπεριφορές απέναντι του. Αυτές οι συμπεριφορές, με τη σειρά τους, παράγουν δευτερογενείς κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, που μπορεί ακόμη να αυξάνουν ή μειώνουν τον ίδιο τον κίνδυνο.
Στο έργο του Ιψεν : Ένας εχθρός του λαού Ο Τόμας Στόκμαν, γιατρός μιας λουτρόπολης, ανακαλύπτει ότι το ιαματικό νερό των πηγών της πόλης του, όπου καταφεύγουν χιλιάδες τουρίστες για να θεραπευθούν, είναι μολυσμένο από τα εργοστάσια που βρίσκονται κοντά. Αμέσως, γράφει ένα άρθρο και ενημερώνει τους δημοσιογράφους της τοπικής εφημερίδας, οι οποίοι αρχικά συμφωνούν να το δημοσιεύσουν. Κατόπιν, ενημερώνει τον δήμαρχο, που τυγχάνει να είναι και αδερφός του. Όταν όμως η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία, συμπεριλαμβανομένου και του εκδότη της εφημερίδας, αντιλαμβάνονται το κόστος της αποκάλυψης αυτής, «συνεργάζονται» για να συγκαλύψουν τη δημοσιοποίηση. Στην ανοιχτή «συνέλευση του λαού» που καλεί ο γιατρός, οι πολίτες, είτε από ιδιοτέλεια είτε επηρεασμένοι από τις αγορεύσεις των δημαγωγών πολιτικών, αρνούνται να υποστηρίξουν τον γιατρό και δέχονται να αποσιωπηθεί η αλήθεια. Πηγή: www.lifo.gr Στο βιβλίο και φιλμ «Τα σαγόνια του καρχαρία, οι παράγοντες μιας κοινότητας ήθελαν να αποκρύψουν την παρουσία ενός καρχαρία στην περιοχή για να μειώσουν τον αντιληπτό κίνδυνο, ώστε να μη φοβηθούν οι τουρίστες . Στον πραγματικό κόσμο η έκδοση του βιβλίου και η μεγάλη επιτυχία του φιλμ αύξησε σε τεράστιο βαθμό που υπήρχε ήδη παντού για τους Καρχαρίες.
Περί κινδύνου, διακινδύνευσης ή ρίσκου
Κίνδυνος (Danger) είναι το ζημιογόνο δυναμικό που εμφιλοχωρεί σε έμβια και άβια όντα . Κίνδυνος είναι λοιπόν, κάθε τι δηλ. που μπορεί να διαταράξει, να απειλήσει τη ζωή, την υγεία , την ασφάλεια , την περιουσία, την ακεραιότητα προσώπου ή ζώου ή να προκαλέσει φθορές, καταστροφές, κάτι δυσάρεστο ή κακό, ή χρηματοοικονομικές απώλειες
Διακινδύνευση ή ρίσκο (risk) είναι το μέτρο, της έκθεσης στον κίνδυνο, της πιθανότητας επενέργειας, και της έκταση της ζημίας ως επίπτωσης της δραστηριότητας ή ηρεμίας ενός ζημιογόνου δυναμικού.(δεν συζητιέται στο παρόν άρθρο αν και πως η πιθανότητα αυτή μπορεί να μετρηθεί ακριβώς, ούτε η φύση της αν είναι αντικειμενική ή υποκειμενική)
Μπορεί να γίνει επομένως φανερό, ότι στο κεντρικό τους νόημα και ο κίνδυνος και το ρίσκο έχουν σχεσιακές σημασίες. Κάθε όρος ορίζει μια αντιληπτή σχέση μεταξύ ημών και του κόσμου μας. Καθένας σχετίζεται με μία σύλληψη για το τι μπορεί να συμβεί και πως μπορεί να την πάθουμε. Οι κίνδυνοι είναι κίνδυνοι για κάποιον – για συγκεκριμένους κάποιους, ομάδες, ή είδη και κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες –τίποτε δεν είναι επικίνδυνο ως τέτοιο, ούτε ακόμη οι πλημμύρες ή οι αστραπές. Από την άλλη μεριά οτιδήποτε και το κάθε τι μπορεί εν δυνάμει ν΄ αποτελέσει κίνδυνο για κάποιον ή για κάτι. Αρκεί μόνο να θίγονται συμφέροντα ή αξίες που να σχετίζονται με την επενέργεια αυτού του κάθε τι πάνω στον κάποιον ή στο κάτι.
Ριζωμένος ο κίνδυνος ως απειλή και αιτία επικείμενου κακού και στις τέσσερες μορφές της κίνησης κατά Αριστοτέλη (δεν υπάρχει κίνηση χωρίς ρίσκο λέει ο κ. Τσιόδρας,) παράγει την οδύνη(κινέω +οδύνη) αν δεν εφαρμόζονται ή υποτιμώνται οι αρχές της πρό-νοιας, πρόληψης, της προστασίας και της προφύλαξης από αυτόν και αντίθετα εξυψώνεται ή προάγεται η διακινδύνευση (risk), όταν την εχέφρονα Δελφική προσταγή: κινδύνευε φρονίμως αντικαθιστά το «ποτέ τίποτε μεγάλο δεν επιτεύχθηκε χωρίς ρίσκο που τόνιζε ο Νικολό Μακιαβέλι αντιγράφοντας το «Πονούντων και κινδυνευόντων τα καλά και μεγάλα έργα» του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή σε πιο σύγχρονη εκδοχή «το ποτέ μη μου λες τις πιθανότητες» που φώναζε ο Χάρισον Φορντ στο πόλεμο των άστρων.(No risk no reward είναι ο μοντέρνος αφορισμός.). Ειδικότερα:
Το ρισκόδενδρο
- Η έννοια της διακινδύνευσης έχει πεδίο ορισμού τόσο τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και το περιβάλλον όσο και τη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, τους άλλους και με τους θεσμούς που προϋποθέτουν την κοινωνία εντός της οποίας διαβιεί και στην οποία μεγαλώνει αποκτώντας από τα γεννοφάσκια του (εμβρυακός ωφελιμισμός) την εμπειρία και την αίσθηση του κινδύνου μέσω των αισθημάτων, του πόνου ή /και της ηδονής. Μέσα από καταναγκασμούς του τύπου: Μη αυτό, μη το ένα μη το άλλο κοινωνικοποιείται και μαθαίνει ζυγίζοντας τις καλές και τις κακές συνέπειες να ρυθμίζει τον δικό του «θερμοστάτη του ρίσκου» χορεύοντας τον χορό του αισθήματος και της λογικής . Ανεξάρτητα αν ο θεός παίζει ή δεν παίζει ζάρια, o Homo aleatorius ( ο Άνθρωπος κυβευτής, Τζων Ανταμς, Risk ,2000) παίζει και από ανάγκη και από επιλογή, και πολλές φορές με τον εθισμό του «παίκτη» του Ντοστογιέφσκι που ρισκάρει ανεμίζοντας την σημαία της ελευθερίας του. Κάθε επιλογή που κάνουμε περιστοιχίζεται από αβεβαιότητες. Αυτή είναι η βασική συνθήκη της ανθρώπινης γνώσης. Ένα μεγάλο κομμάτι της ανάλυσης του ρίσκου έχει να κάνει με την μετατροπή των αβεβαιοτήτων σε πιθανότητες. Kατάσταση ρίσκου θεωρείται αυτή που διέπεται από γνωστές πιθανότητες. Το ρίσκο και η αβεβαιότητα απέκτησαν το ρόλο τεχνικών όρων στην βιβλιογραφία του ρίσκου και της ασφάλειας από το 1921, όταν ο Φρανκ Ναϊτ στο κλασσικό του έργο: «Ρίσκο, αβεβαιότητα και κέρδος», σημείωνε : Αν δεν ξέρεις σίγουρα τι πρόκειται να συμβεί, αλλά ξέρεις τις πιθανότητες να συμβεί τότε μιλάμε για ρίσκο. Αν δεν ξέρεις ούτε τις πιθανότητες, τότε αυτό είναι αβεβαιότητα
- Η διακινδύνευση είναι πανταχού παρούσα. «Το ζην επικινδύνως» ( έκδοσηΜΙΕΤ.1998) στην κοινωνία διακινδύνευσης έχει γίνει δυστυχώς τρόπος του ζην και του ύφους του . Η πανταχού παρουσία της διακινδύνευσης την έχει μετατρέψει σε μία λέξη-σύνθημα που προσδιορίζει κάθε τύπο συμβάντος, ατομικού ή συλλογικού, ελάσσονος σημασίας ή καταστροφικού. Η διακινδύνευση αποτελεί σύμφωνα με τον Φρανσουά Εβάλντ , στη σύγχρονη κοινωνία μας, «τη μοντέρνα μορφή του συμβάντος, τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε αυτό που μας ανησυχεί και μας προβληματίζει. Η διακινδύνευση είναι το μοναδικό σημείο για το οποίο η σύγχρονη κοινωνία προβληματίζεται, αυτοαναλύεται, αναζητά το σύστημα αξιών της και ίσως αναγνωρίζει τα όριά της.» (Κείμενο της 294ης διάλεξης στο Université de tous les savoirs που δόθηκε στις 20 Οκτωβρίου 2000 Η μετάφραση είναι των κ. Α.Μάρη και κ.Μ.Λιοδάκη και η επιμέλεια του καθηγητή κ.Δ.Αγραφιώτη και της κ. Ε.Ρίκου]
- Η έννοια του ρίσκου αντιστρέφει την σχέση μεταξύ του παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Το παρελθόν χάνει την εξουσία του να καθορίσει το παρόν. Η θέση του ως αιτίας της τωρινής εμπειρίας και δράσης καταλαμβάνεται από το μέλλον δηλ. από κάτι μη υπαρκτό, που είναι κατασκευασμένο σενάριο, πλασματικό. Στο πεδίου του ρίσκου συζητάμε και επιχειρηματολογούμε για κάτι που δεν έχει λάβει ακόμη χώρα, βρίσκεται σε αναμονή πραγμάτωσης, κάτι που θα μπορούσε να συμβεί αν δεν είμαστε διατεθειμένοι να το πάρουμε για ν΄ αλλάξουμε πορεία. Τα ρίσκα που έχουν γίνει πιστευτά ατενίζοντας το μέλλον σε ένα νυν λέει ο Μπεκ είναι το μαστίγιο που χρησιμοποιήθηκε για να κρατά τον καλπασμό της τωρινής κίνησης, το καύσιμό της. Όσο πιο απειλητικές είναι οι σκιές που πέφτουν πάνω στην τωρινή μέρα από ένα φοβερό μέλλον που προβάλλει στο βάθος, τόσο πιο δραστικό το σοκ που μπορεί να προκληθεί από την δραματοποίηση του ρίσκου σήμερα, ο πανικός ως ρίσκο της κινδυνολογίας. Τα ρίσκα δεν είναι το ίδιο με την καταστροφή. Δεν αναφέρονται σε ζημιές που συνέβησαν. Εάν αυτό ήταν αληθινό όλες οι ασφαλιστικές εταιρίες θα χρεοκοπούσαν. Εν τούτοις τα ρίσκα ενέχουν την απειλή καταστροφής. Ο λόγος του ρίσκου αρχίζει όταν η εμπιστοσύνη και τα πιστεύω μας στην πρόοδο τελειώνουν. Παύει να έχει νόημα όταν αυτό που φαινόταν δυνητικά καταστροφικό συμβαίνει στην πραγματικότητα. Η έννοια του ρίσκου χαρακτηρίζει μια παράξενη, ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ ασφάλειας και καταστροφής , όπου αυτό που καθορίζει την σκέψη και την δράση είναι η κοινή/ατομική περί επικειμένου κακού ή απειλής αντίληψη/αίσθηση. Αυτή η κατάσταση του «όχι πια-όχι ακόμη», «όχι πια εμπιστοσύνη/ασφάλεια-όχι ακόμη καταστροφή» είναι αυτό που εκφράζει η έννοια του ρίσκου και την καθιστά δημόσιο σύστημα αναφοράς. Τα ρίσκο επομένως είναι ένας τύπος κατασκευασμένης «εικονικής πραγματικότητας-virtual reality», πραγματικής εικονικότητας (real virtuality) που αναλαμβάνεται κατόπιν μιας απόφασης όταν βρεθούμε ενώπιον των ευθυνών που μας βάζει πολλές φορές ξαφνικά ή γνώση περί του μετασχηματισμού μιας πηγής κινδύνου (hazard) σε διακινδύνευση
- Οι διακινδυνεύσεις είναι μεν, κατά το Beck, σε μεγάλο βαθμό αθέατες, υπό την έννοια ότι η διαπίστωση και ο ορισμός τους προϋποθέτει εξειδικευμένες και περίπλοκες επιστημονικές γνώσεις (risk assessment και risk management) , αυτό όμως δε σημαίνει ότι στο έργο του η έμφαση είναι στο ν΄αποτελέσει αυτό ένα τεχνικό-επιστημονικό εργαλείο ανάλυσης του ρίσκου στα χέρια ειδημόνων των παραπάνω κλάδων. Ο Μπεκ εστιάζει στην κοινωνική – θεωρητική παράδοση της κοινωνιολογίας της διακινδύνευσης (risk sociology, βλ. άρθρα Χρ. Αλεξόπουλο στην Μ) ως μιας κατάστασης οριζόμενης βάσει του τρόπου που αυτή, κάθε φορά γίνεται αντιληπτή από δρώντες και θιγόμενους. Βέβαια η κοινωνική επίδραση των ορίων του ρίσκου, μπορεί συχνά να μην εξαρτάται από την επιστημονική του θεμελίωση, υπό την έννοια ότι οι πολίτες δεν εμπιστεύονται πια άκριτα επιστημονικές γνωματεύσεις. Τα ρίσκα αυτά όμως, καθώς γίνονται αντιληπτά και φιλτράρονται κατά ένα συγκεκριμένο τρόπο από τους μη ειδικούς, δημιουργούν στο παρόν μια «συνείδηση κρίσης» μια αίσθηση του επερχόμενου κινδύνου. Ασάφεια, απροσδιοριστία, αίσθηση απειλής και κρίσης διαχέουν μέσα στο κοινωνικό σώμα εξίσου ασαφείς και απροσδιόριστους φόβους.(Ελένη Δημα. Μεσσολόγγι. 2002 ΤΕΙ).
- Ότι στην κοινωνία της διακινδύνευσης η πολιτική και υπο-πολιτική του ορισμού του ρίσκου γίνεται εξαιρετικά σημαντική. Και οι δύο υπογραμμίζουν την φύση της αρένας διακύβευσης μέσα στην οποία συγκρούονται ποιος ορίζει τι και πως ως ρίσκο που θα πάρουμε (κυβέρνηση, ΜΜΕ, επιστήμονες, συντεχνίες, κόμματα, επιχειρήσεις, νομοθεσία κλπ). Όπως αναφέρει ο Ulrich Beck, οι κίνδυνοι γίνονται μηχανισμοί αυτο-πολιτικοποίησης, με την έννοια ότι μπροστά σε επικίνδυνες εξελίξεις, ευρύτερα κοινωνικά τμήματα συνειδητοποιούν την ανάγκη πολιτικών και κοινωνικών δράσεων και παρεμβάσεων. Την ίδια στιγμή που η επιστημονική γνώση καθιστά ορατούς τους κινδύνους και παρέχει τα μέσα για την προφύλαξή τους, θεωρείται και υπεύθυνη για τα δεινά της νεωτερικότητας, με την καταστροφή του περιβάλλοντος, τις παρεμβάσεις στα τρόφιμα κτλ.
- Ότι το γνωστικό πεδίο του ρίσκου ή διακινδύνευσης στις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, δεδομένης της πολύπλοκης και αμφίσημη χρήσης της έννοιας του ρίσκου (risk) : πότε ρίσκο πότε κίνδυνος στην ομιλία μας στις μεταφράσεις ή στην αρθρογραφία έχει πάνω από επτά πύλες εισόδου και ορισμού όσοι είναι οι επιστήμες και οι κλάδοι των.(επιχειρείστε για του λόγου το αληθές π.χ. μια σύγκριση ορισμών του λεξιλογίου του ΕΛΟΤ και της πολιτικής προστασίας που αφορά στη διαχείριση των “κινδύνων” ή ανατρέξτε σε μεταπτυχιακές εργασίες, διπλωματικές ή σεμινάρια risk management που έχουν ως αντικείμενο τον ορισμό του ρίσκου ή του κινδύνου). Γράφει στην με ιστορική διαδρομή της ετυμολογίας του ρίσκου, διπλωματική του στο ΕΜΠ ο Π.Β.Παπασημακόπουλος (2016), «αν κάποιος μελετήσει την πλούσια υπάρχουσα βιβλιογραφία στο τομέα του ρίσκου, θα διαπιστώσει ότι το βασικό πρόβλημα του ρίσκου είναι ο ίδιος ο ορισμός του. Παρά τις προσπάθειες πολλών μελετητών να δημιουργήσουν έναν καθολικά αποδεκτό ορισμό του ρίσκου, αυτό έχει καταστεί αδύνατο, μιας και οι ήδη υπάρχοντες ορισμοί συχνά είναι αντικρουόμενοι .»
- Δυστυχώς, ούτε η «κινδυνική» ούτε η «ρισκολογία» ή έστω η κοινωνιολογία του ρίσκου έχουν ριζώσει ως επιστήμες ή κλάδοι επιστημών στην χώρα μας ,παρά το γεγονός ότι σε ορισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα θεραπεύεται η διαχείριση των κινδύνων φυσικών, περιβαλλοντικών, επαγγελματικών, τεχνολογικών κ.α. και η διαχείριση του χρηματοπιστωτικού κινδύνου αποτελεί τμήμα στα περισσότερα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και σε μερικές μεγάλες επιχειρήσεις: ( https://www.ebooks4greeks.gr/kindynoi-kai-katastrofes) Σαπουντζάκη, Κ., Δανδουλάκη, Μ., 2015),
Ο κορωνοϊός είναι εδώ. Οι αντιλήψεις μας κινδύνου -ρίσκου; (risk perceptions)
Εάν μπορούσε να συμπυκνώσει κανείς τα παραπάνω με δύο λόγια θάλεγε ότι η έννοια του ρίσκου χαρακτηρίζει μια παράξενη, ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ ασφάλειας και καταστροφής , όπου αυτό που καθορίζει την σκέψη και την δράση και επηρεάζει την συμπεριφορά είναι η κοινή/ατομική/ομαδική περί επικειμένου κακού ή απειλής αντίληψη/αίσθηση. Επιπλέον, ότι η κρίση πάνω στο ερώτημα: ποιο επίπεδο ρίσκου είναι αποδεκτό δεν εξαρτάται (για τους περισσότερους ανθρώπους ) μόνο από τους αριθμούς.
Όταν λαμβάνονται αποφάσεις και μέτρα για την αντιμετώπιση των κινδύνων , είτε σε ατομικό επίπεδο είτε σε συλλογικό, ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν –«αντιλαμβάνονται» (δεν μπαίνουμε εδώ στο φιλοσοφικό πρόβλημα της αντίληψης ) αυτούς τους κινδύνους παρότι εξετάζουν τα ίδια δεδομένα καθορίζει τις αποφάσεις και τα μέτρα που θα ληφθούν για την διασφάλιση της ασφάλειά τους. Και ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αντιληπτός και αποδεκτός ο κίνδυνος διαφέρει κατά πολύ από ομάδα (π.χ.ειδικών) σε ομάδα (π.χ, πολιτικών, απλών ανθρώπων). Οι άνθρωποι προκειμένου να συλλάβουν θέματα όπως η εκτίμηση του κινδύνου, χρησιμοποιούν ένα σύνολο μεθόδων (ευρετικών ή μη βλ.Slovic .2010 ) , αλλά η διαμόρφωση της αντίληψης τους επηρεάζεται από πλήθος χαρακτηριστικών όχι μόνο κοινωνικών, πολιτισμικών ή ψυχολογικών(ηθικές αξίες, ευθύνη, τζόγος, φόβος, εμπιστοσύνη, εξοικείωση, συχνότητα προβολής, αξιοπιστία φορέα, διαθεσιμότητα πληροφοριών, πολυπλοκότητα, μνήμη, υποκειμενική ανοσία. κλπ) που αντανακλούν διάφορα είδη λογικής π.χ: τυπικής, συμβολικής, διαλεκτικής, ασαφούς ή τα θέτουν υπό αμφισβήτηση. Υπάρχει μεγάλη διαφορά στην διαχείριση ανάμεσα στον κίνδυνο π.χ. που είναι αποδεκτός (διαφόρων βαθμών εθελοντισμού) και τον κίνδυνο που γίνεται αναγκαστικά δεκτός. Όταν παίρνουμε ρίσκα με τη θέλησή μας φοβόμαστε λιγότερο. Οι άνθρωποι όταν αισθάνονται προστατευμένοι παίρνουν περισσότερα ρίσκα (risk compensation) Εάν μια δραστηριότητα σχετίζεται με μία ευχάριστη εικόνα, ή μας προσφέρει ευχαρίστηση, τότε οι κίνδυνοι αγνοούνται, και αντιστρόφως. Με άλλα λόγια αυτό το χάσμα αντίληψης «Perception Gap» βάζει σημαντικά ρίσκα αφ’ εαυτού επηρεάζοντας τις ατομικές και συλλογικές μας επιλογές.
Στην πρώτη συγκριτική δειγματοληπτική έρευνα- μελέτη με την «ολιστική προσέγγιση», για το πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο της Covid-19 σε όλο τον κόσμο, που έγινε σε σχεδόν 7.000 άτομα σε δέκα χώρες (η Ελλάδα δεν περιλαμβανόταν) και υιοθετεί ένα μοντέλο που δεν αφήνει έξω καμία μεταβλητή από τα παραδείγματα που έχουν αναφερθεί παραπάνω στην έρευνα για την αντίληψη των κινδύνων ( Γνωσιακή παράδοση, SARF, ψυχομετρικό, πολιτισμικό-κοινωνικό υπόδειγμα. Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ, «Journal of Risk Research», ) ο επικεφαλής της επίκουρος καθηγητή κοινωνικής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ Σάντερ βαν ντερ Λίντεν τονίζει ότι η προθυμία να υιοθετήσει κανείς προστατευτικές συμπεριφορές, όπως το συχνό πλύσιμο των χεριών, η χρήση μάσκας και η τήρηση αποστάσεων, είναι πιθανό ότι επηρεάζεται εν μέρει από το πόσο επικίνδυνο κανείς θεωρεί τον ιό. Όσοι εμπιστεύονται περισσότερο την κυβέρνησή τους, νιώθουν να κινδυνεύουν λιγότερο. Βασικός ψυχολογικός παράγοντας για την αντίληψη του κινδύνου από την Covid-19 είναι επίσης πόσο ατομικιστής ή κοινωνικός νιώθει κανείς. Σε εννέα από τις δέκα χώρες της έρευνας, οι ατομικιστές και οι εχθροί του μεγάλου κράτους νιώθουν να απειλούνται λιγότερο από την Covid-19, σε σχέση με όσους δίνουν έμφαση στη σημασία της κοινωνικής αλληλεγγύης και στις κρατικές παρεμβάσεις.
Η διαπίστωση αυτή εξηγεί, σύμφωνα με τους ερευνητές, γιατί όσοι αντιτίθενται στους περιορισμούς στην ατομική ελευθερία (ακόμη και εν μέσω πανδημίας και παρά τους κινδύνους για τη δημόσια υγεία), διαμαρτύρονται για τα περιοριστικά μέτρα (lockdown), κάτι που έχει φανεί σε σχετικές διαδηλώσεις στις ΗΠΑ και στη Γερμανία.
Το πρώτο καμπανάκι
Η αύξηση των κρουσμάτων στην χώρα μας και η διασπορά τους ενίσχυσαν την γνώμη που είχαν εκφράσει αρκετοί , ειδήμονες και μη, πως δεν τελειώσαμε με τον κορωνοϊό. Τελειώσαμε, όμως, με την συναίνεση που προκάλεσε στην φάση του απαγορευτικού η αντιμετώπιση του και το κοινό περί του επιπέδου του κινδύνου(που ήταν υψηλό) αίσθημα. Και αυτό κάνει την ενδεχόμενη αναζωπύρωση του ακόμη πιο απειλητική. Αν προσθέσουμε και το momentum και την κοινωνική πίεση που εξασκείται για τη χαλάρωση των απαγορευτικών, ώστε να αναχαιτισθεί η οικονομική κρίση και η ανεργία και ο εξ αυτής κίνδυνος,, που το απαγορευτικό προκάλεσε, γίνεται φανερό ότι ήδη έχει διαμορφωθεί (λόγω της γρήγορης επιτυχίας του) η αντίληψη ότι η εκτίμηση του κινδύνου κατά το στάδιο αυτό ήταν υψηλότερη απ’ ότι δικαιολογούσαν τα δεδομένα (το παράδοξο της πρόληψης, που λέει ο κ. Ηλίας Μόσιαλος: « Ξεχνάμε πως οι προσπάθειες καρποφόρησαν επειδή προσέχαμε. Και αρχίζουν οι συζητήσεις. Και τα, Γιατί όλος αυτός ο χαμός;») . Επομένως έχει αλλάξει τι θωρείται τώρα «ασφαλές» από τους πολίτες και ιδιαίτερα τους νέους στη ρύθμιση των θερμοστατών ρίσκου τους στα μεθυστικά μπητσόμπαρα. Για τούτο κρίνονται ως άκρως επείγουσες και απαραίτητες ελληνικές έρευνες, ανάλογες με την παραπάνω, που θα μελετήσουν τις διαφορές αντιλήψεων μεταξύ των κοινωνικών ομάδων ώστε να βελτιωθούν οι τρόποι επικοινώνησης του κινδύνου και αλλαγής συμπεριφορών προς την κατεύθυνση της προστασίας της κοινωνίας στο σύνολό της και την άμβλυση της πιθανής σύντηξης των δύο κρίσεων, αν δεν…: Υγειονομικής και Οικονομικής.
Η διακινδύνευση ως ηθική εμπειρία
Ο Φρανσουά Εβάλντ είναι κατηγορηματικός : η διακινδύνευση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της αξίας όλου του συστήματος αξιών της κοινωνίας μας.
Δείτε τη σκηνή στο σημαδιακό προειδοποιητικό έργο " Επαναστάτης χωρίς αιτία ", του Νίκολας Ρέϊ (1955) όπου ο James Dean προκαλεί τον αντίπαλό του Buzz σε μια κούρσα θανάτου, στην οποία νικητής θα είναι αυτός που θα πηδήξει τελευταίος από το αυτοκίνητο που ορμάει με ταχύτητα στο χείλος του γκρεμού. Σ’ αυτή την περίπτωση αξιολογείται θετικά η διακινδύνευση, με ένα σχήμα υπερβατικό και παράλογο συγχρόνως. Μέσω αυτής της αντιμετώπισης, που αφορά στη γνώση τού μέχρι ποιού σημείου είμαστε διατεθειμένοι να ριψοκινδυνεύσουμε τη ζωή μας, αυτό που διακυβεύεται είναι η δυνατότητα ελέγχου, που θα δημιουργήσει το νόμο, που θα θέσει το σύστημα αξιών.
Αν η επικινδυνότητα αποτελεί έναν τρόπο αξιολόγησης, δεν έχει ,ωστόσο, μια απόλυτη αξία. Αν το θάρρος είναι μια αρετή, δεν είναι ,ωστόσο, αρετή το θράσος .
Στην ηθική της διακινδύνευσης, υπάρχει πάντα ένα όριο που είναι η ίδια η ζωή. Μπορούμε να αξιολογήσουμε θετικά τη διακινδύνευση, αλλά μόνο στο μέτρο που υπηρετεί τη ζωή. Η επικινδυνότητα αποτιμά τη ζωή, υπό την προϋπόθεση ότι τη διαφυλάσσει. Έτσι, η ηθική της διακινδύνευσης έχει ένα όριο: την εξυπηρέτηση της ζωής. Δεν έχει απόλυτη αξία
Όλοι οι ηρωισμοί, οι παλληκαρισμοί πόσο μάλλον οι «τσάμπα μαγκιές» κι αψηφισιές δεν είναι άμεμπτοι. Η ηθική της διακινδύνευσης ταλαντεύεται ανάμεσα στον παροξυσμό του ηρωισμού, για τον οποίο δεν έχει πλέον τίποτα αξία, και στη δειλή υποχώρηση ή συστολή κάποιου, που σε κάθε περίπτωση προτιμά να διασφαλίζεται, ό,τι κι αν συμβαίνει γύρω του. Η αξία της επικινδυνότητας βρίσκεται στο μέτρο, στην αναλογία. Ούτε υπερβολικά πολύς, ούτε υπερβολικά λίγος. Η ηθική της διακινδύνευσης είναι μια ηθική ισορροπίας. «Η μεν φρόνησις ατία του πράττειν ορθώς τα πράγματα· η δε σωφροσύνη του κρατειν των επιθυμιών και υπό μηδεμιάς ηδονής δουλούσθαι, αλλά κοσμίως ζην.» Αριστοτέλης