Γράφει ο Γιώργος Καλτσογιάννης,
θεματικός αντιπεριφερειάρχης Θεσσαλίας
Σε ένα μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον με τις εστίες της έντασης να είναι ακόμη θερμές στην γειτονιά μας, η κυβέρνηση έφερε στο «κόκκινο» τις σχέσεις με έναν σπουδαίο παίκτη του διεθνούς στερεώματος σύμμαχο, όπως είναι η Ρωσία, με την οποία μας συνδέει η κοινή θρησκεία.
Και δεν έχουν περάσει παρά μόνο τρία χρόνια από τότε που έσπευδε στο Κρεμλίνο για να συναντηθεί με τον Πούτιν και να ζητήσει βοήθεια, επειδή η περιβόητη διαπραγμάτευση Βαρουφάκη με τους δανειστές πήγαινε στα βράχια και η χώρα οδηγούταν στη χρεοκοπία.
Τι άλλαξε; Είναι μήπως η στροφή στην ευρωατλαντική συμμαχία που όψιμα ανακάλυψε η κυβέρνηση, αν και είναι στρατηγική επιλογή της χώρα μας εδώ και δεκαετίες;
Ασφαλώς και ανάμιξη στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας μας δεν είναι δυνατόν να επιτρέπουμε σε κανένα.
Όμως από την άλλη η εξωτερική πολιτική πρέπει να ασκείται με υπευθυνότητα, ψυχραιμία και πάντοτε με γνώμονα το εθνικό συμφέρον.
Ερασιτεχνισμοί για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης και εντυπώσεων δεν χωρούν. Αντιθέτως μπορεί να αποβούν και επώδυνοι.
Η Ελλάδα με τα ανοικτά μέτωπα της Τουρκίας, του μεταναστευτικού, της οικονομικής της καθίζησης, οφείλει να συμπεριφέρεται με σοβαρότητα και μακρόπνοο σχεδιασμό στην εξωτερική της πολιτική, ιδίως με τις ισχυρές δυνάμεις του κόσμου τις οποίες θέλουμε να έχουμε συμμάχους.
Επίσης οφείλει να αξιοποιεί και να κερδίζει από την σημαντική γεωστρατηγική της θέση για το πέρασμα αγωγών αερίου, την θέση της ως παγκόσμιο τουριστικό προορισμό και την εγγύηση ότι αποτελεί φάρο δημοκρατίας και σταθερότητας σε μια ταραγμένη γεωπολιτικά γειτονιά του κόσμου.
Συνεπώς η διασφάλιση καλών και ουσιαστικών σχέσεων με όλους τους ισχυρούς παίκτες του διεθνούς στερεώματος, στη συγκεκριμένη περίπτωση και με την Ρωσία, πρέπει να είναι δεδομένη.