Γράφει ο Λευτέρης Αυγενάκης*
Τις ψευδαισθήσεις της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την έξοδο από τα μνημόνια και την ανάκαμψη της οικονομίας γκρεμίζουν οι πρόσφατες εκθέσεις των Διεθνών Οργανισμών σχετικά με την παραγωγικότητα της Ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η Ελλάδα παραμένει ουραγός στην παραγωγικότητα της εργασίας μεταξύ των χωρών μελών του Οργανισμού. Όπως αναλυτικά αναφέρουν τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2017, η Ελλάδα καταλαμβάνει μόλις την 29η θέση σε σύνολο 36 κρατών μελών στην παραγωγικότητα εργασίας, η οποία μετράται ως η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ανά ώρα εργασίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι χώρες που βρίσκονται στην κορυφή της λίστας με τα στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα ο ΟΟΣΑ. Στην κορυφή βρίσκεται η Ιρλανδία, μία χώρα η οποία πριν μερικά μόλις χρόνια κατάφερε επιτυχώς την έξοδο από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια. Ακολουθούν το Λουξεμβούργο, η Νορβηγία, η Δανία, η Αυστρία και η Γερμανία, στις θέσεις δύο έως έξι αντιστοίχως. Η Ελλάδα, εν αντιθέσει, φιγουράρει στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης, μαζί, μεταξύ άλλων, με την Πολωνία, την Νότια Κορέα, την Χιλή και το Μεξικό.
Η έκθεση αυτή του ΟΟΣΑ μας προβληματίζει ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη ότι σε άλλη πρόσφατη σχετική έρευνα αναφορικά με τις ώρες εργασίας, ο ΟΟΣΑ ανέδειξε τους Έλληνες πρώτους σε ώρες εργασίας μεταξύ των λοιπών ευρωπαϊκών κρατών, με τον μέσο Έλληνα να δουλεύει 2.035 ώρες το χρόνο, ενώ στον αντίποδα να βρίσκονται οι Γερμανοί, οι οποίοι εργάζονται μόλις 1.363 ώρες. Η χώρα μας, λοιπόν, κατατάσσεται σχεδόν στο τέλος αναφορικά με την παραγωγικότητα της εργασίας, παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες είναι από τους πιο σκληρά εργαζόμενους στην Ευρώπη.
Τις χαμηλές επιδόσεις της Ελλάδας τα τελευταία τρία χρόνια επισημαίνουν και άλλες εκθέσεις Διεθνών Οργανισμών. Για παράδειγμα, το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ για το έτος 2017 κατατάσσει τη χώρα μας 87η μεταξύ 137 χωρών ως προς την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, στην τελευταία θέση (137η) αναφορικά με την επίδραση της φορολογίας στα κίνητρα για επενδύσεις και στην προτελευταία θέση (136η) όσον αφορά την επίδραση της φορολογίας στα κίνητρα για εργασία.
Αλλά και πιο πρόσφατα στοιχεία και εντός Ελλάδος σκιαγραφούν μία διαφορετική εικόνα από αυτή της ανάπτυξης που ψευδά προβάλλει η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα. Χαρακτηριστικά, η μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) αναδεικνύει σημαντική επιδείνωση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος τον Ιανουάριο του 2019.
Είναι εμφανές πως, όχι μόνο επιστροφή στην κανονικότητα δεν υφίσταται, αλλά η Κυβέρνηση, με τις πράξεις και τις παραλείψεις της, ναρκοθετεί τα θεμέλια της οικονομίας. Και ακόμη πιο επικίνδυνη είναι η συστηματική παραπλάνηση και παραπληροφόρηση της Ελληνικής κοινωνίας από την κυβέρνηση, η οποία καλλιεργεί ψευδαισθήσεις που βρίσκονται μακράν της πραγματικότητας που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες καθημερινά.
Η Νέα Δημοκρατία, έχοντας πλήρη αντίληψη της σκληρής Ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας, αλλά και αφοσίωση στην εξεύρεση λύσεων, έχει καταρτίσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο οικονομικής πολιτικής, που:
ενισχύει την ποσότητα και θα βελτιώνει τη σύνθεση και την ποιότητα του πλούτου της χώρας, χωρίς πρόσθετη εσωτερική υποτίμηση, με ουσιαστική προώθηση των εταιρικών και δημοσίων επενδύσεων.
βελτιώνει την παραγωγικότητα, την ποιότητα, την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια.
βοηθά να επιστρέψει ένα ποσοστό τουλάχιστον από την αυξημένη – τα τελευταία χρόνια – «διαρροή εγκεφάλων».
ευνοεί να ανταποκριθεί η χώρα στον δομικό μετασχηματισμό της εργασίας, εξαιτίας της τεχνολογικής επανάστασης.
Η Ελλάδα δεν χρειάζεται μια κυβέρνηση που ζει απομονωμένη στην δική της ουτοπία, κρατώντας την οικονομία καθηλωμένη και ξεζουμίζοντας τους πολίτες επί 4 χρόνια για να μοιράσει κάποια δώρα προεκλογικά. Η χώρα έχει ανάγκη μια κυβέρνηση με σχέδιο που θα απελευθερώσει δημιουργικές δυνάμεις της οικονομίας και θα πάει τη χώρα μπροστά με βιώσιμο τρόπο. Η ΝΔ έχει αυτό το σχέδιο.
*Ο κ. Λευτέρης Αυγενάκης είναι Γραμματέας Πολιτικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας και Βουλευτής Ηρακλείου.