Στρίτζωνε ο Συριζαίος φίλος, φουρκιζόταν και είτε μάς έκοβε την καλημέρα είτε αναπαρήγε όπως-όπως την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και των προσκείμενών της δημοσιογράφων. Άλλοτε ισχυριζόταν ότι δεν επρόκειτο για κωλοτούμπα αλλά για τακτική αναδίπλωση. Άλλοτε ότι η «Πρώτη Φορά Αριστερά» έδωσε τον αγώνα τον καλό και έπεσε ηρωικά ύστερα από δεκαεπτά (17) ώρες διαπραγμάτευσης. Ώσπου ο Αλέξης Τσίπρας φάνηκε να τον βγάζει από τη δύσκολη θέση. «Τρέφαμε αυταπάτες» ομολόγησε. «Είμαστε από άλλο υλικό φτιαγμένοι, αφελές μεν, ευγενές δε.» Το μήνυμά του εκλαϊκεύτηκε -ή εκχυδαϊστηκε- ταχύτατα. «Μπορεί να σάς φλομώσαμε, δίχως να φταίμε, στα ψέμματα, στις φρούδες υποσχέσεις… Κλέφτες όμως δεν γίναμε όπως οι προηγούμενοι, οι οποίοι χρεοκόπησαν τη χώρα!»
Με επιχειρήματα που πήγαιναν μέχρι τη δεκαετία του 1950, τσιγκλώντας τα αντιδεξιά αντανακλαστικά ενός κρίσιμου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, έδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ τις τρεις εκλογικές μάχες του 2019. Ηττήθηκε πανηγυρικά και στις τρεις. Ο κόσμος είχε πλέον μπουχτίσει από την παρελθοντολογία, από το βρυκολάκιασμα τού Εμφυλίου, τού 114 και τού αντιδικτατορικού αγώνα. Προτίμησε στις κάλπες εκείνους που μιλούσαν για το μέλλον. Η Νέα Δημοκρατία υπερψηφίστηκε ως φορέας εθνικής επανεκκίνησης.
Κατά τους πρώτους μήνες του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο Συριζαίος φίλος είχε ουσιαστικά λουφάξει. Τι να πει; Η ρητορική περί αναστύλωσης του αυταρχικού κράτους της Δεξιάς πολύ λίγους έπειθε. Πώς να στηρίξεις τον αντιπολιτευτικό σου λόγο στον «Joker” και στις «Silly Walkers” της παρέλασης δίχως να φλερτάρεις επικίνδυνα με τη γραφικότητα; Ακόμα και οι εκκενώσεις των καταλήψεων και οι φωτογραφίες με τις μωρομάνες, έχασαν την όποια πειθώ τους όταν αποδείχτηκε πως τα κατειλημμένα κτήρια λειτουργούσαν και σαν γιάφκες -προθάλαμοι έστω- τρομοκρατικών οργανώσεων. Οι δημοσκοπήσεις το αποτύπωναν ολοκάθαρα. Η κοινωνία στη μεγάλη της πλειονότητα στεκόταν στο πλευρό του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη στον αγώνα του για τη δημόσια ασφάλεια.
Ώσπου, πριν από λίγες μέρες, ξέσπασε το σκάνδαλο των διοικήσεων των νοσοκομείων. Αποκαλύφθηκαν διορισμοί πέραν πάσης λογικής. Ήρθαν στο φως βιογραφικά απίθανα, ανθρώπων εξώφθαλμα ακατάλληλων για δημόσιες θέσεις. Πόσω δε μάλλον στον νευραλγικό τομέα της υγείας.
Ο Συριζαίος φίλος έτριψε τα χέρια του. «Αυτοί είναι λοιπόν οι άριστοι;» κάγχασε. «Έτσι θα μεταρρυθμίσετε την Ελλάδα; Με απόμαχους, απόστρατους και βωμολόχους;»
Τι να τού πεις; Την εύκολη απάντηση «σάμπως εσείς είχατε τοποθετήσει καλύτερους; Έναν Καρανίκα θυμάμαι κι έναν ιδιοκτήτη βουλκανιζατέρ…», την εύκολη απάντηση δεν την καταδέχεσαι. Τού επισημαίνεις μόνο ότι αίφνης έγινε -ο Συριζαίος φίλος που θεωρούσε ικανό προσόν τη συμμετοχή σε μαθητικές καταλήψεις ή το εαμικό παρελθόν του παππού σου- κήρυκας τής αξιοκρατίας. Τού υπενθυμίζεις πόσο είχε λοιδωρήσει το κόμμα του τούς θεσμούς τής ανοιχτής διακυβέρνησης. Και πόσο είχε στηρίξει τούς επαγγελματίες εργατοπατέρες -τύπου Φωτόπουλου, τύπου Καλφαγιάννη-, οι οποίοι εννοούσαν να έχουν τον τελευταίο λόγο σε κάθε δημόσια επιχείρηση. Δεν αρκεί ωστόσο…
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στους αριστουργηματικούς του «Χαλασοχώρηδες», διήγημα του 1892, έχει απεικονίσει γλαφυρότατα τους φατριασμούς και την ευνοιοκρατία που μαστίζουν το ελληνικό κράτος από γενέσεώς του. Ο Κωνσταντίνος Πατέρας, διοικητής επί τρία εικοσιτετράωρα του νοσοκομείου Καρδίτσας, έφερε από τηλεοράσεως τους «Χαλασοχώρηδες» στο σήμερα. Δεν έχει σημασία εάν η διήγησή του ισχύει στο ακέραιο. Εάν συναντήθηκε όντως προεκλογικά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και απέσπασε συγκεκριμένες υποσχέσεις. Η γενική εικόνα δεν αμφισβητείται.
Πώς λειτουργεί το πράγμα όλοι το ξέρουμε. Είτε εξ ιδίας πείρας είτε από αξιόπιστες διηγήσεις.
Είμαι τοπικό στέλεχος, τουτέστιν κομματάρχης. Ελέγχω μέσω των προσωπικών μου σχέσεων -τής επιρροής μου στη λαϊκή βάση για να το εκφράσουμε κομψά- διακόσια ή πεντακόσια ψηφαλάκια. Τα κινητοποιώ, τα κατευθύνω προς τον συνδυασμό ή προς τον συγκεκριμένο υποψήφιο. Κι εφόσον ο αγώνας ο καλός ευοδωθεί, εισπράττω το συμφωνημένο αντάλλαγμα.
Η θέση του διοικητή νοσοκομείου μπορεί να μην εντυπωσιάζει με τις αποδοχές της, είναι εντούτοις εξόχως αποδοτική. Κατέχοντάς την, εξυπηρετώ ανθρώπους στην ανάγκη τους. Βρίσκω κρεβάτια -ράντζα έστω-, φέρνω σε επαφή τους ασθενείς με τους γιατρούς, εγκρίνω τις εφημερίες και το πρόγραμμα των χειρουργείων. Αυξάνω εν ολίγοις, μέρα με τη μέρα, την κοινωνική μου επιρροή. Αποτελεί το νοσοκομείο την ιδεώδη πλατφόρμα για να γίνω από κομματάρχης, βουλευτής. Αν όχι εγώ, το παιδί μου.
Η κάθε πολιτική παράταξη όσο κάθεται στα έδρανα της αντιπολίτευσης κατακεραυνώνει την παραπάνω κατάσταση. Παραδίδει σε υψηλούς ρητορικούς τόνους μαθήματα χρηστοήθειας. Με το που έρχεται στα πράγματα, την υιοθετεί ασμένως.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ψηφίστηκε ενθουσιωδώς -και όταν διεκδικούσε την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και όταν είχε βάλει πλώρη για το Μέγαρο Μαξίμου- από πολίτες εκτός μηχανισμών. Που έδωσαν βάση στις εξαγγελίες του κι έβαλαν πλάτη για να ξερριζώσει τις χρόνιες παθογένειες. Για να θέσει τέρμα στην πελατειακή λογική, η οποία κρατάει την κοινωνία μας καθηλωμένη σε ένα ουσιαστικά προνεωτερικό στάδιο. Οι άνθρωποι αυτοί, η κρίσιμη μάζα που τού έδωσε τη νίκη στις 7 Ιουλίου, ούτε λευκή επιταγή υπέγραψαν ούτε ιώβεια υπομονή διαθέτουν.
Οφείλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να σκίσει τη γάτα. Πριν να είναι αργά τόσο για εκείνον όσο και -το κυριότερο- για την πατρίδα.
Χρ. Χωμενίδης
Πηγή: capital