Το “The Home”, σε σενάριο και σκηνοθεσία του James DeMonaco, μοιάζει αρχικά με μια φρέσκια προσέγγιση στον σύγχρονο τρόμο. Στην πορεία καταλήγει (κυριολεκτικά και μεταφορικά) στο γηροκομείο.
Στην ταινία, ένας παραβατικός νέος που, για να εκτίσει την ποινή του, προσφέρει κοινωνική εργασία σε γηροκομείο, σταδιακά ανακαλύπτει ένα φρικτό μυστικό που κρύβεται πίσω από τις κλειστές πόρτες του ιδρύματος. Ή όπως μπορούμε να πούμε περιπαικτικά (σ.σ. θα καταλάβουν το αστείο όσοι δουν την ταινία), κάποια πράγματα που μοιάζουν κρυμμένα, είναι μπροστά — ή και πίσω — από τα μάτια τους. Και η πρωτοτυπία σταματά εδώ. Όσο προχωρά η ταινία, τόσο αποκαλύπτεται πως δεν πρόκειται για κάτι νεωτερικό, αλλά για ένα patchwork επιρροών, αμήχανα συναρμολογημένο και, τελικά, “ενοχλητικά δανεικό”.

Η πιο εμφανής αδυναμία της ταινίας είναι η παντελής έλλειψη πρωτοτυπίας και η σαρωτική χρήση των κλισέ με «υπαινικτική πρωτοπορία». Αντί να δημιουργήσει μια αυθεντική ανατριχίλα, το “The Home” φαίνεται να έχει σκανάρει καρέ-καρέ το Τρέξε! (Get Out), το Μεσοκαλόκαιρο (Midsommar), ακόμα και το Στη Φωλιά του Κούκου (One Flew Over the Cuckoo’s Nest), απογυμνώνοντάς τα από την ουσία.
Η κεντρική ιδέα — η εκμετάλλευση των νέων (και της νεότητας) από τους ηλικιωμένους για την παράταση της ζωής — έχει ήδη εξερευνηθεί στο Τρέξε! και το “ελιξίριο της Νιότης” με σαφώς πιο έξυπνο και πολιτικά φορτισμένο τρόπο. Εδώ, όμως, αποδίδεται με απλοϊκούς — δήθεν σοφιστικέ — διαλόγους και αισθητική που παραπέμπει σε φτηνή τηλεταινία, διάχυτη από φίλτρα του Instagram. Ακόμα και η έννοια του τελετουργικού cult, την οποία δανείζεται από το Μεσοκαλόκαιρο, μένει έκθετη, χωρίς ατμόσφαιρα ή αίσθηση μυστηρίου. Τα τελετουργικά στοιχεία είναι επίπεδα, οι χαρακτήρες ασπόνδυλες καρικατούρες, και η βία παρουσιάζεται όχι ως συνέπεια, αλλά ως αυτοσκοπός.

Η σκηνή της «μεγάλης αποκάλυψης» — όπου ο ήρωας ανακαλύπτει την πραγματική φύση των κατοίκων του γηροκομείου — μοιάζει σχεδόν αυτούσια βγαλμένη από την τελική πράξη του Μωρού της Ρόζμαρυ (Rosemary’s Baby, 1968). Οι ηλικιωμένοι, μαζεμένοι γύρω από έναν μεταφυσικό, τρομερό “απόγονο” ή αποκάλυψη, ψιθυρίζουν, παραμιλούν, σχεδόν λιποθυμούν από δέος. Το πρόβλημα; Εκεί που το Μωρό της Ρόζμαρυ τρέφεται με τη φρίκη του υπαινιγμού, το The Home ξερνάει την απλοϊκή αντιγραφή, μη καταφέρνοντας να πετύχει ούτε ένταση ούτε συγκίνηση. Είναι σαν να δανείστηκε την εικόνα αλλά ξέχασε το νόημα.

Ακόμη πιο έντονο είναι αυτό στο φινάλε: αντί για μια ουσιαστική κάθαρση ή μια νοηματικά φορτισμένη κορύφωση, η ταινία μετατρέπεται σε αιματοβαμμένο — almost POV — βιντεοπαιχνίδι. Ο Max αποκτά υπερδυνάμεις, καθώς η αλήθεια του δίνει «δύναμη», και ξεκινά μια σειρά από σφαγοξαντεριάσματα που θυμίζουν κακή αντιγραφή του Κουρδιστού Πορτοκαλιού (Clockwork Orange). Η σκηνή που έπρεπε να είναι κλειδί για τον εύστοχο σχολιασμό της ταινίας πάνω στη διαγενεακή εκμετάλλευση, μετατρέπεται απλώς σε φαρυγγοκοψίματα-λαρυγγοσκορπίσματα, χωρίς δικαιολογημένη κλιμάκωση.
Ερμηνευτικά, ο Pete Davidson παραμένει ανέκφραστος σαν φρεσκοπεθαμένο ρακούν και αποστασιοποιημένος όπως ο μέσος ενσυναίσθητος ταχυδρόμος που δίνει την επιταγή σε γεροντάκια με τη σύνταξη του ΟΓΑ. Αν η πρόθεση ήταν να αποτυπωθεί η εσωτερική του κατάρρευση, το αποτέλεσμα αποτυγχάνει, καθώς μοιάζει περισσότερο με αμηχανία μπροστά στην κάμερα, παρά με εσωτερική σύγκρουση.

Το The Home έχει τις πρώτες ύλες για κάτι τολμηρό, όμως σπαταλά κάθε του ιδέα, επιλέγοντας την ασφαλή, φτηνιάρικη απομίμηση. Όταν το σινεμά τρόμου προχωρά σε νέες κατευθύνσεις με ταινίες όπως τη Διαδοχή (Hereditary) ή τη Μάγισσα (The Witch), μια ταινία σαν αυτή μοιάζει εγκλωβισμένη στο παρελθόν — όχι ως φόρος τιμής, αλλά ως αδύναμη απομίμηση.
Αν είναι να δω ταινία τρόμου με πρωταγωνιστή ένα γηροκομείο, προτιμώ το reality του Ψινάκη, που χρησιμοποιεί τον φόβο του θανάτου και το πέρασμα της ζωής σαφέστατα πιο ειλικρινά από το The Home (που καλό είναι… να πάει σπίτι του, όπως το προτρέπει μια πιο ελεύθερη απόδοση του τίτλου).
www.ertnews.gr
Ακολουθήστε το myvolos.net στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
