Μιλώντας ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας από τη Δαμασκό, η Αναπληρώτρια Ειδική Απεσταλμένη του ΟΗΕ για τη Συρία, Νατζάτ Ρoτσντί, ανέφερε ότι παρά τις αρχικές προσδοκίες, «οι διαδικασίες και τα πρώτα αποτελέσματα της μετάβασης δεν ανταποκρίθηκαν στις δεσμεύσεις που είχαν δοθεί».
Μόλις έξι γυναίκες εξελέγησαν στη νέα Λαϊκή Συνέλευση από τις 119 έδρες, ενώ η γυναικεία συμμετοχή στη διοίκηση των εκλογών και στις υποψηφιότητες παρέμεινε εξαιρετικά περιορισμένη.
Όπως αναγνώρισε η ίδια η Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή, «το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών δεν συνάδει με τον κοινωνικό και πολιτικό ρόλο που διαδραμάτισαν ιστορικά οι Σύριες γυναίκες». Η αξιωματούχος του ΟΗΕ κάλεσε σε σαφή μέτρα «κατά του αποκλεισμού από ηγετικούς ρόλους» και για «προστασία από παρενόχληση, απειλές και βία».
Αναφερόμενη στις μεταβατικές εκλογές της 5ης Οκτωβρίου, επισήμανε ότι διεξήχθησαν «κατά βάση ειρηνικά», αν και σημειώθηκαν μεμονωμένα βίαια περιστατικά. Εξέφρασε ανησυχία για την «υποεκπροσώπηση» και των μειονοτήτων, καθώς και για τη «χαμηλή δημόσια συμμετοχή».
Κάλεσε τις αρχές να διαμορφώσουν «έναν χωρίς αποκλεισμούς οδικό χάρτη» για τις μελλοντικές εκλογές, υπογραμμίζοντας ότι ο ΟΗΕ «είναι έτοιμος να υποστηρίξει αυτή τη διαδικασία».
Η κ. Ροτσντί τόνισε ότι η επιτυχία της μετάβασης εξαρτάται και από την οικονομική ανάκαμψη, ζητώντας την άρση των κυρώσεων «σε μεγαλύτερη και ταχύτερη κλίμακα για να δοθεί στην μετάβαση η ευκαιρία να πετύχει». Χαιρέτισε επίσης τις κινήσεις των ΗΠΑ για την κατάργηση του Νόμου «Caesar» και απηύθυνε έκκληση για « επενδύσεις και ανοικοδόμηση».
Αναφερόμενη στην εύθραυστη ασφάλεια σε Χαλέπι και Σουέιντα, χαιρέτισε τις προσπάθειες αποκλιμάκωσης και υπογράμμισε ότι κάθε λύση πρέπει να διασφαλίζει «την κυριαρχία, την ενότητα, την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας».
Κλείνοντας, επανέλαβε ότι τα Ηνωμένα Έθνη «παραμένουν έτοιμα να στηρίξουν τις συριακές αρχές και τον λαό στη συγγραφή των επόμενων κεφαλαίων μιας ασφαλούς, χωρίς αποκλεισμούς και ευημερούσας Συρίας για όλους».
Ο κ. Ραμές Ρατζάσινγχαμ, Διευθυντής του Τομέα Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του OCHA, εκπροσωπώντας τον Αναπ. ΓΓ για Ανθρωπιστικές Υποθέσεις και Συντονιστή Έκτακτης Ανάγκης Τομ Φλέτσερ, δήλωσε ότι η Συρία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει «μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο», με πάνω από το 70% του πληθυσμού να έχει πληγεί.
Επεσήμανε ότι οι πρόσφατες συγκρούσεις στο Χαλέπι προκάλεσαν απώλειες αμάχων και νέο εκτοπισμό, ενώ στη Σουέιντα «το εύθραυστο και απρόβλεπτο περιβάλλον ασφάλειας» έχει οδηγήσει σε σοβαρές ελλείψεις καυσίμων και ψωμιού, έχει διακόψει την παροχή υπηρεσιών υγείας και ύδρευσης και έχει εμποδίσει την επιστροφή εκτοπισμένων οικογενειών.
Τα εκρηκτικά κατάλοιπα πολέμου συνεχίζουν να προκαλούν θύματα και «μόνο την περασμένη εβδομάδα καταγράφηκαν 16 περιστατικά», ανέφερε, με νεκρούς και τραυματίες, μεταξύ αυτών και παιδιά.
Παράλληλα, οι πυρκαγιές στη Λαττάκεια, την Ταρτούς και τη Χομς «επηρέασαν πάνω από 5.000 ανθρώπους», επιδεινώνοντας την κατάσταση για τα 7 εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένους και τα 2,4 εκατομμύρια παιδιά που παραμένουν εκτός σχολείου.
Ο αξιωματούχος του ΟΗΕ υπογράμμισε ότι τα Ηνωμένα Έθνη «συνεχίζουν να παρέχουν βοήθεια όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά». Στη Σουγουέιντα και τις γειτονικές περιοχές έχουν παραδώσει βασικά είδη σε «424.000 άτομα μηνιαίως από τον Ιούλιο», ενώ το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (WFP) στηρίζει «2 εκατομμύρια ανθρώπους το μήνα» με επιδοτούμενο ψωμί και η UNICEF υλοποιεί την εκστρατεία «Επιστροφή στη Μάθηση» για την αποκατάσταση της εκπαίδευσης.
Κλείνοντας, ο κ. Ρατζάσινγχαμ τόνισε τρεις επείγουσες προτεραιότητες: πρώτον, την «αποκλιμάκωση των συνεχιζόμενων εστιών έντασης» που εμποδίζουν την παροχή βοήθειας· δεύτερον, την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού και τρίτον, την ενίσχυση των επενδύσεων στην ανοικοδόμηση και την ανάκαμψη.
Oι ΗΠΑ και η Γαλλία εμπλέκονται ενεργά σε διπλωματικές προσπάθειες διαμεσολάβησης για την ενίσχυση της εθνικής ενότητας.
Η Γαλλία υπογράμμισε ότι «η πολιτική μετάβαση στη Συρία ανοίγει ένα δρόμο ελπίδας», προσδιορίζοντας τρεις βασικές προτεραιότητες: την ενσωμάτωση της Συρίας στο περιφερειακό της περιβάλλον, τη στήριξη της ανθρωπιστικής και οικονομικής της ανάκαμψης και την προσαρμογή της παρουσίας των Ηνωμένων Εθνών στις πραγματικές ανάγκες επί του πεδίου.
O Mόνιμος Αντιπρόσωπος των ΗΠΑ Μάικ Γουόλτς τόνισε τη στήριξη της Ουάσινγκτον προς την «ιστορική ανακοίνωση του Προέδρου Τραμπ για άρση των κυρώσεων υπέρ του συριακού λαού», υπογραμμίζοντας ότι «περαιτέρω ανακούφιση από τις κυρώσεις είναι ζωτικής σημασίας για να δοθεί στη Συρία μια ευκαιρία».
Κάλεσε το Συμβούλιο «να στηρίξει τις προσπάθειες χαλάρωσης των κυρώσεων του ΟΗΕ εις βάρος της Συρίας, συμπεριλαμβανομένης της άρσης κυρώσεων σε ορισμένα μέλη της συριακής ηγεσίας» βάσει του καθεστώτος κυρώσεων του Ψηφίσματος 1267.
Αναγνωρίζοντας ότι «υπάρχουν πολλές προκλήσεις μπροστά στην κυβέρνηση της Συρίας, καθώς επιχειρεί να αφήσει πίσω της πέντε δεκαετίες καταπίεσης του καθεστώτος ‘Ασαντ», ο κ. Γουόλτς κάλεσε τη Δαμασκό να «τηρήσει τις δεσμεύσεις της για ασφάλεια, σταθερότητα και ευημερία για όλους τους Σύρους». Τόνισε ότι η κυβέρνηση πρέπει να «ενισχύσει την εθνική ενότητα μέσω της ειρηνικής ενσωμάτωσης όλων των κοινοτήτων» και να επιδείξει «μηδενική ανοχή απέναντι στις παραβιάσεις».
Σε περιφερειακό επίπεδο, ο κ. Γουόλτς αναφέρθηκε στη συνεργασία των ΗΠΑ με την Ιορδανία για έναν «οδικό χάρτη συμφιλίωσης μετά τη φονική βία του Ιουλίου στη Σουέιντα» και επαίνεσε τη συνεργασία της Συρίας με τον Οργανισμό για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (OPCW) για την πλήρη εξάλειψη των υπολειμμάτων του χημικού προγράμματος του ‘Ασαντ.
Εξήρε επίσης τη στήριξη περιφερειακών δυνάμεων, όπως «η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, η Τουρκία και η Ιορδανία».
Επιβεβαίωσε τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών να συνεργαστούν με τη Συρία «για την αποτροπή της αναβίωσης του ISIS».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
www.ertnews.gr
Ακολουθήστε το myvolos.net στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
