«Η ΑΓΕΤ, και όχι γενικά και αόριστα ο «πιθανός ρυπαντής», είναι αποδεδειγμένα και με δικαστική βούλα παραβάτης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας» τόνισε σε δηλώσεις του ο επικεφαλής της μείζονος μειοψηφίας στο νέο Δημοτικό Συμβούλιου Βόλου κ. Νίκος Παπαπέτρος, απαντώντας σε επικρίσεις που δέχθηκε η «Συμμαχία για τον Βόλο» μετά την ανακοίνωσή της για την απόφαση του ΣτΕ σε σχέση με την ΑΓΕΤ.
«Κάποιοι ανέλαβαν έναν άχαρο ρόλο που τους εκθέτει», επισήμανε ο κ. Παπαπέτρος, χαρακτηρίζοντας κακοήθεις τους υπαινιγμούς περί λαϊκισμού, ψηφοθηρίας και στήριξης πολιτικής καριέρας στις πλάτες των
εργαζομένων, από εκείνους που συγχέουν τη συνδικαλιστική ιδιότητα με την εκπροσώπηση
των συμφερόντων της εργοδοτικής πλευράς.
Ειδικότερα, ο κ. Παπαπέτρος δήλωσε:
Σε συνέχεια της πρώτης μας ανακοίνωσης για το θέμα της ΑΓΕΤ, επισημαίνουμε και τα εξής:
1) Έννοια «πιθανού πραγματικού ρυπαντή» δεν υφίσταται. Κάποιος ή ρυπαίνει το περιβάλλον ή δεν το ρυπαίνει. Ενδιάμεση κατάσταση δεν υπάρχει.
2) Ο πραγματικός ρυπαντής – όποιος και αν είναι αυτός – διαπιστώνεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες, οι οποίες έχουν και τη σχετική ευθύνη να επιβάλλουν τα προβλεπόμενα διοικητικά πρόστιμα, ενώ στην ευθύνη της Δικαιοσύνης είναι η επιβολή ποινών σε βάρος των υπαιτίων.
3) Ο συνδυασμός μας δεν τοποθετείται επιλεκτικά απέναντι στους ρυπαντές. Όποιος
αποδεδειγμένα ρυπαίνει, τυγχάνει της ίδιας αντιμετώπισής μας, χωρίς διακρίσεις.
4) Στην προκειμένη περίπτωση, η δικαστική κρίση δεν αφορούσε γενικώς παραβάτες
της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, αλλά παράβασή της από την ΑΓΕΤ, με συνέπεια
να ακυρωθούν οι σχετικές πράξεις.
Η μη συμμόρφωση στην περιβαλλοντική νομοθεσία εστιάζεται, με βάση την
αμετάκλητη απόφαση του ΣτΕ, σε δύο σημεία:
(α) Στο ότι η ΑΓΕΤ τροποποίησε την αρχική ΑΕΠΟ (απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών
όρων) αυξάνοντας την οριακή τιμή ολικού οργανικού άνθρακα κατά τέσσερις φορές (αντί για
10 mg / Nm3 σε 40 mg / Nm3). Το ΣτΕ έκρινε ότι στην αύξηση των ορίων δεν υπολογίσθηκαν
και οι εκπομπές από την «συναποτέφρωση αποβλήτων» (RDF). Τούτο συνιστούσε ουσιώδη
μεταβολή των όρων της ΑΕΠΟ και, συνεπώς, ήταν αναγκαία η προηγούμενη διαβούλευση με
τους συναρμόδιους φορείς, την οποία ουδέποτε έκανε η ΑΓΕΤ. Γι’ αυτό και η σχετική απόφαση
ακυρώθηκε.
(β) Στο ότι για να γίνεται και διά θαλάσσης η μεταφορά RDF στους χώρους της
βιομηχανίας, θα έπρεπε να υπάρχει ειδική περιβαλλοντική μελέτη και δεν αρκούσε μόνο ο
ισχυρισμός της ΑΓΕΤ ότι είναι πιο συμφέρουσα οικονομικά. Το ΣτΕ θεώρησε ότι το οικονομικό
κριτήριο δεν είναι αρκετό, αλλά θα πρέπει να συνεκτιμάται και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα
και ιδίως η επιβάρυνση της θαλάσσιας περιοχής από τις εν γένει τέτοιου είδους μεταφορές.
Θεώρησε, λοιπόν, ότι και για τον λόγο αυτόν τροποποιούνται ουσιωδώς οι όροι της ΑΕΠΟ και,
επομένως, θα έπρεπε να υπάρξει διαβούλευση, που και πάλι απέφυγε η ΑΓΕΤ.
Το συμπέρασμα, εντέλει, είναι ότι συγκεκριμένα η ΑΓΕΤ, και όχι γενικά και αόριστα ο
«πιθανός ρυπαντής», είναι αποδεδειγμένα και με δικαστική βούλα παραβάτης της
περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
Διατυπώθηκε και ο έωλος ισχυρισμός ότι, δήθεν, ο συνδυασμός μας ισχυρίσθηκε πως
υπάρχει απόφαση για μετεγκατάσταση της ΑΓΕΤ. Απ’ την αρχή έχουμε πει αυτό που πράγματι
ισχύει: Ότι δηλαδή το Δημοτικό Συμβούλιο Βόλου ομοφώνως αποφάσισε «να διερευνηθεί η
δυνατότητα μετεγκατάστασης της ΑΓΕΤ». Και τούτο, επειδή εκτιμήθηκε ότι η παραμονή της στο
αστικό ιστό δημιουργεί περιβαλλοντικά προβλήματα. Η απόφαση αυτή του Δημοτικού
Συμβουλίου, που σχετίζεται με την αναθεώρηση του ΓΠΣ, εγκρίθηκε με απόφαση του Γενικού
Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης το έτος 2016 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ.
Η απόφαση αυτή, λοιπόν, «περιλαμβάνει πρόταση για μελλοντική διερεύνηση της
μετεγκατάστασης ύστερα από εκπόνηση ειδικής μελέτης». Δυστυχώς η Δημοτική Αρχή
αδιαφόρησε πλήρως και ουδέποτε προχώρησε στην εκπόνηση αυτής της ειδικής μελέτης, και
φυσικά η ΑΓΕΤ «βολεύτηκε» από την αδράνεια αυτή της Δημοτικής Αρχής. Η μνεία του
συγκεκριμένου ζητήματος στο σκεπτικό της απόφασης του ΣτΕ καταδεικνύει την ανάγκη
εκπόνησης της εν λόγω μελέτης, προκειμένου η σχετική ομόφωνη πρόταση του Δημοτικού
Συμβουλίου να συγκεκριμενοποιηθεί.
Παρακάμπτουμε, τέλος, κακοήθεις υπαινιγμούς περί λαϊκισμού, ψηφοθηρίας και
στήριξης πολιτικής καριέρας στις πλάτες των εργαζομένων, τους οποίους δήθεν στοχοποιούμε.
Οι υπαινιγμοί αυτοί προφανώς και δεν με αφορούν. Άλλωστε, οι φορείς των αντιλήψεων
αυτών είναι πολύ καλά γνωστοί στην πόλη μας. Όπως γνωστοί είναι κι εκείνοι που συγχέουν τη
συνδικαλιστική ιδιότητα με την εκπροσώπηση των συμφερόντων της εργοδοτικής πλευράς.