Από τη Λαϊκή Ενότητα – Ανυπότακτη Αριστερά Μαγνησίας, ανακοινώθηκαν τα εξής:
Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν τις τελευταίες ημέρες στον Βόλο και στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας μόνο θλίψη και συνάμα οργή μπορούν να φέρνουν στον καθένα και στην καθεμιά από εμάς. Ολόκληρες περιοχές, σπίτια και περιουσίες τυλίχτηκαν στις φλόγες, ενώ δεν έλειψαν και οι ανθρώπινες απώλειες, καθώς δύο συνάνθρωποί μας έχασαν τις ζωή τους. Ταυτόχρονα, ολόκληρη η περιοχή σειόταν από τρομακτικούς θορύβους που ξεσπούσαν καθώς ανατινάζονταν πυρομαχικά της 111 Πτέρυγα Μάχης της Πολεμικής Αεροπορίας στην Αγχίαλο όταν οι φλόγες έφτασαν εκεί, δημιουργώντας ένα κλίμα εμπόλεμης κατάστασης και ευρύτερης ανασφάλειας για το τι μπορεί να ακολουθήσει.
Αβίαστα προκύπτουν σοβαρότατα ερωτήματα για το πως φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Πως μπορεί σε περιοχές με όχι ιδιαίτερα μεγάλη βλάστηση και εύκολα προσβάσιμες από κάθε κατεύθυνση να προκύπτουν πυρκαγιές τέτοιου μεγέθους αλλά πολύ περισσότερο να αφήνονται να εξαπλωθούν έως τα σύνορα της πόλης; Ποια και πόσα μέσα πυρόσβεσης ενήργησαν στην περιοχή και εφόσον από τις πρώτες ώρες δεν φέραν αποτέλεσμα γιατί δεν επιστρατεύτηκαν περισσότερα; Υπήρχε επιχειρησιακό σχέδιο από την πολιτική προστασία, την πυροσβεστική, την αστυνομία ή ακόμα από την ίδια τον Πολεμική Αεροπορία αλλά και τις υπόλοιπες στρατιωτικές μονάδες που εδρεύουν στην περιοχή (Ταξιαρχία πεζοναυτών, Αεροπορία στρατού) ή αφέθηκαν τα πάντα στην τύχη; Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές είχαν γνώση της επικινδυνότητας της κατάστασης και κάνανε πραγματικά ότι μπορούσαν ή απλά παρέμεναν θεατές και δρούσαν μόνο με όρους επικοινωνίας στα τοπικά μέσα; Και τέλος, το ερώτημα που ακούγεται περισσότερο ανάμεσα σε όλους τους πολίτες που βίωσαν αυτή την τραγική κατάσταση είναι: θα αποδοθούν επιτέλους ευθύνες ή απλώς θα μείνουμε στις επικοινωνιακού τύπου παραιτήσεις προσώπων, χωρίς να εντοπιστούν και να διορθωθούν οι συνθήκες εκείνες που έφεραν σε αυτή την κατάσταση την περιοχή μας και ολόκληρη την χώρα;
Για εμάς είναι δεδομένο ότι τα φλέγοντα αυτά ερωτήματα δεν πρόκειται να απαντηθούν από τις τοπικές, πόσο μάλλον από τις Περιφερειακές Αρχές. Και δεν πρόκειται να απαντηθούν διότι και οι δύο είναι συνυπεύθυνοι. Πού είναι τα πραγματικά έργα υποδομής στην πόλη από την επί δύο τετραετίες Δημοτική αρχή Μπέου, όπως καθαριότητα σε περιοχές με βλάστηση, η ύπαρξη εφεδρικών γεννητριών στα αντλιοστάσια της ΔΕΥΑΜΒ, για να αντιμετωπιστούν οι πυρκαγιές και να μην φτάσουν στα σπίτια των πολιτών; Τα χρήματα που λαμβάνει και μοιράζει η τοπική αυτοδιοίκηση, εφαρμόζοντας σαν μακρύ χέρι του κράτους τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των κυβερνήσεων, στρέφονται προς την ασφάλεια των δημοτών ή περιορίζονται σε θεματικού τύπου έργα, εξυπηρετώντας συχνά πυκνά ιδιοτελή συμφέροντα μεγαλοεργολάβων και την επανεκλογή της Δημοτικής Αρχής στις επόμενες εκλογές; Αυτά, και άλλα πολλά ερωτήματα, τα απαντά καμία φορά η σκληρή πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι μας.
Επίσης, η Περιφέρεια Θεσσαλίας φάνηκε εντελώς ανοργάνωτη τόσο σε προληπτικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο. Πέρα από το ότι φάνηκε πόσο αμυδρά μπορεί να βοηθήσει σε μία κατάσταση έκτακτου κινδύνου, κατά πόσο δηλαδή έχει επαφή και αντιλαμβάνεται τα πραγματικά προβλήματα των περιοχών που συντελούν την περιφέρεια Θεσσαλίας, γίνεται εμφανής και η έλλειψη μέσων, στελεχικού δυναμικού, δυνατότητας άμεσης επίλυσης κινδύνων όπως οι πυρκαγιές. Και αυτά προκύπτουν διότι ξανά, η χρηματοδότηση για περιφερειακά έργα και υποδομές δεν γίνονται με γνώμονα την ασφάλεια των πολιτών, αλλά την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών και συμφερόντων, σπαταλώντας όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία σε έργα βιτρίνας , μοιράζοντας τα χρήματα σε μεγαλοεπιχειρηματίες και παρουσιάζοντας έργα ανά τέσσερά χρόνια που τελικά δεν επηρεάζουν θετικά την καθημερινή ζωή των πολιτών.
Ενώ τα παραπάνω ερωτήματα μπορεί να απασχολούν τον περισσότερο κόσμο, και δικαίως, εμείς θέτουμε ένα ακόμη. Μπορεί να υπάρξει κάποια αλλαγή στον τρόπο που οργανώνεται, λειτουργεί και εντέλει πραγματώνεται η τοπική αυτοδιοίκηση; Μπορεί τελικά η τοπική αυτοδιοίκηση να λειτουργεί από και προς τους απλούς πολίτες, να αφουγκράζεται τις πραγματικές ανησυχίες και ανάγκες τους καθώς και να τους βοηθά στην απτή καθημερινότητά τους, πόσο μάλλον σε μία έκτακτη συνθήκη; Η δική μας απάντηση είναι θετική. Έτσι, μένει να δούμε ποιος θέλει και μπορεί να δημιουργήσει αυτές τις σοβαρές τομές, τόσο σε πολιτικό επίπεδο, όσο και σε συνειδησιακό, για να σπάσει το γενικότερο πνεύμα του «όλοι ίδιοι είναι» και «τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει» που διατρέχει πολλούς συμπολίτες μας.
Σε τοπικό επίπεδο, η αμφισβήτηση της Δημοτικής αρχής Μπέου, φαίνεται υποτυπώδης, ανιαρή και πάνω από όλα θολή ως προς τις προθέσεις σοβαρής αντιπολίτευσης και αλληλένδετης σχέσης με τα τοπικά κινήματα. Ειδικά όταν πρόκειται για θέματα όπως η καύση σκουπιδιών από την ΑΓΕΤ που έχει απασχολήσει την τοπική κοινωνία τα τελευταία χρόνια, η υποστήριξη του σχήματος «Συμμαχία για τον Βόλο» από τον Σύριζα, ο οποίος ως κυβέρνηση επέβαλε την καύση σκουπιδιών και η παράταξή του στην τοπική αυτοδιοίκηση σφύριζε αδιάφορα, κάνει εμφανές κατά πόσο είναι διαθέσιμοι να συμβάλουν σε αυτό τον τοπικό αγώνα. Και για αυτό ακριβώς τον λόγο είναι απορίας άξιο, το μέγεθος της αυταπάτης που υποπέσανε άτομα από το κίνημα κατά της καύσης, ελπίζοντας πως η εναλλαγή προσώπων θα φέρει την πραγματική αλλαγή στην ποιότητα ζωής μας και όχι η συνολική απόρριψή εξολοκλήρου των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόζονται στην τοπική αυτοδιοίκηση, μέρος των οποίων είναι και η καύση. Κατά τα άλλα, οι επικοινωνιακού τύπου διαμόρφωση θέσεων σε θέματα που απασχολούν την τοπική κοινωνία αλλά και οι γενικές θέσεις που μπορεί να εκφραστούν από τον καθένα προεκλογικά με σκοπό να παρασύρουν τους πολίτες στην κάλπη, δεν είναι αρκετά για να διαμορφώσουν ένα πραγματικό κλίμα αντιπολίτευσης ενάντια στην Δημοτική Αρχή Μπέου, που έχει πραγματική ανάγκη η πόλη τα τελευταία οκτώ χρόνια. Ας σκεφτούν, αυτό το αυτοδιοικητικό και πολιτικό αδιέξοδο που έχουν φέρει οι συστημικές παρατάξεις στην πόλη, όσοι παραμένουν εχθρικοί σε κάθε είδους συμπόρευση, κινηματική και αυτοδιοικητική, όσοι δρουν με διάθεση κυριαρχίας πάνω σε οποιονδήποτε θέλει και προσδοκά τον κοινό και ολομέτωπο αγώνα των αριστερών τοπικών παρατάξεων και οργανώσεων ενάντια στην νεοφιλελεύθερη και φασιστική λαίλαπα που δέχεται το κίνημα τα τελευταία χρόνια. Δεν απαλλάσσεται κανείς από τις ευθύνες, πόσο μάλλον δε, όταν καταγράφει ποσοστιαία αύξηση.
Σε περιφερειακό επίπεδο, η δυναμική Αγοραστού αν και φαίνεται πως καλά κρατεί, από την μία υπάρχουν πολλές και σοβαρές εσωτερικές αντιδράσεις ακόμα και από τον παραδοσιακό πολιτικό υποστηρικτή του, την Νέα Δημοκρατία, ενώ από την άλλη, μια σειρά από γεγονότα, με αποκορύφωμα την πυρκαγιά στην Μαγνησία, φέρνουν αναπόφευκτα αντιδράσεις για την πολιτική που ακολουθείται τόσα χρόνια. Οι δε βέβαια «αντιπολιτευόμενοι» της κυριαρχίας Αγοραστού, είτε προερχόμενοι από τον ΣΥΡΙΖΑ είτε από το ΠΑΣΟΚ, δεν διαθέτουν εναλλακτικές, πόσο μάλλον ριζοσπαστικές, θέσεις που να απαντούν στα τοπικά προβλήματα, ακριβώς διότι αποδέχονται τον κύριο πυλώνα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που καλούνται να ψηφήσουν ακόμα και ως αντιπολίτευση σε ένα επόμενο περιφερειακό συμβούλιο. Έτσι, η εικόνα που διαμορφώνεται και στην Περιφερειακή Διοίκηση της Θεσσαλίας φαίνεται να μην αλλάζει δραστικά από τα τελευταία χρόνια, ενώ η μεταρρύθμιση Βορίδη για το αναγκαίο ποσοστό του 3% για την εκπροσώπηση των συνδυασμών σε τοπικά και περιφερειακά συμβούλια, διαμορφώνει μια αντιδημοκρατική εικόνα και μία κατάσταση φίμωσης όσων δεν ανήκουν ή υποστηρίζονται από τα μεγάλα κόμματα εξουσίας.
Το ζητούμενο για εμάς στην παρούσα κατάσταση, είναι να προτάξουμε την αναγκαιότητα μιας συγκροτημένης παρέμβασης στις Περιφερειακές Εκλογές όλων των αριστερών – ριζοσπαστικών δυνάμεων, που από την μία ή την άλλη σκοπιά έδωσαν τις δικές τους μάχες ενάντια σε κάθε νεοφιλελεύθερη πολιτική όλη την προηγούμενη τετραετία, αλλά και που διαθέτουν αγωνιστική διάθεση για τους αγώνες των επόμενων χρόνων, που μάλλον ισχυροί θα πρέπει να είναι, έχοντας υπόψη τι μέλει γενέσθαι. Δημοσιονομικές περικοπές αρχής εξ αρχής από την τοπική και περιφερειακή διοίκηση που συνεπάγεται ακόμα λιγότερες δαπάνες για έργα υποδομής και ασφάλειας, διαχείριση- κατασπατάληση πόρων για έργα βιτρίνας, αποσιώπηση του κομβικού ζητήματος της εγκατάστασης κόμβου LNG στην Μαγνησία που φέρνει σε μεγάλο περιβαλλοντικό κίνδυνο την περιοχή, συνέχιση της καύσης σκουπιδιών, είναι μερικές από τις μελλοντικές αλλά και άμεσες πολιτικές που θα κληθούμε να αγωνιστούμε για την ανατροπή τους. Με ενωτική, μαχητική και ριζοσπαστική διάθεση καλούμε όσες οργανώσεις και μεμονωμένους αγωνιστές βλέπουν την αναγκαιότητα να συντονίσουμε το βηματισμό μας συγκροτώντας ένα περιφερειακό σχήμα στις ερχόμενες Περιφερειακές εκλογές, που να εκπροσωπεί τις ανάγκες των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων αλλά τα τοπικά κινήματα στο Περιφερειακό Συμβούλιο, χωρίς όρους επανάπαυσης ή ανάθεσης. Που να σπάει την μονοτονία και την πεποίθηση πως δεν μπορεί τίποτα να αλλάξει στην καθημερινότητά μας. Είναι ώρα για πράξεις που θα συνεισφέρουν στα λαϊκά και τοπικά κινήματα φωνή, δύναμη και ελπίδα.