Πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3,5% του ΑΕΠ το 2024, «βλέπει» το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), δηλαδή του τουλάχιστον μια ποσοστιαία μονάδα πάνω από το στόχο του προϋπολογισμού.
Σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση, την οποία παρουσίασε σήμερα ο επικεφαλής του Γραφείου Ιωάννης Τσουκαλάς, το πρωτογενές αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης καταγράφει πλεόνασμα 11,2 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 7,4 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2023. Ενώ, ο Κρατικός Προϋπολογισμός παρουσιάζει ταμειακό Πρωτογενές Πλεόνασμα 8,7 δισ. ευρώ αυξημένο κατά 4,77 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου του 2023.
Για το για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα (συμπεριλαμβανομένων των τόκων για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου Χρέους) ο κ. Τσουκαλάς εκτίμησε πως ο προϋπολογισμός του 2024 θα μπορούσε να είναι ισοσκελισμένος ή οριακά πλεονασματικός.
Ακόμα, σύμφωνα με την έκθεση:
– Για το 2024 συνολικά το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης 2,3%, ενώ παρουσίασε αύξηση 2,6% ετησίως για το τέταρτο τρίμηνο του 2024 σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2023 (προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ). – Σε αυτή την σημαντικά θετική επίδοση του ΑΕΠ συνετέλεσαν η αύξηση των
εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (3,6% συνολικά, 5,9% για υπηρεσίες και 1,6% για αγαθά) και η αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά 9,0%. Η ιδιωτική κατανάλωση παρουσίασε μικρή επιβράδυνση
του ρυθμού αύξησης καταγράφοντας 0,8% ετησίως για το τέταρτο τρίμηνο του 2024, ενώ για το 2024 συνολικά εξακολουθεί να παρουσιάζει ανθεκτικότητα με τον ρυθμό αύξησης να καταγράφεται στο 2,1%.
– Ο πληθωρισμός (ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή) παραμένει ανθεκτικός, αρκετά πάνω από τον μέσο πληθωρισμό στην Ευρωζώνη (2,3%), και ανήλθε τον
Φεβρουάριο του 2025 στο 3,0%, οριακά μειωμένος τόσο σε σχέση με τον Φεβρουάριο του 2024 (3,1%) όσο και σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (3,1%).
Ο επικεφαλής του ΓΠΚΒ:
– Είναι αρνητικός στα σενάρια επαναφοράς 13ου και 14ου μισθού, εκτιμώντας πως ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος θα προκύψει από τις υπερβάσεις των φορολογικών εσόδων και όχι εξαιτίας της ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής των αμυντικών δαπανών.
– Αντίθετα- στο πλαίσιο αξιοποίησης του δημοσιονομικού χώρου- προτείνει μείωση των φορολογικών βαρών της μισθωτής εργασίας.
– Σημείωσε πως η ελληνική οικονομία έχει χτίσει ένα συμπαγές τείχος οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας, συνεχίζοντας και κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2024 την σταθερή πορεία βελτίωσης των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών, ενώ όπως επισημαίνεται στην έκθεση, «κλειδί παραμένουν οι επενδύσεις και η παραγωγικότητα με έμφαση σε εξαγωγικούς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων σε όλο το φάσμα της οικονομίας».
– Εξέφρασε τον προβληματισμό του για τις παγκόσμιες αναταράξεις εξαιτίας της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ με την αβεβαιότητα να κορυφώνεται μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ.
«Η παγκόσμια οικονομία κλυδωνίζεται εξαιτίας της εντεινόμενης γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας που πηγάζει από τον φόβο ενός απρόβλεπτου εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και Κίνας. Μία ενδεχόμενη ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία θα αφαιρούσε μία σημαντική πηγή παγκόσμιας γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας και συνακόλουθα θα αποτελούσε παράγοντα που θα συνεισφέρει θετικά στην μελλοντική ανάπτυξη στην Ευρώπη και κατ’ επέκταση και στη χώρα μας.
Οι προστατευτικές πολιτικές και οι δασμοί απειλούν το παγκόσμιο εμπόριο, ενώ οι γεωπολιτικές εντάσεις επιβαρύνουν τις εφοδιαστικές αλυσίδες, ενισχύοντας τον πληθωρισμό. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε, στο πλαίσιο της ενίσχυσης της αμυντικής αυτονομίας της ΕΕ, σε ένα πακέτο αμυντικών δαπανών ύψους 800 δισ. ευρώ σε βάθος τετραετίας που θα χρηματοδοτηθεί με 150 δισ. ευρώ από Ευρωπαϊκό δανεισμό μέσω του εργαλείου SAFE, και τους εθνικούς προϋπολογισμούς με την ευελιξία που θα δοθεί με την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής.
Η ιστορική συμφωνία στην Γερμανική Βουλή για την χαλάρωση του φρένου χρέους, οδηγεί σε μία πρωτόγνωρη για την χώρα αυτή δημοσιονομική επέκταση ύψους 500 δισ. ευρώ, αφενός δημιουργώντας προσδοκίες ανάκαμψης από την στασιμότητα για την μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης και αφετέρου σηματοδοτώντας αλλαγή μοντέλου της οικονομικής πολιτικής της χώρας αυτής, με ευνοϊκές συνέπειες για την Ευρωπαϊκή και Ελληνική οικονομία.
Στο ιδιαίτερα ρευστό αυτό γεωπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται σε διεθνές επίπεδο, το Γραφείο αξιολογεί ως πρώτη προτεραιότητα την συνέχιση της ταχείας μείωσης του δημοσίου χρέους η οποία ενισχύει την εκλαμβανόμενη αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής (επισημαίνουμε ότι ένας παράγοντας που οδήγησε στις πρόσφατες αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης ήταν η πορεία του δημόσιου χρέους).
Ρεπορτάζ: Κώστας Τζάβαλος
www.ertnews.gr
Ακολουθήστε το myvolos.net στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
