«Η διαφάνεια ανέδειξε τα, κρυφά, έξοδα των τραπεζικών χρεώσεων και η νομοθετική παρέμβαση εξοικονόμησε, τουλάχιστον, 150 ευρώ τον χρόνο στο μέσο πελάτη των ελληνικών τραπεζών».
Αυτό υπογραμμίζει σε τοποθέτησή του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, Βασίλης Κορκίδης σχολιάζοντας την αποτελεσματικότητα της νομοθετικής κατοχύρωσης της μηδενικής χρέωσης των τραπεζικών προμηθειών για αναλήψεις μετρητών από ΑΤΜ, από τις 11 Αυγούστου 2025.
Ο πρόεδρος υπενθυμίζει στο σχόλιό του ότι, με τη σχετική τροπολογία θεσμοθετήθηκε ένα μέτρο με μόνιμη ισχύ, όπου καμία τράπεζα δεν επιτρέπεται ρητά, να χρεώνει τους πελάτες της για αναλήψεις μετρητών από τα ATM. Ουσιαστικά, με νομοτεχνικές βελτιώσεις άλλαξε ο νόμος περί περιορισμού των προμηθειών και χρεώσεων όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών με έδρα ή εγκατάσταση στην Ελλάδα, ή από επιχειρήσεις ή νομικές οντότητες, που εκμεταλλεύονται αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές πιστωτικού ιδρύματος, ίδιου ή άλλου από αυτό στο οποίο μπορεί να τηρείται ο λογαριασμός χρέωσης.
Χωρίς προμήθεια εκτελούνται πάγιες εντολές πληρωμής λογαριασμών προς το Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία, τους οργανισμούς, τις εταιρείες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, ύδρευσης, τηλεπικοινωνιών και ασφαλιστικές εταιρείες. Συνολικά, όπως τονίζει ο κ. Κορκίδης, οι αναδρομικές και οι πρόσθετες νέες περικοπές κόστους συναλλαγών αναμένεται να εξοικονομήσουν στο λιανικό κοινό από 150 έως 200 εκατ. ευρώ ετησίως.
Πλέον, ισχύει ο μηδενισμός των χρεώσεων για αναλήψεις μετρητών από το δίκτυο ΑΤΜ του συστήματος ΔΙΑΣ των τραπεζών, η κατάργηση των χρεώσεων σε δημοτικές κοινότητες όπου λειτουργεί μόνο ένα ΑΤΜ, ανεξαρτήτως ιδιοκτησίας, είτε αυτό ανήκει σε τράπεζα είτε σε τρίτο πάροχο και η θέσπιση εθνικού πλαφόν ύψους 1,5 ευρώ για αναλήψεις από ΑΤΜ τρίτων ανεξάρτητων παρόχων, καθώς και ξένων τραπεζών. Δηλαδή, ακόμη και αν πρόκειται για ΑΤΜ τρίτου παρόχου, εφόσον υπάρχει άμεση ή έμμεση μετοχική διοικητική σχέση με την τράπεζα του λογαριασμού δεν επιβάλλεται καμία χρέωση. Στις περιπτώσεις, ανεξαρτήτως τραπεζικού δικτύου το αίτημα για έλεγχο υπολοίπου δεν επιβαρύνεται με καμία χρέωση. Όλοι οι πάροχοι ευθυγραμμίζονται με τις ελληνικές τράπεζες και με το πλαφόν των 50 λεπτών ανά συναλλαγή για εισερχόμενα και εξερχόμενα εμβάσματα μέσω ATM, web, mobile, internet banking στις ψηφιακές συναλλαγές φυσικών προσώπων, ιδιωτών, ατομικών επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών. Στον ίδιο περιορισμό χρέωσης που δεν θα υπερβαίνουν το ποσό των 50 λεπτών υπόκεινται οι φορτίσεις και αποφορτίσεις προπληρωμένων καρτών και τα ποσά έως πέντε χιλιάδες ευρώ ημερησίως που αφορούν στην απλή μεταφορά πίστωσης.
Οι δηλώσεις του Βασίλη Κορκίδη
«Σύμφωνα με την ανάλυση για το 2025, τα έσοδα από προμήθειες ως ποσοστό των συνολικών τραπεζικών εσόδων κυμαίνονται από 16-24% με μεσοσταθμικό επίπεδο 18,3% για τις ελληνικές τράπεζες, έναντι 28,6% κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη. Από τα διαθέσιμα στοιχεία, δεν υπάρχει ακόμα συγκεκριμένος υπολογισμός για το πόσο οι πρόσφατες αλλαγές θα μειώσουν άμεσα τα ποσοστιαία έσοδα των τραπεζών. Εκτιμάται όμως πως η μείωση χρήσης μετρητών με υψηλό κόστος ανάληψης είναι ένα κίνητρο για περισσότερες ηλεκτρονικές συναλλαγές με χαμηλότερο κόστος. Ωστόσο, ορισμένα επιμέρους δεδομένα, γνωστά στοιχεία και ενδείξεις δίνουν μια πρώτη ενδεικτική εικόνα από τη γενική μείωση στις τραπεζικές χρεώσεις για το 2025-2026. Σύμφωνα με το Reuters, οι πάγιες χρεώσεις και προμήθειες για καθημερινές συναλλαγές ΑΤΜ και e-banking ανέρχονται σε συνολικά έσοδα περίπου 1,8-2,0 δις ευρώ. Η μείωση σε αυτές τις χρεώσεις εκτιμάται ότι θα κοστίσει στις τράπεζες περίπου 80-100 εκατ. ευρώ ετησίως που αντιστοιχεί σε 4-5% των συνολικών προμηθειών. Παρότι μάλιστα έχουν εφαρμοστεί από το τέλος του 2024 σχετικά μέτρα, τα συνολικά έσοδα από προμήθειες των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών αυξήθηκαν το α’ εξάμηνο από 1,002 δις ευρώ σε 1,133 δις ευρώ.
Με βάση τα αποτελέσματα του α΄εξαμήνου τη μεγαλύτερη συνεισφορά από προμήθειες εμφανίζει η Τράπεζα Πειραιώς που αντιστοιχεί στο 24% των συνολικών εσόδων. Τα έσοδα της από κάρτες περιορίστηκαν στα 19 από 32 εκατ. ευρώ και τα έσοδα από τις μεταφορές χρημάτων στα 21 από 32 εκατ. ευρώ. Η συνεισφορά από τα έσοδα διαχείρισης περιουσίας ήταν 50 εκατ. και τα έσοδα από την πώληση ασφαλιστικών προϊόντων ήταν 36 εκατ. ευρώ το α΄εξάμηνο. Ακολουθεί η Eurobank με έσοδα από προμήθειες το α΄εξάμηνο του έτους που αντιπροσωπεύουν το 23% των συνολικών εσόδων του ομίλου. Τα έσοδα από τις συναλλαγές είναι και η κυρίαρχη πηγή προμηθειών, ενώ οι προμήθειες από τη διαχείριση περιουσίας ακολουθούν. Η Alpha Bank κατέγραψε έσοδα από προμήθειες που αντιπροσωπεύουν το 22% των συνολικών εσόδων του ομίλου. Κόντρα στη γενικότερη τάση τα έσοδα από κάρτες εμφάνισαν αύξηση και αποτελούν τη βασική πηγή εσόδων από προμήθειες μετά τις δανειοδοτήσεις. Το χαμηλότερο ποσοστό εσόδων από προμήθειες σε σχέση με τα συνολικά έσοδα εμφανίζει η Εθνική Τράπεζα με 16%. Τα έσοδα από κάρτες και από συναλλαγές περιορίστηκαν εξαιτίας των κυβερνητικών μέτρων που επιβλήθηκαν στις συναλλαγές, ενώ ενισχύθηκαν κατά 66% τα έσοδα από τη διαχείριση περιουσίας.
Πέραν όμως αυτών, οι τράπεζες φαίνεται να αντισταθμίζουν τις όποιες απώλειες με αυξημένες δραστηριότητες σε τομείς όπως διαχείριση κεφαλαίων, ασφαλιστικά συμβόλαια και βεβαίως με τον βασικό τους ρόλο να παρέχουν ρευστότητα μέσω χρηματοοικονομικών προϊόντων και δανείων. Το α’ εξάμηνο οι εκταμιεύσεις δανείων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών ανήλθαν στα 20,1 δισ. ευρώ, παρά τα υψηλά επίπεδα των επιτοκίων αποπληρωμών. Το δανειακό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών στην Ελλάδα αυξήθηκε, με έμφαση στα επιχειρηματικά δάνεια, που αποτελούν τα τρία τέταρτα του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου και ανήλθαν στο τέλος του α΄ εξαμήνου στα 132 δις ευρώ, ανεβάζοντας μάλιστα τον στόχο για την πιστωτική επέκταση μέχρι τα τέλη του έτους. Η επίπτωση αναμένεται λοιπόν να είναι μετρήσιμη, αλλά όχι δραματική, αφού οι τράπεζες φαίνεται να προσαρμόζονται, αντλώντας έσοδα από άλλες πηγές. Πιθανότατα μάλιστα οι απώλειες του μεριδίου των χρεώσεων λιανικής στον τραπεζικό τζίρο να κυμανθούν σε χαμηλά επίπεδα, εάν συνυπολογίσει κανείς πόσα υποκαταστήματα και εργαζόμενοι αντικαταστάθηκαν με ATM.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις από τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα και τις βασικές κατηγορίες χρεώσεων και προμηθειών μείωσης των τραπεζικών εσόδων οι ετήσιες απώλειες εσόδων για το υπόλοιπο διάστημα του 2025 από προμήθειες λόγω της νέας πολιτικής φτάνουν τα 40 εκατ. ευρώ. Μόνο οι μηδενικές χρεώσεις ανάληψης αξιολογούνται σε απώλειες 20-25 εκατ. ευρώ. Όμως συμπεριλαμβάνοντας τόσο τις νέες μειώσεις χρεώσεων στα ΑΤΜ, όσο και προηγούμενων μέτρων για προμήθειες άλλων τραπεζικών υπηρεσιών, αναμένεται να φτάσουν συνολικά ετήσιες μειώσεις εσόδων το 2026 ύψους 150-200 εκατ. ευρώ στον τραπεζικό κλάδο. Η συνολική επίπτωση των νέων ρυθμίσεων στις τραπεζικές χρεώσεις αναμένεται να είναι ανθεκτική για τον τραπεζικό τομέα με τις εκτιμώμενες απώλειες να κυμαίνονται από 2-5% των εσόδων από προμήθειες. Η κερδοφορία των τραπεζών σίγουρα δεν πλήττεται, καθώς διαθέτουν άλλα ισχυρά έσοδα, όπως τα μεγάλα επιτοκιακά περιθώρια καταθέσεων και χορηγήσεων, τα στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια, τα πολύ υψηλά επιτόκια των πιστωτικών καρτών, τα προϊόντα επενδύσεων και υποχρεωτικής ασφάλισης, που ήδη χρησιμοποιούνται ως στρατηγικές προσαρμογής.
Το σημαντικότερο είναι πως όλοι οι συναλλασσόμενοι, ιδιώτες και επιχειρήσεις, κερδίζουν κυρίως από την άμεση μείωση του κόστους και την ευκολότερη πρόσβαση σε μετρητά και βασικές τραπεζικές υπηρεσίες. Το οικονομικό όφελος προέρχεται από τις μικρές, επαναλαμβανόμενες χρεώσεις που συχνά περνούσαν απαρατήρητες και πλέον μηδενίζονται ή περιορίζονται σημαντικά. Αυτό βοηθά κυρίως όσους κάνουν συχνές συναλλαγές μικρού ποσού, που μέχρι τώρα υπήρχαν χρεώσεις 0,20-0,40 ευρώ ανά έλεγχο υπολοίπου σε ΑΤΜ άλλης τράπεζας και για εμβάσματα με χρεώσεις που έφταναν τα 3 ευρώ. Μεγάλο είναι επίσης το όφελος από τα τραπεζικά έξοδα για μόνιμους κατοίκους και επισκέπτες σε χωριά, νησιά και απομακρυσμένες περιοχές. Η γνώση του κόστους χωρίς διαφοροποιήσεις ανά τράπεζα επιτρέπει στον καταναλωτή να ξέρει εκ των προτέρων ότι η συναλλαγή δεν θα κοστίσει πάνω από το συγκεκριμένο πλαφόν. Το έμμεσο κοινωνικό όφελος είναι η ενίσχυση της ένταξης σε περιοχές με περιορισμένη τραπεζική κάλυψη και η ευκολότερη πρόσβαση σε τραπεζικές υπηρεσίες για άτομα με χαμηλά εισοδήματα. Η διαφάνεια ανέδειξε τα «κρυφά έξοδα» των τραπεζικών χρεώσεων και η νομοθετική παρέμβαση εξοικονόμησε τουλάχιστον 150 ευρώ τον χρόνο στο μέσο πελάτη των ελληνικών τραπεζών».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ
www.ertnews.gr
Ακολουθήστε το myvolos.net στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
