Έχει ενδιαφέρον να διατρέξει κανείς την εξέλιξη του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης(ΤΑ), στα 200 χρόνια του νεοελληνικού κράτους, από τις δημογεροντίες της 1ης 10ετίας (1822 – 1833), την καθιέρωση στη συνέχεια από τη βαυαρική βασιλεία, των Δήμων, των επαρχιών και των Νομαρχιών, τον κατακερματισμό της ΤΑ σε πάνω από έξι χιλιάδες(6000) Δήμους και κοινότητες από τον Βενιζέλο (1912), μέχρι τις σημερινές δεκατρείς(13) αιρετές Περιφέρειες και τους τριακόσιους πενήντα δύο(352) μεγάλους Δήμους με τις μεταρρυθμίσεις του “Καποδίστρια”(1997) και του “Καλλικράτη” (2010).
Ήταν και είναι μια διαρκής διαπάλη ανάμεσα στις τοπικές κοινωνίες, που διεκδικούσαν αρμοδιότητες και πόρους για τη διαχείριση των τοπικών υποθέσεων, δηλαδή για τα καθημερινά θέματα λειτουργίας μιας πόλης και την κεντρική κυβέρνηση που αντιστέκεται και επιμένει επί 10ετές σ’ ένα συγκεντρωτικό (τώρα επιτελικό !) μοντέλο κράτους, για προφανείς λόγους πολιτικής χειραγώγησης με τα γνωστά “κατόπιν ενεργειών μου” του ενός και του άλλου “μαυρογιαλούρου” κομματάρχη.
Η τραυματική εμπειρία του εμφυλίου, μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, θα ενισχύσει τον ασφυκτικό έλεγχο στις τοπικές κοινωνίες για να συνεχίσει η χούντα με την ολική κατάργηση των εκλογών και το διορισμό Δημάρχων και Κοινοταρχών σε μια Αυτοδιοίκηση υποχείριο, κατακερματισμένη, αποδυναμωμένη, με ελάχιστες αρμοδιότητες και πόρους.
Η Αυτοδιοίκηση με τις αρμοδιότητες και τους πόρους που γνωρίζουμε σήμερα οφείλεται σε προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που γίνονται μετά το 1981. Έτσι το 1982 (Α. Παπανδρέου), με υπουργό το Γ. Γεννηματά, γίνεται η πρώτη αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και πόρων καθώς και η επαναφορά των Νομαρχιακών Συμβουλίων του Χ. Τρικούπη, με μέλη εκπροσώπους συλλογικών οργανώσεων (επιμελητήρια, συνεταιρισμοί, σύλλογοι κλπ).
Το 1994 (Α. Παπανδρέου) εισάγεται ο θεσμός του αιρετού Νομάρχη και των Νομαρχιακών Συμβουλίων, το 1997 (Κ. Σημίτης) έχουμε τους “καποδιστριακούς” Δήμους και στη συνέχεια το 2010 (Γ. Παπανδρέου) τους καλλικρατικούς” Δήμους και τις αιρετές Περιφέρειες.
Είναι εκπληκτικό ότι καμία από τις μεταρρυθμίσεις αυτές δεν ψήφισε στη Βουλή η κεντροδεξιά παράταξη, δέσμια ίσως της παραδοσιακής αντίληψης του πιο συγκεντρωτικού κράτους που υπηρέτηση για πολλές 10ετίες.
Η ενδυνάμωση, όμως, της Αυτοδιοίκησης με αρμοδιότητες και πόρους δημιούργησε νέο ενδιαφέρον στον κομματικό ανταγωνισμό, που μεταφέρθηκε κυρίως στις περιφέρειες που ανέλαβαν και τη διαχείριση των χρημάτων από τα Ευρωπαϊκά Προγράμματα.
Μαζί όμως με το θεμιτό ανταγωνισμό μεταφέρθηκαν κι όλες οι παθογένειες της κεντρικής πολιτικής σκηνής, που είναι οι πελατειακές σχέσεις, ο κομματισμός, η διαπλοκή ή αλληλεξάρτηση Δήμων με τις Περιφέρειες και την κυβέρνηση. Έτσι, αυτοί που αρνήθηκαν τις μεταρρυθμίσεις, επανήλθαν δριμύτεροι και το μόνο που κατάργησαν ήταν ο περιορισμός των δύο (2) θητειών του Νομάρχη και στη συνέχεια του Περιφερειάρχη.
Οι λόγοι είναι προφανείς. Μετά από μια 8ετή θητεία, τίποτα καινούργιο δεν έχει να προσφέρει ένας Περιφερειάρχης από το να “συμμετέχει” στον κομματικό ανταγωνισμό της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Η πρόσφατη δημόσια επίπληξη, από τον τοπικό Περιφερειάρχη, κατά δημοσιογράφου σε ενοχλητική ερώτηση του τελευταίου, “να ρωτήσεις το Διευθυντή σου πώς εξασφαλίζει διαφημίσεις το κανάλι που εργάζεσαι”, ή όσα γράφτηκαν σε τοπικά μέσα για τη στάση Δημάρχων της περιοχής στις πρόσφατες βουλευτικές, αποτυπώνουν γλαφυρά την καθεστωτική αντίληψη που “κτίζεται” στις Περιφέρειες της χώρας.
Έτσι, ο απερχόμενος “θεσσαλάρχης”, αφού έπαιξε το παιχνίδι του “κομματάρχη” στις βουλευτικές, τώρα με το μανδύα του “υπερκομματικού”, διεκδικεί 4η θητεία για να “κατακτήσει” τον τίτλο του “επαγγελματία” Περιφερειάρχη. Η ανύπαρκτη, βέβαια, για δέκα τρία (13) χρόνια αντιπολίτευσή του, συζητάει ακόμη αν θα στηρίξει ή όχι μια ανεξάρτητη υποψηφιότητα, του διακεκριμένου Δ. Κουρέτα ή αν θα συνεχίσει τις κομματικές καταγραφές. Το ίδιο ισχύει κατά μείζονα λόγο με το καθεστώς Μπέου και την ανεξάρτητη υποψηφιότητα του δικηγόρου Νίκου Παπαπέτρου.
Δυστυχώς, η εύρυθμη λειτουργία των αυτοδιοικητικών θεσμών και τελικά της ίδιας της Δημοκρατίας μας δεν είναι δεδομένη και ποτέ δεν πρέπει να εφησυχάζουμε. Μπορεί τα κόμματα, για δικούς τους θεμιτούς λόγους, να μην ενδιαφέρονται ή να βολεύονται από τις παθογένειες που δημιουργούνται, οι πολίτες όμως πρέπει να είναι πάντα σε εγρήγορση, θεματοφύλακες των θεσμών, όπως επιτάσσει το σύνταγμα και η δημοκρατική τους συνείδηση.
Ηλίας Ξηρακιάς