Του Ηλία Β Ξηρακιά, π. Αντιδημάρχου Βόλου
Άνοιξε τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή το νομοσχέδιο «Κλεισθένης» του Υπουργείου Εσωτερικών, ένας ζωντανός διάλογος για την καθιέρωση της απλής αναλογική στην εκλογή των οργάνων της Αυτοδιοίκησης.
Πρωτοστατούν βέβαια στην απόρριψη της απλής αναλογικής, με δηλώσεις τους, οι Δήμαρχοι κι Περιφερειάρχες. Είναι αλήθεια ότι οι μόνοι που «βολεύονται» με το σημερινό σύστημα, το οποίο επανειλημμένα έχει καταγγελθεί, ενδεχομένως και από τους ίδιους, ως σύστημα άκρως συγκεντρωτικό και Δημαρχοκεντρικό, που δεν ευνοεί το διάλογο και τη συνεργασία στη διαχείριση των προβλημάτων στις τοπικές κοινωνίες. Η περίπτωση του Βόλου είναι χαρακτηριστική περίπτωση αφού ο δημοκρατικός διάλογος έχει «εκτοπισθεί» από την πόλη μας, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με βάση το εκλογικό σύστημα και το χαρακτήρα του Δημάρχου. Όλες οι απόψεις είναι σεβαστές αλλά δεν είναι δυνατό να υποστηρίζεται σοβαρά, από κάποιους, ότι η απλή αναλογική είναι ένα καλό σύστημα, για την εκλογή των βουλευτών, ενώ είναι κακό για τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Περιφέρεια;
Πολλοί έχουν υπογραμμίσει ότι ο ρόλος του Δημάρχου είναι ένας ρόλος δύσκολος γιατί εκτός από γνώσεις απαιτείται να διαθέτει βαθειά δημοκρατική συγκρότηση και κυρίως στέρεη παιδεία διαλόγου. Γιατί ένας Δήμαρχος, με το Δημοτικό του Συμβούλιο, διαχειρίζονται τις τοπικές υποθέσεις μιας πόλης και συνεπώς την καθημερινότητα των συνδημοτών τους. Οι αποφάσεις τους επηρεάζουν άμεσα τους πολίτες, οι όποιοι πρέπει να πείθονται ότι κάθε απόφαση είναι για το κοινό καλό και το δημόσιο συμφέρον, που πολλές φορές έρχεται σε αντίθεση με τα ιδιωτικά ή συντεχνιακά συμφέροντα. Η Δημοτική Αρχή δεν είναι μια απρόσωπη και απόμακρη εξουσία, αλλά αποτελείται από ανθρώπους που ζουν και κινούνται ανάμεσα στους συνδημότες τους. Είναι οι άνθρωποι «της διπλανής πόρτας» που διαχειρίζονται το περιβάλλον, τον καθαριότητα, τη διαχείριση των απορριμμάτων, του νερού και την ποιότητα ζωής σε μια πόλη. Είναι η πιο κοντινή εξουσία στον πολίτη και γι’ αυτό ο διάλογος με τη Δημοτική Αρχή είναι και πρέπει είναι συνεχής, απαιτητικός και πολλές φορές εξαντλητικός.
Η λαϊκή ρήση «τα παράπονα στον Δήμαρχο» επιβεβαιώνει αυτή τη διαρκή αναγκαιότητα, να μπορεί ο κάθε πολίτης να πει το πρόβλημά του στον πιο οικείο σ’ αυτόν θεσμό, που είναι η Δημοτική Αρχή. Όταν μάλιστα πρόκειται για πόλεις όπου δραστηριοποιούνται επαγγελματικές οργανώσεις, επιμελητήρια, επιστημονικοί φορείς, αθλητικά σωματεία, πολιτιστικοί σύλλογοι, εθελοντικές οργανώσεις και κινήσεις πολιτών, η Δημοτική Αρχή, που είναι το κορυφαίο πολιτικό αντιπροσωπευτικό όργανο της πόλης, έχει υποχρέωση να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες διαβούλευσης και να συντονίζει το δημόσιο διάλογο, κινητοποιώντας όλους τους πολίτες για την ανάπτυξη της πόλης και την ευημερία των δημοτών. Η τοπική αυτοδιοίκηση είναι με άλλα λόγια Σχολείο Δημοκρατίας όπου οι πολίτες και οι συλλογικότητές τους ασκούνται στη άμεση και αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Γι’ αυτό δεν μπορεί ο καθένας να ασκήσει με επιτυχία το ρόλο του Δημάρχου.
Το πρόβλημα στην Αυτοδιοίκηση, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι η απλή αναλογική που είναι το ιδανικό σύστημα που ταιριάζει στην εκλογή των αντιπροσώπων της τοπικής κοινωνίας. Είναι η μεταφορά του συνόλου των τοπικών αρμοδιοτήτων και των απαιτούμενων πόρων, ώστε να καταστεί πραγματική τοπική εξουσία για τη διαχείριση των τοπικών υποθέσεων, με δικλείδες ασφαλείας για να μην έχουμε «φαινόμενα ΕΡΓΗΛ». Γιατί στις σύγχρονες πόλεις ο διάλογος, η αναλογική εκπροσώπηση και τα τοπικά δημοψηφίσματα, για μείζονα θέματα, είναι απολύτως απαραίτητα για την εύρυθμη λειτουργία τους, στην αντιμετώπιση των σύνθετών προβλημάτων τους.
Όλες οι απόψεις είναι σεβαστές αλλά δεν είναι δυνατό να υποστηρίζεται σοβαρά, από κάποιους, ότι η απλή αναλογική είναι ένα καλό σύστημα, για την εκλογή των βουλευτών, ενώ είναι κακό για τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Περιφέρεια.