Του Γιάννη Γερόπουλου,
μέλους της Επιτροπής Αγώνα Πολιτών κατά της καύσης σκουπιδιών
Εδώ και δεκαετίες το γνωστό σλόγκαν κυκλοφορεί στον τόπο μας: «ο τουρισμός είναι η μόνη βιομηχανία που απέμεινε στη Μαγνησία». Μετά την ιστορική αποβιομηχάνιση του Βόλου -κλείσιμο Βαμβακουργίας, Οινοπνευματικής κλπ.- μια γενιά ολόκληρη σε αυτή την πόλη γαλουχήθηκε με το σλόγκαν αυτό. Και όχι αδίκως! Μία περιοχή που διαθέτει εξαιρετικό περιβάλλον, ένα μοναδικό συνδυασμό βουνού και θάλασσας, είναι αναμενόμενο να στηρίζει τις ελπίδες της σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον. Η φύση προίκισε αυτόν τον τόπο χωρίς καμία φειδώ. Το μυθικό Πήλιο, ο ονειρεμένος Παγασητικός, οι παραδεισένιες Σποράδες, οι μαγικές παραλίες, ο ιστορικός και ο πολιτιστικός πλούτος, τα ντόπια προϊόντα και η γαστρονομία, το ήπιο και υγιεινό κλίμα στη διάρκεια του χρόνου, όλα αυτά προσφέρουν την ιδανική βάση για έναν τουρισμό ανώτερης ποιότητας, που πάντα είχε, και εξακολουθεί να έχει, κεντρική σημασία για την οικονομία και την προοπτική του τόπου και των ανθρώπων του.
Πρόσφατα η Υφ. Εσωτερικών κ. Χρυσοβελώνη, μιλώντας στην εκδήλωση κοπής πίτας της Ένωσης Ξενοδόχων Μαγνησίας, έκανε λόγο για την αύξηση του τουριστικού ρεύματος στη Μαγνησία την τελευταία τριετία. Σύμφωνα, μάλιστα, με τα επικαιροποιημένα στοιχεία του Υπ. Τουρισμού, αυτή η προοπτική φαίνεται στην ανάπτυξη του τουριστικού τομέα σε όλα τα επίπεδα, από τον συνεδριακό τουρισμό και τα τσιπουράδικα του Βόλου μέχρι τα καταλύματα σε όλη τη Μαγνησία, που αγγίζουν την πληρότητα σε όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Την Τετάρτη 6/2/19 στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων της επιδημιολογικής μελέτης, οι πολίτες του Βόλου ήμασταν εκεί. Το σεσημασμένο θανατηφόρο κοκτέιλ των σύγχρονων ασθενειών που συνδέονται με τη ρύπανση, είναι ήδη παρόν και εδώ. Όλοι σχεδόν οι καρκίνοι σημαντικοί στη Μαγνησία, πανελλαδική πρωτιά στα τρία σημαντικότερα είδη (ήπατος, πεπτικού, οισοφάγου), πρωτιά επίσης στα εγκεφαλικά, και, το πλέον ανησυχητικό, υπάρχει αύξουσα τάση σε όλα! Εκτός αυτών όμως, μία απορία μας έμεινε αναπάντητη. Η σύγκριση της θνησιμότητας και της νοσηρότητας, έγιναν αναφορικά με το μέσο όρο για ολόκληρη την Ελλάδα. Από τα στατιστικά της ΕΕ εδώ και δεκαετίες προκύπτει ότι στην Ελλάδα η δημόσια υγεία δεν θα έλεγες πως πάει καλά. Δεν είναι τυχαίο που στην Ελλάδα ο περισσότερος πληθυσμός ζει σε ρυπασμένες αστικές περιοχές. Αθροίζοντας Αθήνα και Θεσσαλονίκη μόνο έχουμε το μισό πληθυσμό της χώρας, χωρίς να λογαριάσουμε περιοχές όπως Πτολεμαΐδα και Μεγαλόπολη όπου ο καρκίνος
είναι στο κόκκινο για τους γνωστούς λόγους που σχετίζονται, βεβαίως βεβαίως και ουδόλως τυχαίως, με τη βιομηχανική ρύπανση. Γιατί λοιπόν η Μαγνησία να μην συγκριθεί με περιοχές που έχουν ανάλογο χαρακτήρα; Τα στοιχεία που επέλεξαν οι μελετητές από την ΕΛΣΤΑΤ υπάρχουν διαθέσιμα για όλη τη χώρα και θα έπρεπε να συγκριθούμε με άλλες τουριστικές περιοχές. Γιατί να συγκριθούμε με τον μέσο όρο; Αυτή η σύγκριση που έγινε αδικεί τη Μαγνησία! Προκύπτει λοιπόν η εύλογη υπόθεση ότι, με μία τέτοια πιο περιγραφική σύγκριση, τα στοιχεία θα πρέπει δυστυχώς στην πραγματικότητα να είναι ακόμη πιο ανησυχητικά!
Η ρύπανση από την καύση σκουπιδιών είναι η πιο επικίνδυνη και ύπουλη ρύπανση που μπορεί να συμβεί σε έναν τόπο. Αυτό προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία, που και ο Ιατρικός Σύλλογος έδωσε στη δημοσιότητα. Τα βαρέα μέταλλα και κυρίως οι διοξίνες και τα φουράνια είναι ουσίες αόρατες, άοσμες, άγευστες και ταυτόχρονα οι πλέον καρκινογόνες στον πλανήτη. Όταν λοιπόν μετά από χρόνια συσσωρευθούν στο περιβάλλον της Μαγνησίας, τι θα γίνει με τον τουρισμό μας; Ποιος θα θέλει να έλθει στη Μαγνησία; Σε έναν τόπο που έχει το στίγμα της ρύπανσης, ποιος θα θέλει να ταξιδέψει για αναψυχή; Ποιος θα θέλει να φάει τα προϊόντα της γης; Ποιος θα θέλει να αναπνεύσει τον αέρα; Τι θα γίνει λοιπόν τότε με την τελευταία βιομηχανία που απέμεινε στη Μαγνησία;
Πόσο θα αντέξει η τοπική οικονομία; Και μάλιστα σε ένα γενικότερο οικονομικό περιβάλλον που δεν είναι καθόλου ευνοϊκό; Πόσο θα αντέξει ο τουρισμός, η τελευταία «βιομηχανία» της Μαγνησίας; Μία τσιμεντοβιομηχανία κυριολεκτικά μέσα στον αστικό ιστό απειλεί να δώσει στην τοπική οικονομία το τελευταίο χτύπημα, τη χαριστική βολή. Με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος οι οικονομικές επιπτώσεις στην τοπική κοινωνία λόγω της ρύπανσης από το εργοστάσιο εκτιμήθηκαν για τα έτη 2008-12 σε 75 εκατ. ευρώ το χρόνο, με κριτήρια την υγεία, υποβάθμιση ακινήτων, περιβάλλοντος κλπ., ενώ μελέτη του Α.Π.Θ. του 2008 για την ατμοσφαιρική ρύπανση στην πόλη του Βόλου έδειξε ως τη δεύτερη αιτία της επιβάρυνσης το εργοστάσιο της ΑΓΕΤ. Τα ρητορικά επιχειρήματα για δήθεν συμβολή στην τοπική οικονομία καταρρέουν σαν χάρτινος πύργος. Η ζημία που προκαλεί αυτή η βιομηχανία είναι πολύ μεγαλύτερη από το μικρό όφελος στην τοπική αγορά και απασχόληση. Και η ζημία που θα προκύψει στο μέλλον κινδυνεύει να είναι ακόμη μεγαλύτερη!
Ο Βόλος βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή στην ιστορία του. Για μερικά μεροκάματα της πείνας και του τρόμου, κινδυνεύει να υπονομεύσει το μέλλον του. Πόσο τυχαίο μπορεί να είναι το γεγονός ότι στο γενικό πολεοδομικό σχέδιο είχε προβλεφθεί και προταθεί οι εγκαταστάσεις της τσιμεντοβιομηχανίας να αντικατασταθούν με τουριστικές υποδομές; Πότε αυτή η πόλη θα αποφασίσει τι θέλει; Πότε θα συνειδητοποιήσει η τοπική κοινωνία ποιο είναι το «δυνατό χαρτί» με το οποίο μπορεί να επιβιώσει οικονομικά, και μπορεί να διατηρήσει τον χαρακτήρα της και την ταυτότητά της, και μπορεί να διεκδικήσει ένα μέλλον για τα παιδιά της;