Του ΡΙΖΟΠΟΥΛΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ,
μέλους της Τ.Ε. Μαγνησίας του ΚΚΕ, Δημοτικού Συμβούλου Βόλου
Οι πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες στο Αλμυρό και στην Αγχίαλο έρχονται να προστεθούν στις αμέτρητες ζημιές στη Ζαγορά – Μούρεσι, στη Σκιάθο και στη Σκόπελο κ.α., που προκαλούνται από τα έντονα καιρικά φαινόμενα. Είναι αδιανόητο να χάνονται ζωές, να πνίγονται στις λάσπες τα λαϊκά σπίτια, να γίνονται ποτάμια οι δρόμοι και να γκρεμίζονται γέφυρες σαν τραπουλόχαρτα, να κινδυνεύει κάθε περιοχή, όπως πρόσφατα και η περιοχή της Καρδίτσας. Αυτές οι ανυπολόγιστες καταστροφές είναι αποτέλεσμα της χρόνιας εγκατάλειψης και της έλλειψης των αναγκαίων αντιπλημμυρικών έργων.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι φέτος για αντιπλημμυρικά στη Μαγνησία δόθηκαν αρχικά μόνο 900.000€, ενώ πρόσφατα υπογράφθηκε ακόμη μια σύμβαση 1 εκ. €, σε μια περιοχή με 8.000 χιλιάδες χιλιόμετρα υδατορέματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα προηγούμενα χρόνια η μειωμένη χρηματοδότηση για αντιπλημμυρικά έργα είχε ως αποτέλεσμα να συσσωρεύονται χρόνια προβλήματα. Τα όποια έργα έχουν γίνει, αφορούν, κυρίως, τον καθαρισμό λίγων εκατοντάδων μέτρων φερτών υλικών στις απολήξεις των ρεμάτων, με αποσπασματικό σχεδιασμό στη αντιμετώπιση πλημμυρικών φαινομένων. Δεν υπάρχουν ολοκληρωμένες μελέτες και έργα προστασίας, δεν έχουν παρθεί υπόψη επιστημονικές μελέτες μέτρησης της έκτασης των λεκανών απορροής και του όγκου νερού που μπορεί να δεχτεί κάθε ρέμα, δεν έχει γίνει έλεγχος της στατικότητας και του ύψους γεφυρών, που έχουν κατασκευαστεί πριν από δεκαετίες. Συνεπώς δεν μπορεί να πείσει κανέναν η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης περί «ακραίων φαινομένων» και «ατομικής ευθύνης», ότι, δηλαδή, δήθεν «μας φταίει ο κακός μας ο καιρός».
Ο Δήμος Βόλου αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας ακόμη ανοχύρωτης πολιτείας. Ο χείμαρρος Καλιακούδα – Ξηριάς αποτελεί τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο πλημμυρών(!) για το πολεοδομικό συγκρότημα του Βόλου, και πιο συγκεκριμένα για τις δυτικές συνοικίες, επειδή συγκεντρώνει νερά από πολύ μεγάλη λεκάνη απορροής. Ο Βόλος έχει μνήμες από την καταστροφική επέλαση των χειμάρρων που τον διαρρέουν. Έχει υποστεί καταστροφικές πλημμύρες στο παρελθόν. Τα όποια έργα αντιπλημμυρικής προστασίας έχουν κατασκευαστεί δεν έχουν δοκιμαστεί και, ταυτόχρονα, προκαλούν ανησυχία επιστημονικές μελέτες, που έχουν γίνει στην πόλη μας, από ειδικούς επιστήμονες και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, που παραμένουν στα συρτάρια.
Στη μεγάλη πλημμύρα τον Οκτώβριο του 2006, που έπνιξε τον Βόλο, το ύψος βροχής μέσα σε 14 ώρες, ήταν 232 χιλιοστά, ενώ στην Πορταριά έφτασε τα 305 χιλ. Οι καταστροφές από τις πλημμύρες ήταν ανυπολόγιστες! Το εφιαλτικό σκηνικό επαναλήφθηκε τον Δεκέμβρη του 2009, αφήνοντας πίσω του, εκτός από τις καταστροφές και 3 νεκρούς. Το 2009 το ύψος της βροχής έφτασε στον Βόλο τα 126 χιλ., ενώ η Μακρινίτσα, από τότε, κατέχει το ιστορικό πανελλαδικό ρεκόρ βροχόπτωσης που άγγιξε τα 417 χιλ. Η Αγριά είχε μετατραπεί σε «Βενετία». Στις τελευταίες πλημμύρες στην Καρδίτσα, το ύψος βροχής ήταν 188χιλ., στο Μουζάκι 158 χιλ. και στο Περτούλι 317 χιλ.
Οι παραπάνω αριθμοί αποδεικνύουν ότι από τα έντονα καιρικά φαινόμενα, περιοδικά, απειλούνται πολλές περιοχές, ενώ ο Βόλος και η Μαγνησία είναι σ’ αυτές, που έχουν ήδη πληγεί και που, ενδεχομένως, θα αντιμετωπίσουν ξανά πολύ σοβαρά προβλήματα. Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή απειλεί με πιο συχνές «θεομηνίες». Αυτό που στην πραγματικότητα έχουμε να αντιμετωπίσουμε, δεν είναι η επιδείνωση των καιρικών συνθηκών, αλλά οι συνέπειες της ακραίας αντιλαϊκής, αντεργατικής πολιτικής που εκφράζεται όλα αυτά τα χρόνια στην υποστελέχωση, στην υποχρηματοδότηση και στην έλλειψη των απαραίτητων υποδομών προστασίας στη χώρα μας.
Γενικότερα, ο μη ολοκληρωμένος σχεδιασμός, ο μη επαρκής καθαρισμός, όπως και στην πόλη του Βόλου, ακυρώνει τα όποια αντιπλημμυρικά έργα έχουν γίνει. Για παράδειγμα υπάρχουν γέφυρες στους χειμάρρους που μπορεί να δημιουργήσουν «έμφραγμα» στη ροή, με πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα την γέφυρα του ΟΣΕ στον Κραυσίδωνα. Δεν είναι η μόνη. Παρόμοια κατάσταση επικρατεί σε πολλές υποδομές σε πολλά σημεία του πολεοδομικού συγκροτήματος στους χειμάρρους που διαπερνούν την πόλη και τις τοπικές κοινότητες.
Οι επισημάνσεις αυτές είναι γνωστές εδώ και πολλά χρόνια. Η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, όσο και αυτής της προηγούμενης, του ΣΥΡΙΖΑ, αποδείχτηκαν επικίνδυνα εχθρικές για τη ζωή και τα συμφέροντα του λαού μας. Οι καταστροφές, τα ανθρώπινα θύματα, είναι αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου ανάπτυξης, που εκμεταλλεύεται τα πάντα, από τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, μέχρι το περιβάλλον, για την αποκομιδή του μέγιστου κέρδους. Εξίσου επικίνδυνη αποδεικνύεται και η πολιτική της Περιφέρειας Θεσσαλίας και των δήμων της περιοχής. Οι πιστώσεις που δίνονται για αντιπλημμυρικά έργα και γενικότερα για έργα πολιτικής προστασίας είναι «ψίχουλα» μπροστά σ’ αυτά που «δωρίζονται» σε επιχειρηματικούς ομίλους ή διοχετεύονται σε έργα για την εξυπηρέτηση των οικονομικών δραστηριοτήτων τους, για την ανάκαμψη και την κερδοφορία τους.
Είναι εύκολο, σήμερα, η Περιφέρεια Θεσσαλίας, να αποποιείται τις ευθύνες της για τις καταστροφές στη Θεσσαλία, επικαλούμενη το γεγονός ότι το κράτος δεν ανταποκρίνεται, δήθεν στο αίτημά τους για περισσότερα χρήματα, από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων (δηλώσεις Κολυνδρίνη στα ΜΜΕ) για την αντιπλημμυρική προστασία. Ο δήθεν «διεκδικητικός» τους λόγος, δεν μπορεί να αποκρύψει ότι συμφωνούν μ’ αυτήν την πολιτική και την κυβέρνηση, που τους στήριξε και την στηρίζουν. Η όποια δικαιολογία αποτελεί επιχείρηση αποπροσανατολισμού και αποποίησης πολιτικών ευθυνών.
Το ίδιο και η δημοτική αρχή Βόλου, που «σφυρίζει αδιάφορα», με μια γραφειοκρατική – συστημική στάση, για την οποιαδήποτε καταστροφή, αποποιούμενη τις ευθύνες της, επειδή, δήθεν, δεν είναι στην αρμοδιότητά της! Εξάλλου, είναι εμφανής η προσήλωσή της σε έργα βιτρίνας για την στήριξη των επιχειρηματικών συμφερόντων στην πόλη και όχι για την διασφάλιση των αναγκαίων υποδομών για την προστασία των κατοίκων. Ακόμη και με μια, μικρής χρονικής διάρκειας, έντονη βροχόπτωση, το ανεπαρκές σύστημα όμβριων υδάτων και η χρόνια εγκατάλειψη του, έχει επακόλουθο οι δρόμοι του Βόλου να μετατρέπονται σε χείμαρρους δυσχεραίνοντας τη μετακίνηση των κατοίκων, πλημμυρίζοντας περιοχές, στο κέντρο της πόλης του Βόλου, στην Αγριά, στην Αγχίαλο, κ.ά., λίγα μέτρα πριν από το θαλάσσιο μέτωπο.
Η ΛΑΪΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ και η Τ.Ε. Μαγνησίας του ΚΚΕ καλεί τον εργαζόμενο λαό να αγωνιστεί και να διεκδικήσει έργα και υποδομές που θα εξυπηρετούν τις ανάγκες του και θα προστατεύουν τη ζωή του. Ακραία δεν είναι τα φυσικά φαινόμενα που βιώνουμε πλέον όλο και πιο συχνά. Ακραίες είναι οι αιτίες που αφήνουν απροστάτευτη τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων. Ακραία είναι η στρατηγική του αστικού κράτους και των κυβερνήσεών του που υπηρετούν τα συμφέροντα των λίγων και αφήνουν ανυπεράσπιστη τη ζωή και την περιουσία της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας.
Σήμερα χρειάζεται άμεσα να παρθούν επείγοντα μέτρα για την ανακούφιση των πληγέντων, να εξασφαλιστούν τα αναγκαία κονδύλια και να προχωρήσει άμεσα η αποζημίωση όσων επλήγησαν, στο 100% της ζημιάς. Ταυτόχρονα, πρέπει να προχωρήσει ο σχεδιασμός για την υλοποίηση αναγκαίων αντιπλημμυρικών υποδομών και της συντήρησης των υπαρχόντων.
Οι εργάτες, οι αγρότες, οι αυτοαπασχολούμενοι, τα λαϊκά στρώματα, όλοι μαζί, πρέπει να αναπτύξουν την αναγκαία πάλη για διεκδίκηση της αντιμετώπισης των επιπτώσεων από φυσικές καταστροφές, για διεκδίκηση αποκαταστάσεων, αποζημιώσεων κ.ά., για να είναι ο αγώνας τους ολοκληρωμένος και αποτελεσματικός για το μέλλον, πρέπει να στρέψουν την οργή και την αγανάκτησή τους προς τις πραγματικές αιτίες που καταστρέφουν τη ζωή τους. Να δυναμώσει ο αγώνας για έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό της οικονομίας
Η υλοποίηση των σημερινών επιστημονικών και τεχνολογικών δυνατοτήτων, για την πρόληψη και την προστασία από φυσικές καταστροφές, μπορεί να διασφαλιστεί ουσιαστικά στο πλαίσιο μιας ανώτερης οργάνωσης της κοινωνίας, όπου σκοπός της ανάπτυξης θα είναι η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι το καπιταλιστικό κέρδος, υλοποιώντας έργα που θα καλύπτουν το σύνολο των κοινωνικών αναγκών, τις ασφαλείς και ποιοτικές υποδομές κατοικίας, εργασίας, άθλησης, διασκέδασης, μεταφοράς, με προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές.