Γράφει ο Βασίλειος Μαμούρας
Πολιτικός Μηχανικός
Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Αλμυρού
Όπως όλοι έχουν πληροφορηθεί, αναρτήθηκαν οι δασικοί χάρτες (στην ουσία το υπόβαθρο των χαρτών 2007-2009, όπου στην μια έκδοση φαίνονται οι δασικές εκτάσεις όπως ήταν το 1945 και στην άλλη όπως είναι σήμερα. Καλούνται, πλέον, οι θιγόμενοι πολίτες να κάνουν ενστάσεις – και μάλιστα πολύ ακριβές – για να αποδείξουν τον μη δασικό χαρακτήρα των ιδιοκτησιών τους.
Κατ’ αρχήν, όπως καταλαβαίνουμε όλοι (και όπως εύστοχα επισημάνθηκε στην σχετική εκδήλωση του Δήμου Αλμυρού, την περασμένη Κυριακή), αυτό είναι μια μεγάλη αντίφαση.
Ποιος χάρτης, τελικά, ισχύει; Αυτός με τις Α/Φ του 1945 που δείχνει πάρα πολλές ιδιοκτησίες πολιτών ως δάση ή αυτός του 2007-2009 (στο εξής θα αναφέρεται ως χάρτης 2007, για λόγους ευκολίας) που αποτυπώνει τη σημερινή πραγματικότητα;
Αν είναι ο πρώτος, τότε έχει νόημα η ένσταση. Αν είναι ο δεύτερος (νομικά είναι καλύτερα αυτός του 1979, αν έχω καταλάβει σωστά), δεν χρειάζονται πολλά πράγματα, οφείλει η πολιτεία να αποδεχτεί την πραγματικότητα και να εξετάσει μόνο τις ειδικές περιπτώσεις (οι νομικοί και η υπηρεσίες τις γνωρίζουν και μπορούν να τις επιλύσουν)
Επειδή, πιστεύω ότι, η πολιτεία θα λειτουργήσει με υπόβαθρο τον χάρτη με τις Α/Φ του 1945, οφείλουν – δυστυχώς – οι πολίτες να περιφρουρήσουν τις περιουσίες τους, προβαίνοντας σε ενστάσεις και κρίνοντας οι ίδιοι πως θα κινηθούν, με τους μηχανικούς τους και τους δικηγόρους τους.
Ένα σοβαρό κράτος, βέβαια, λύνει μόνο του τα περισσότερα προβλήματα των πολιτών – αλλά τέτοια χώρα, τέτοια λόγια
Ύστερα από τα προηγούμενα, θα ήθελα να θέσω ένα σοβαρό θέμα, που αγγίζει την ίδια την νομιμοποιητική βάση της διαδικασίας του νόμου, το υπόβαθρο δηλαδή, που είναι οι Α/Φ του 1945.
Δεν μπορώ να εξετάσω το θέμα νομικά αφού δεν είμαι αρμόδιος.
Θα σταθώ μόνο στην λογική και στο ηθικό μέρος αυτής της παραδοχής, δηλαδή στο υπόβαθρο του 1945, γιατί οποιοσδήποτε νόμος και διαδικασία χωρίς λογική και ηθικό υπόβαθρο, είναι πάντα ένας κακός νόμος και μια απαράδεκτη διαδικασία.
α) Από το 1945 έως σήμερα, πέρασαν 72 χρόνια. Ζούσαν οι πατεράδες μας και οι παππούδες μας ακόμη. Σήμερα, ουσιαστικά, αυτοί έχουν φύγει και είμαστε η τρίτη γενιά.
* Πως μπορεί η πολιτεία να νομοθετεί και να αποφαίνεται για τον χαρακτήρα μιας έκτασης μετά από τρεις γενιές;
* Πως μπορεί να παραγράφει και να παραβλέπει όλες τις αλλαγές που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια – και μάλιστα χωρίς να έχει κουνήσει ούτε ένα δαχτυλάκι μέχρι τώρα, αν ήθελε πράγματι να εμποδίσει κάτι;
β) Μπορεί – και δικαιούται – η πολιτεία να αγνοεί όλες τις μεταβολές, τις μεταβιβάσεις, τις δικαιοπραξίες πάνω στα κτήματα αυτά, έτσι αυθαίρετα – και ενώ έγιναν με γνώση της και με τους νόμους της;
γ) Δικαιούται η πολιτεία (και η κυβέρνηση), να κλείνει τα μάτια στην παραγωγή γεωργικού πλούτου για τους πολίτες και την χώρα από τις εκτάσεις αυτές ή να «ξεχνά» την φορολογία που επέβαλε σε προϊόντα και εκτάσεις όλα αυτά τα 72 χρόνια;
δ) Θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα η πολιτεία (και η κυβέρνηση), να επιβάλλει σε γεωργικά κτήματα δηλωμένα στο Ε9, ΕΝΦΙΑ και άλλους φόρους – και να έρχεται σήμερα να τα δημεύει ως κρατικά «δάση»; (Δεν χρειάζεται και πολύ εξυπνάδα να αντιληφθεί κανείς σε τι χαρτοφυλάκια θα καταλήξουν, όσα δεν ακριβοπληρωθούν από τους κατόχους τους – τάχα μου ως ρευστοποίηση ακίνητης δημόσιας περιουσίας, για το χρέος!)
ε) Πως ανέχονταν η πολιτεία να δίνει επιδοτήσεις εθνικές και κοινοτικές στα γεωργικά κτήματα των πολιτών της και να «ανακαλύπτει», ξεδιάντροπα τώρα, ότι αυτά είχαν άλλον χαρακτήρα – άρα θα πρέπει να επιστραφούν οι επιδοτήσεις πίσω, και μάλιστα με πρόστιμο; Φαντάζομαι ότι δεν θα δικαιολογηθεί ότι δεν ήξερε, γιατί πάει πολύ να μας παρουσιαστεί και ως «μωρά παρθένος»
ζ) Οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι, μετά την κατοχή και τον εμφύλιο, γύρισαν στα χωριά τους και καλλιέργησαν τη γη. Φυσικό ήταν, όπου υπήρχε κατάλληλο έδαφος, να επεκταθούν ανάλογα και οι καλλιέργειες για να παραχθεί τροφή και πλούτος – τόσο αναγκαίος σήμερα, πόσο μάλλον τότε, μετά την πείνα της κατοχής και τον εμφύλιο.
Τότε που η πολιτεία είχε ανάγκη παραγωγής τροφίμων, δεν μίλαγε καθόλου, σήμερα όμως έρχεται και ζητά τα ρέστα, παίρνοντας τη γη απ’ αυτούς που πραγματικά την καλλιεργούν – και που παράγουν γεωργικό πλούτο. Πάντα η ιδιοκτησία ήταν στο στόχαστρο πολλών ιδεοληπτικών πολιτικών, αλλά αυτό παραγίνεται και αρχίζει να φαίνεται κάποια άλλη στρατηγική – ελπίζω, μόνο, να κάνω λάθος.
η) Εφαρμόζοντας προς τα πίσω την αρχή της αναλογικότητας, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος γιατί δεν πηγαίνουμε και πιο πίσω, να δούμε πως ήταν οι εκτάσεις το 1922, το 1897 – ή και το 1821!.
Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να ανακαλύψουμε ότι το δάσος «Κουρί» έφτανε ανατολικά μέχρι τη θάλασσα και δυτικά μέχρι το Νεοχωράκι και το Μπασίτι. Να τα κάνουμε, λοιπόν, όλα αυτά δάση και να τελειώνουμε με την γεωργική γη! (καθαρίζουμε, άλλωστε, και με την ενοχλητική έννοια της ιδιοκτησίας)
θ) Στα ορεινά χωριά της περιοχής, υπήρχαν πολλά χωράφια στο βουνό. Αν π.χ. στη Βρύναινα (τυχαία το αναφέρω) υπήρχε ένα χωράφι το 1945 και σήμερα είναι λίγο μεγαλύτερο γιατί επεκτάθηκε στην συνορεύουσα «λάκκα», πόσο μεγάλο έγκλημα έγινε; Δεν λέω ότι πρέπει να καταστραφεί το δάσος, αλλά το χωράφι υπάρχει, ας πούμε, και καλλιεργείται. Τσάϊ βάζει ο άνθρωπος να ζήσει την οικογένεια του, δεν είναι εγκληματίας ούτε καταπατητής που θέλει να χτίσει εξοχικό. Έπαθε τίποτε το βουνό που καλλιεργεί τσάϊ ή μήπως μίκρυνε η Ελλάδα; Άλλωστε, οξυγόνο παράγει και το τσάϊ, χώρια που δίνει και εισόδημα στον κάτοικο – δεν χρειάζεται πια να υπερασπιζόμαστε και τα αυτονόητα!
Με όλα τα προηγούμενα, θέλω να πω ότι δεν έχει νόημα και είναι άδικη η λογική της πολιτείας, αφού στην ουσία λέει «τα δικά μου δικά μου και τα δικά σας – ουσιαστικά – πάλι δικά μου».
Δεν προβαίνεις σε ανάρτηση χαρτών εν έτει 2017 με υπόβαθρο το 1945, αγνοώντας τις μεταβολές που έγιναν, τις δικαιοπραξίες, την παραγωγή – αλλά και τους φόρους που επέβαλες.
Οφείλεις να αναγνωρίσεις την πραγματικότητα και να αποδώσεις τον πραγματικό χαρακτήρα των εκτάσεων που προέκυψε σταδιακά τα προηγούμενα χρόνια. Αν δεν θέλεις με την σημερινή κατάσταση (ούτε κι εγώ μπορώ να την υποστηρίξω, χωρίς να κατηγορηθώ ότι ευνοώ καταπατητές σε μεγαλουπόλεις και παραλίες), διάλεξε την μορφή που είχαν το 1975 που, αν κατάλαβα καλά, υπάρχει επαρκές νομικό πλαίσιο και χάρτες της εποχής του 1979 – και πάντα για γεωργικές εκτάσεις.
Ό,τι διαμορφώθηκε μέχρι σήμερα, δεν έγινε μόνο του. Έγινε με την σύμπραξη (και όχι μόνο με την ανοχή) της πολιτείας – και δεν έχει δικαίωμα να «νίπτει τας χείρας της».
Αφήνοντας να καλλιεργούνται οι εκτάσεις, να πωλούνται και να αγοράζονται, να παράγουν γεωργικά προϊόντα επιδοτούμενες και φορολογούμενες, ουσιαστικά αναγνώρισε (η πολιτεία) τον γεωργικό χαρακτήρα των εκτάσεων αυτών – και δεν μπορεί σήμερα να κλείνει τα μάτια και να γυρίζει στο 1945.
Ας καταγράψει, η πολιτεία, και ας διατηρήσει τα δάση που υπάρχουν σήμερα (ή των χαρτών του 1979 – θεμιτό και λογικό) και ας αφήσει ήσυχους τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους (που παράγουν πρωτογενή πλούτο για τη χώρα) να καλλιεργούν τα κτήματα τους. Τα κληρονόμησαν, τα αγόρασαν και τα καλλιεργούν χρόνια τώρα – ας τους αφήσει στον κόπο τους και στην ησυχία τους. Έχουν βιοτικά προβλήματα να λύσουν, δεν χρειάζεται να κινδυνεύουν κι από εσωτερικό κατακτητή!
Φοβάμαι ότι σαν χώρα (με ευθύνη της εκάστοτε κυβέρνησης, βέβαια) πελεκάμε τα πόδια μας, δημιουργώντας πανικό, ανασφάλειες, έξοδα και χάσιμο γεωργικών περιουσιών, σε πολίτες που δεν φταίνε σε τίποτε.
Άσε, που θα ανοίξουμε την όρεξη στους κοινοτικούς και στην Κομισιόν, να ζητήσουν πίσω τις επιδοτήσεις από τους αγρότες – και μάλιστα με πρόστιμο. Πως ν’ αντέξεις πια, τόση επιτυχία!
Όλη αυτή η ιστορία μπορεί να μετριαστεί, και να λυθεί στο μεγαλύτερο μέρος της, σε μερικές παραγράφους:
α) ό,τι φαίνεται γεωργικό στην αποτύπωση 1979, παραμένει γεωργικό
β) όπου χρειαστεί να γίνουν εξαγορές, θα γίνουν με συμβολικό (ή πολύ χαμηλό) τίμημα – και για γεωργική χρήση
γ) ειδικές περιπτώσεις (που τις γνωρίζουν καλά οι νομικοί) μπορούν να τύχουν διαφόρων ρυθμίσεων
Η ηθική, κοινωνική, οικονομική και πραγματική βάση των προτάσεων αυτών, αναλύθηκε στις προηγούμενες παραγράφους.
Αν δεν κινηθεί η πολιτεία με βάση τον σημερινό ρεαλισμό και την μεταγενέστερη του 1945 κατάσταση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων (ουσιαστικά μοιράζοντας την απόσταση του σήμερα και του 1945 – αφού υπάρχει κάποιο νομικό πλαίσιο για το 1975), φοβάμαι ότι πολλοί αγρότες και πολίτες θα χάσουν τα χωράφια τους – ή θα αναγκαστούν να τα επαναγοράσουν πανάκριβα.
Σε κάθε περίπτωση, έχοντας γνώση των δασικών χαρτών ως μηχανικός και ως δημοτικός σύμβουλος, οφείλω να προτρέψω τους συμπολίτες μας να ασχοληθούν σοβαρά με το θέμα, να συμβουλευθούν τους σχετικούς επιστήμονες και να αποφασίσουν για τις ενστάσεις τους, όντες πλήρως ενημερωμένοι. Επειδή οι πολίτες θα ξοδευτούν, αυτοί και ας αποφασίσουν – σταθμίζοντας ζημιές και κέρδη.
Ίσως το υπόβαθρο των δασικών χαρτών θα έπρεπε να μεταφερθεί από το 1945 στο 1979 (όπου νομίζω ότι υπάρχουν χάρτες) πριν από τις ενστάσεις. Έτσι θα αποφεύγονταν πάρα πολλά προβλήματα και οι αντιδράσεις θα ήταν πολύ μικρότερες – δεν νομίζω, όμως, ότι η κυβέρνηση έχει διάθεση για κάτι τέτοιο.
Κατόπιν αυτού, αφού παρέλθει το δίμηνο των ενστάσεων, πρέπει να αρχίσει ο αγώνας για την αλλαγή του υποβάθρου από το 1945 στο 1979 (θα έλεγα το 2007 για τα αμιγώς αγροτικά, αλλά νομίζω ότι θα δημιουργηθούν άλλου είδους προβλήματα και θα δοθεί λαβή σχολίων για υποστήριξη καταπατητών σε πρώην δασικές εκτάσεις και νυν αστικές – κάτι που δεν είναι στις προθέσεις μου).
Αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι το κλειδί της ηθικής βάσης του νόμου, της αποφυγής των αδικιών και – ταυτόχρονα – της διατήρησης κοινωνικής και οικονομικής ηρεμίας, αν πράγματι μας ενδιαφέρει.
Είναι στην ευχέρεια των θιγομένων πολιτών (μετά το δίμηνο των ενστάσεων) να αποφασίσουν με ποιόν τρόπο θα διεκδικήσουν το δίκιο τους – μόνο μην ξεφύγουν από το κυρίαρχο και κεντρικό πρόβλημα του υποβάθρου. Αν μείνει το 1945, θα έχουν πολλά, και ίσως ανυπέρβλητα, προβλήματα. Αν επιλεγεί το 1979, τότε αυτά θα μειωθούν στο ελάχιστο δυνατόν.
(Να θυμηθούμε εδώ και τα λόγια του Σενέκα: κανείς άνεμος δεν είναι ούριος, αν δεν ξέρεις που κατευθύνεσαι)
Ακόμη, ας μην επιμείνουν κάποιοι στην λογική της αντισυνταγματικότητας. Έτσι εμφανίστηκε και το πρόβλημα των αυθαιρέτων. Όμως, όταν έφθασε η πολιτεία στο δίλημμα «ή γκρεμίζω όλα τα αυθαίρετα ή τα νομιμοποιώ μέχρι σήμερα», βρήκε τρόπο να συντάξει συνταγματικό νόμο, λέγοντας «ό,τι έγινε μέχρι τον Ιούλιο του 2011 νομιμοποιείται» και ξεκινάμε μια νέα πορεία με πολύ αυστηρούς όρους και ελέγχους – το νομοθέτησε και το τηρεί αυστηρότατα.
Τελικά, αυτό προσπάθησα να εξηγήσω με τα προηγούμενα, δηλαδή σήμερα νομοθετείς τελικά για τα δάση και τις γεωργικές εκτάσεις, στην σημερινή πραγματικότητα οφείλεις να συμμορφωθείς (άντε σε αυτήν του 1979 που φαίνεται σχετικά εύκολο και πιο φιλικό στο σύνταγμα).
Όλα τα υπόλοιπα είναι αδικίες, ανεφάρμοστες ιδεοληψίες και απουσία απλής, κοινής λογικής.
Δεν υποστηρίζει κανείς ότι δεν πρέπει να προφυλαχθεί το δάσος. Από το σημείο αυτό όμως, μέχρι να αναδασώσουμε τη χώρα όπως ήταν το 1945, υπάρχει μεγάλη απόσταση – και μεγάλη δόση ιδεοληψίας και έλλειψη πραγματισμού, για να καταφύγω μόνο σε ευγενικούς χαρακτηρισμούς.
Ας μην ξεχνάμε, ακόμη, ότι μπορεί εμάς πραγματικά να μην μας θίγει κάτι, αλλά όταν θίγει τον συμπολίτη μας και το καταλαβαίνουμε, οφείλουμε να του παρασταθούμε και να τον βοηθήσουμε – στα πλαίσια της αλληλεγγύης, που την ζητάμε από τους ξένους και οφείλουμε να την δείχνουμε στους συμπολίτες μας.
Αφού με τους δασικούς χάρτες ξεκαθαρίζουν τα πράγματα, ας ξεκαθαρίσουν όπως αναλύσαμε και ας αρχίσουμε ένα νέο ξεκίνημα, χωρίς εντάσεις και κοινωνικοοικονομικό κόστος
Ας μην επιβεβαιώσει η κυβέρνηση τα λόγια του Τσώρτσιλ, σκοντάφτοντας πάνω στην αλήθεια (και στην πραγματικότητα θα πρόσθετα) συνεχίζοντας πάλι όρθια, σαν να μην είχε συμβεί το παραμικρό!
Από την αναμπουμπούλα, μόνο οι λύκοι χαίρονται – όπως λένε και οι Σαρακατσαναίοι
*** προς πιθανούς ανιχνευτές προθέσεων, οφείλω να αναφέρω ότι ΔΕΝ είμαι θιγόμενος από τους δασικούς χάρτες