Μία Παρασκευή απόγευμα, βρέθηκα να οδηγώ με αυτοκίνητο (ω Θεέ μου) στον Κηφισό. Φυσικά το ρήμα οδηγώ σε μία τέτοια συνθήκη δεν είναι παρά ευφημισμός, αφού όσοι είχατε την τύχη να το βιώσετε, ξέρετε πως η οδήγηση στο συγκεκριμένο μέρος τη συγκεκριμένη ώρα, είναι ότι οι πατάτες σε ένα σε ένα λαχταριστό, king size burger. Συνοδευτικό.
Καθώς λοιπόν έκανα ότι οδηγούσα, ενώ στην πραγματικότητα χάζευα έξω από το παράθυρο άλλους απαυδισμένους οδηγούς και άκουγα μουσική, έπεσα σε γνωστό ραδιοφωνικό σταθμό της πόλης όπου νέοι -κάπου μεταξύ δεκαεπτά και τριάντα ετών- ραπάρουν (ή πιο σωστά παραμιλάνε) για το πόσα έχουν τραβήξει, τι τους έχει βασανίσει και γενικά για το ότι τρώνε σίδερα και φτύνουν πρόκες.
Η πρώτη σκέψη ήταν «τι σαχλαμάρες είναι αυτές». Η δεύτερη ήταν «άραγε τι έχουν περάσει για να έχουν την ανάγκη να εκφράσουν όλα αυτά» και η τρίτη -μη ρωτήσετε γιατί- «τι να πει και ο Brodsky». Να εξηγηθώ;… Εξηγούμαι. Το 1962 ένας νέος άντρας που αγαπούσε την ποίηση, γνώρισε μία γυναίκα που αγαπούσε τη ζωγραφική. Τον άντρα τον έλεγαν Joseph και τη γυναίκα Marina. Ο Joseph και η Marina ερωτεύτηκαν, απέκτησαν ένα παιδί και ζούσαν τη ζωή τους, μέχρι που μια μέρα το 1972 Σοβιετικοί αξιωματούχοι χτύπησαν την πόρτα του σπιτιού τους, αιχμαλώτισαν το Joseph, τον έβαλαν σε αεροπλάνο για τη Βιέννη και τον ενημέρωσαν πως τον εξορίζουν από τη Σοβιετική Ένωση. Ο Joseph και η Marina δεν συναντήθηκαν ποτέ ξανά.
Φυσικά ο Joseph στον οποίο αναφέρομαι είναι ο διάσημος Joseph Brodsky, ο οποίος βραβεύτηκε το 1987 με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και του οποίου η ποίηση έχαιρε της εκτίμησης όλων πλην της χώρας στην οποία είχε γεννηθεί, μιας και εκεί τη θεωρούσαν αντι-Σοβιετική σε τέτοιο βαθμό που μέσα σε μία δεκαετία συκοφαντήθηκε στις εφημερίδες και τα μέσα, έχασε τη δουλειά τους και τελικά εξορίστηκε. Ευτυχώς χάρη σε φίλους του ποιητές, βρήκε καταφύγιο στις ΗΠΑ και σχετικά σύντομα άρχισε να διδάσκει στο Yale, στο Cambridge και στο Πανεπιστήμιο του Michigan. Ήταν σε θέση βλέπετε να διδάσκει στο Yale, αλλά όχι και να μείνει με τη γυναίκα και το παιδί του στην πατρίδα του.
Ο Brodsky που δεν ήταν βασανισμένος εικοσάχρονος rapper, το 1988 μίλησε στην τελετή ορκωμοσίας του Πανεπιστημίου του Michigan. Αν κάποια από εσάς θέλει να διαβάσει ολόκληρη την ομιλία, θα τη βρει στο «On Grief and Reason: Essays» το οποίο είναι γεμάτο διαμάντια. Θεωρώ πως στη συγκεκριμένη ομιλία ο μεγάλος ποιητής, μάς χαρίζει την καλύτερη στρατηγική για το πως να αντιμετωπίζουμε τους επικριτές και κάθε είδους αρνητική επιρροή στη ζωή μας. Η μετάφραση που ακολουθεί είναι δική μου, που θα πει πως είναι σχετικά ελεύθερη.
Λέει λοιπόν ο Brodsky:
«Προσπαθήστε να μη δώσετε σημασία σε εκείνους που θα προσπαθήσουν να κάνουν τη ζωή σας μίζερη. Θα υπάρξουν πολλοί από αυτούς, επίσημοι και μη. Υποφέρετέ τους αν δεν μπορείτε να τους ξεφύγετε, αλλά όταν τους ξεπεράσετε, δώστε τους τη συντομότερη δυνατή άφεση αμαρτιών. Πάνω απ’ όλα προσπαθήστε να αποφύγετε τις αφηγήσεις για την άδικη μεταχείριση που βιώσατε στα χέρια τους· αποφύγετέ τις ανεξάρτητα από το πόσο δεκτικό μπορεί να είναι το κοινό σας σε αυτές. Ιστορίες τέτοιου είδους επεκτείνουν την ύπαρξη των ανταγωνιστών σας, οι οποίοι κατά πάσα πιθανότητα βασίζονται σε αυτές και στη συσχέτιση τους με εμπειρίες άλλων. Από μόνο του κανένα μεμονωμένο άτομο δεν αξίζει να αδικείται (και σε αυτήν την περίπτωση να δικαιώνεται). Η αναλογία του ένας προς έναν, δε δικαιολογεί την προσπάθεια που απαιτείται: είναι η ηχώ που μετράει. Αυτή είναι η βασική αρχή κάθε καταπιεστή, είτε αυτός βρίσκεται υπό την αιγίδα του κράτους, είτε είναι αυτόνομος. Επομένως κλέψτε την ηχώ ή μείνετε ήρεμες απέναντί της, ώστε να μην επιτρέψετε σε ένα γεγονός όσο δυσάρεστο ή σημαντικό κι αν ήταν, να διεκδικήσει χρόνο περισσότερο από όσο χρειάστηκε για να συμβεί.
Αυτά που κάνουν οι εχθροί σας, αποκτούν τη σημασία ή τις συνέπειές τους, από τον τρόπο που εσείς αντιδράτε. Οπότε, βιαστείτε να τα περάσετε σαν να είναι πορτοκαλί και όχι κόκκινα φανάρια. Μην χρονοτριβείτε σε αυτούς νοητικά ή προφορικά. Μην υπερηφανεύεστε για το ότι τους συγχωρείτε ή τους ξεχάσατε, γιατί το κακό θα γίνει χειρότερο. Ξεχάστε τους πρώτα. Με αυτόν τον τρόπο θα προστατεύσετε τα κύτταρα του εγκεφάλου σας από πολλή άχρηστη διέγερση. Με αυτόν τον τρόπο ίσως μπορέσετε να σώσετε και αυτούς τους ξεροκέφαλους από τους ίδιους τους τους εαυτούς, δεδομένου ότι η προοπτική του να ξεχαστεί κάτι είναι συντομότερη από εκείνη του να συγχωρηθεί. Οπότε αλλάξτε κανάλι. Δεν μπορείτε να το θέσετε εκτός δικτύου, αλλά μπορείτε να μειώσετε την τηλεθέαση και τις κριτικές του. Τώρα, αυτή η λύση δεν πρόκειται να ευχαριστήσει τους αγγέλους, αλλά και πάλι, είναι βέβαιο ότι θα βλάψει τους δαίμονες και τούτο είναι προς το παρόν το μόνο που έχει σημασία».
ι σου έχουν κάνει λοιπόν; Τι λένε για σένα; Για ποιο πράγμα σε κρίνουν;
Ας θυμόμαστε ότι η ηχώ των λεγόμενων και της αρνητικότητάς των άλλων, μεγεθύνεται όταν μιλάμε για αυτήν, όταν τη σκεφτόμαστε και όταν την αναπαράγουμε με οποιονδήποτε τρόπο εσωτερικά ή εξωτερικά. Νομίζω πως ήρθε η ώρα να ζήσουμε ο κάθε ένας και η κάθε μία τη ζωή μας, χωρίς να χαρίζουμε ούτε μία ανάσα σε εκείνους που μέσα στην τόσο στερημένη νοήματος δική τους ζωή, αναπνέουν κλέβοντας από εμάς… Που θα πει πως όπου και αν είσαι, ό,τι και αν κάνεις είσαι υπέροχη και μπορείς να γίνεις ακόμα καλύτερη. Ξέχασε και συνέχισε.
Εις το επανιδείν,
Κωνσταντίνος
Ο Κωνσταντίνος Καρυπίδης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων, life coach και επαγγελματίας Optimizer.
bovary.gr