Στη διάσωση και ανάδειξη του ιστορικού Ιερού Ναού Αγίας Μαρίνας Κισσού προχωρά η Περιφέρεια Θεσσαλίας. Δημοπρατείται το έργο «Επισκευή της στέγης του Ιερού Ναού Αγίας Μαρίνας Κισσού Πηλίου» προϋπολογισμού 338.259 ευρώ με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ Θεσσαλίας 2014-2020. Δικαιούχος και Φορέας υλοποίησης του έργου είναι η Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
«Σε συνεργασία με την Υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιο, την Αντιπεριφερειάρχη Π.Ε. Μαγνησίας Δωροθέα Κολυνδρίνη, τους περιφερειακούς συμβούλους και την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης του ΕΣΠΑ Θεσσαλίας 2014-2020, συντηρούμε και αναδεικνύουμε τον ιστορικό Ι.Ν. Αγίας Μαρίνας Κισσού» δηλώνει ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κώστας Αγοραστός.
«Με το έργο στερεώνεται και συντηρείται ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά μνημεία της περιοχής του Πηλίου αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Διασώζουμε και αναδεικνύουμε την πλούσια θρησκευτική κληρονομιά της Θεσσαλίας, με έργα ουσίας που συμβάλλουν στην αύξηση της επισκεψιμότητας και αποδίδουν οφέλη στην τοπική κοινωνία και στην τοπική οικονομία» προσθέτει ο Περιφερειάρχης.
Ο Ιερός Ναός Αγ. Μαρίνας στον Κισσό
Ο ναός βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα της κεντρικής πλατείας του Κισσού, στο ανατολικό Πήλιο, επάνω από ρέμα που διέρχεται ανατολικά του ναού. Θεωρείται από τα πιο αντιπροσωπευτικά και αξιόλογα εκκλησιαστικά μνημεία του Πηλίου και έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο (ΦΕΚ 699/Β/26-5-1976).
Πρόκειται για τρίκλιτη τρισυπόστατη βασιλική μεγάλων διαστάσεων του 17ου αιώνα και σύμφωνα με επιγραφή ανακαινίστηκε το 1774. Καλύπτεται με ενιαία δίρριχτη στέγη που φέρει πλάκες από σχιστόλιθο. Εξωτερικά στις τρεις όψεις του ναού διαμορφώνεται ξύλινο προστώο που στο Β.Α. και Ν.Α. άκρο του καταλήγει σε δύο παρεκκλήσια.
Στην Ν.Α. γωνία του υπάρχει τριώροφο κωδωνοστάσιο. Εσωτερικά τα κλίτη του ναού χωρίζονται μεταξύ τους με ξύλινες κιονοστοιχίες, από πέντε κίονες το κάθε ένα. Το μεσαίο κλίτος είναι καμαροσκεπές ενώ τα άλλα δύο είναι επίπεδα. Στη δυτική πλευρά φέρει ξύλινο γυναικωνίτη. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο και φιλοτεχνήθηκε τον 18ο αιώνα. Οι οροφές φέρουν τοιχογραφίες του γνωστού λαϊκού ζωγράφου Παγώνη (1802). Ο ναός παρουσιάζει προβλήματα στη στέγη, με αποσάθρωση και παραμόρφωση των ξύλινων μελών της με αποτέλεσμα την εισροή ομβρίων εντός του ναού και την σταδιακή καταστροφή των οροφογραφιών σε αρκετά σημεία.
Οι παρεμβάσεις
Το έργο περιλαμβάνει την επισκευή και συντήρηση του ξύλινου φορέα της στέγης του ναού, την αντικατάσταση της επικάλυψής της, την τοπική επισκευή και ανάκτηση τμημάτων τοιχοποιίας σε θέσεις που έχουν υποστεί βλάβη στην οποία εδράζονται ξύλινα στοιχεία της στέγης.
Συγκεκριμένα οι εργασίες είναι: η υποστύλωση της ζωγραφισμένης οροφής του κεντρικού κλίτους, η κατασκευή μεταλλικού στεγάστρου προστασίας του μνημείου, η καθαίρεση της επικάλυψης της στέγης των στοών (βόρεια και νότια) και η τοποθέτηση ικριωμάτων στη βόρεια και νότια όψη του ναού για την επίτευξη της προσβασιμότητας στον φορέα της στέγης για την επισκευή της, η καθαίρεση επικάλυψης- σανιδώματος -επιτεγίδων της στέγης του ναού, ο καθαρισμός του χώρου της στέγης, η επαναφορά των πρωτευόντων ξύλινων στοιχείων της στέγης (μηκίδες, φουρούσια) στην αρχική τους θέση, η προσθήκη νέων ξύλινων μελών (αντηρίδες υποστυλωμάτων) και η αντικατάσταση ξύλινων μελών (κεκλιμένη δοκός, φουρούσι, διαγώνια στοιχεία ζευκτών), η κατασκευή μεταλλικών διατάξεων ενίσχυσης και σύνδεσης ξύλινων μελών στέγης (κεκλιμένων δοκών βόρειου και νότιου κλίτους), η στερέωση – ανάκτηση τμημάτων της τοιχοποιίας (μη τοιχογραφημένων) της στέγης στο βόρειο και δυτικό τοίχο, η αντιμυκητική προστασία των ξύλινων στοιχείων με επάλειψη, η τοποθέτηση νέου σανιδώματος, η στεγάνωση και επικάλυψη με σχιστόπλακες της στέγης, η απομάκρυνση των ικριωμάτων υποστήριξης της οροφής του κεντρικού κλίτους, η απομάκρυνση του μεταλλικού στεγάστρου προστασίας και η αποκατάσταση του λιθόστρωτου της πλατείας στα σημεία έδρασής του, η απομάκρυνση των ικριωμάτων στη βόρεια και νότια όψη του ναού και η επανατοποθέτηση της επικάλυψης της στέγης των στοών (βόρεια και νότια).