«Δεν θέλω να τρομάξω κανέναν, αλλά ο πόλεμος δεν είναι πλέον έννοια του παρελθόντος», είπε σε συνέντευξή του στη βελγική εφημερίδα «Le Soir» ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ.
Σε κοινή συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης που παραχώρησε σε ευρωπαϊκές εφημερίδες (Le Soir, Gazeta Wyborcza, El País, Die Welt και La Repubblica), ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) Ντόναλντ Τουσκ μιλά για τη ρωσική απειλή, τον πόλεμο στην Ουκρανία, την άνοδο του λαϊκισμού, για τη μετανάστευση και για το τρίγωνο της Βαϊμάρης.
«Δεν θέλω να τρομάξω κανέναν, αλλά ο πόλεμος δεν είναι πλέον έννοια του παρελθόντος. Είναι αληθινός, ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια. Αυτό που είναι πιο ανησυχητικό σήμερα είναι ότι όλα τα σενάρια είναι πιθανά. Δεν έχουμε βιώσει τέτοια κατάσταση από το 1945».
Προσθέτει επίσης ότι, αν και φαίνεται καταστροφικό ειδικά για τις νεότερες γενιές, «πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την άφιξη μιας νέας εποχής», είπε ερωτηθείς αν ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος, ο Πολωνός πρωθυπουργός απαντά.
Ο Ντόναλντ Τουσκ εξομολογείται ότι στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ ζήτησε να μην χρησιμοποιείται η λέξη «πόλεμος» στις δηλώσεις. Ο Πολωνός πρωθυπουργός εξήγησε ότι στο μέρος της Ευρώπης που βρίσκεται η χώρα του, ο πόλεμος δεν είναι πλέον μια αφηρημένη έννοια και ότι είναι καθήκον μας να δράσουμε και να προετοιμαστούμε.
«Πρέπει να είμαστε έτοιμοι. Η Ευρώπη έχει ακόμη πολλά να κάνει. Ευτυχώς ήδη παρατηρείται μια πραγματική επανάσταση στην ευρωπαϊκή νοοτροπία», τονίζει ο Πολωνός πρωθυπουργός, επισημαίνοντας ότι κανείς δεν αμφισβητεί πλέον την ανάγκη μιας κοινής άμυνας.
Ο Ντόναλντ Τουσκ τάσσεται υπέρ της συζήτησης για ευρωπαϊκά ομόλογα στον τομέα της άμυνας και της μεγαλύτερης συμμετοχής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Προσθέτει επίσης ότι το 2% του ΑΕΠ στην Άμυνα είναι μια αναγκαιότητα για όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ, ανεξαρτήτως της κατάστασης ασφαλείας της κάθε χώρας. «Σήμερα πρέπει να ξοδέψουμε όσο το δυνατόν περισσότερα σε εξοπλισμό και πυρομαχικά για την Ουκρανία, διότι ζούμε την πιο κρίσιμη στιγμή από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στα επόμενα δύο χρόνια θα κριθούν τα πάντα. Εάν δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε την Ουκρανία με αρκετό εξοπλισμό και πυρομαχικά, εάν η Ουκρανία χάσει, κανείς στην Ευρώπη δεν θα μπορεί να αισθάνεται ασφαλής», τονίζει ο Ντόναλντ Τουσκ.
Ο ίδιος επισημαίνει επίσης την ανάγκη νέων επενδύσεων για την αγορά όπλων για την Ουκρανία και σημειώνει: «Έπρεπε να πείσω τους εταίρους μας, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, να μην μπλοκάρουν τη συμφωνία λόγω αγορών εξοπλισμού εκτός Ευρώπης. Το 80% των 100 δισεκατομμυρίων ευρώ που δαπανήθηκαν από την ΕΕ για την αγορά εξοπλισμού και πυρομαχικών πήγαν σε μη ευρωπαίους προμηθευτές, συμπεριλαμβανομένων των 60 δισεκατομμυρίων στις ΗΠΑ. Ευτυχώς ο Πρόεδρος Μακρόν άλλαξε θέση για να ξοδέψουμε χρήματα και εκτός Ευρώπης». Παράλληλα, εμφανίζεται αισιόδοξος ότι θα «ξεκλειδωθεί» η αμερικανική βοήθεια ύψους 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
«Να διατηρήσουμε την Ουκρανία ανεξάρτητο κράτος»
Ο Ντόναλντ Τουσκ τονίζει ότι «το κύριο καθήκον μας» πρέπει να είναι να την προστατεύσουμε από τη ρωσική εισβολή και «να διατηρήσουμε την Ουκρανία ως ανεξάρτητο και αναπόσπαστο κράτος». Προσθέτει επίσης ότι το μέλλον της χώρας βρίσκεται πρωτίστως στα χέρια όχι μόνο της ΕΕ, αλλά ολόκληρης της Δύσης που θα πρέπει να διασφαλίσει ότι η Ουκρανία μπορεί να αποφύγει απαισιόδοξα σενάρια.
Ο Τουσκ υποστηρίζει ότι ακόμα και αν κερδίσει τις επόμενες εκλογές στις ΗΠΑ, η Ευρώπη πρέπει να κάνει περισσότερα στον τομέα της άμυνας. «Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε μια ισχυρή συμμαχία με την Αμερική, ενώ είμαστε ανεξάρτητοι και αυτάρκεις στην άμυνα. Το καθήκον μας είναι να διατηρήσουμε τους διατλαντικούς δεσμούς, ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο Αμερικανός πρόεδρος», τονίζει ο ίδιος.
Πρόσχημα από τον Πούτιν το μακελειό στη Μόσχα
Ερωτηθείς για την τρομοκρατική επίθεση στο Crocus Hall Center στη Μόσχα, που χρησιμοποιείται από τον Πούτιν ως «πρόσχημα» για να εντείνει τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Πολωνός πρωθυπουργός απαντά:
«Η ιστορία μας λέει ότι ο Πούτιν χρησιμοποιεί τέτοιες τραγωδίες για δικούς του σκοπούς. Θυμόμαστε τι συνέβη μετά την επίθεση στο θέατρο Ντουμπρόβκα ή στο σχολείο του Μπεσλάν. Ο Πούτιν έχει ήδη αρχίσει να κατηγορεί την Ουκρανία γι’ αυτήν την επίθεση, αν και δεν έχει παρουσιάσει κανένα στοιχείο. Σαφώς πρέπει να δικαιολογήσει τις ολοένα και πιο βίαιες επιθέσεις σε πολιτικούς στόχους στην Ουκρανία. Την περασμένη Δευτέρα η Ρωσία επιτέθηκε στο Κίεβο μέρα μεσημέρι για πρώτη φορά με υπερηχητικούς πυραύλους».
Αναφερόμενος στο ρόλο του τριγώνου της Βαϊμάρης (Πολωνία-Γερμανία-Γαλλία) εντός της ΕΕ, ο Τουσκ λέει ότι «το κλειδί για την ασφάλεια της Ευρώπης βρίσκεται στη συμφωνία και τη συνεργασία μεταξύ Γαλλίας, Γερμανίας και Πολωνίας σε αμυντικά θέματα». Υποστηρίζει ότι η Πολωνία μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ Βερολίνου και Παρισιού και της περιοχής στο σύνολό της και ότι, αν λειτουργήσει το τρίγωνο της Βαϊμάρης, που αντιπροσωπεύει πάνω από το 40% του πληθυσμού της ΕΕ, «θα μπορέσουμε να προετοιμάσουμε προτάσεις κοινής αμυντικής πολιτικής τις οποίες θα αποδεχτούν άλλες χώρες».
«Θα βρω επιχειρήματα για να πείσω τον Όρμπαν να συνεργαστεί»
Ο Τουσκ προσθέτει επίσης ότι προσπαθεί να βελτιώσει τις σχέσεις του με τους ηγέτες των χωρών του Βίσεγκραντ, συμπεριλαμβανομένου του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν, λέγοντας:«Νομίζω ότι μπορώ να βρω επιχειρήματα για να πείσω τον Όρμπαν να συνεργαστεί καλύτερα όταν πρόκειται για την υποστήριξη της Ουκρανίας. Αυτό συμβαίνει και με τη Σλοβακία».
Ερωτηθείς αν μετά τις ευρωεκλογές θα υπάρξει ξανά συνασπισμός μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών, Σοσιαλδημοκρατών και Φιλελευθέρων ή αν το ΕΛΚ θα ενώσει τις δυνάμεις του με την ακροδεξιά, ο Τουσκ αφήνει ανοιχτό ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Απαντά ότι η ακροδεξιά είναι μέρος των κυβερνητικών συνασπισμών στη Σουηδία, τη Φινλανδία, σε αρκετές ισπανικές περιφέρειες και μένει να δούμε αν αυτό δεν θα συμβεί και μετά τις εκλογές στην Πορτογαλία.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη μετανάστευση, ο Τουσκ αναφέρεται στην εργαλειοποίηση μεταναστών από το καθεστώς Λουκασένκο της Λευκορωσίας στα σύνορα της Πολωνίας, τονίζοντας ότι «εναπόκειται στο κράτος να προστατεύσει αποτελεσματικά τα σύνορα και το έδαφός του».