Τεράστιο αγκάθι το οποίο δεν απειλεί μόνο τα εισοδήματα, αλλά και τη βιωσιμότητα του κλάδου, αποδεικνύεται το clawback (επιστροφή χρηματικού ποσού από τις φαρμακευτικές εταιρείες προς το δημόσιο, και συγκεκριμένα προς τον ΕΟΠΥΥ ή/και το Υπουργείο Υγείας) για τους φυσικοθεραπευτές, καθώς μόνο το 2023, το ποσό που δεν τους καταβλήθηκε και αφαιρέθηκε από τα δεδουλευμένα τους, ήταν 26.000.000 ευρώ.
Στο πλαίσιο της διαρκούς προσπάθειας για την προάσπιση των συμφερόντων των μελών του, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Φυσικοθεραπευτών Π.Σ.Φ. – ΝΠΔΔ κατέθεσε σήμερα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας αίτηση για την ακύρωση της υπ’αριθμ. ΕΑΛΕ/Γ.Π. 21886/19-04-2024 απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών και Υγείας (Επιτρεπόμενα όρια δαπανών του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.) έτους 2024, για παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και ιατροτεχνολογικά προϊόντα και συμπληρώματα ειδικής διατροφής, ΦΕΚ Β΄2365/19-04-2024), κατά το μέρος που αφορά τον προσδιορισμό επιτρεπομένων ορίων δαπανών για τις παρεχόμενες υπηρεσίες φυσικοθεραπείας.
Με τον τρόπο αυτό ο ΠΣΦ συνεχίζει με επιμονή και συνέπεια τον διαρκή αγώνα για την τελική εξάλειψη του άδικου μέτρου του claw back, που απομειώνει το εισόδημα των φυσικοθεραπευτών και τους οδηγεί σε οικονομικό αδιέξοδο.
Ο Π.Σ.Φ., από την πρώτη στιγμή της επιβολής του μέτρου της αυτόματης επιστροφής (ρήτρα clawback) στους συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ φυσικοθεραπευτές, είχε αντιδράσει έντονα, τονίζοντας τον εντελώς άδικο χαρακτήρα του συγκεκριμένου μέτρου, που περιορίζει δραστικά το ύψος των ήδη συμφωνημένων απολαβών τους.
Η τότε ηγεσία του υπουργείου Υγείας, του ΕΟΠΥΥ αλλά και της Κυβέρνησης, ως δικαιολογητική βάση για την επιβολή του εν λόγω μέτρου προέβαλαν την ανάγκη αντιμετώπισης της οξείας δημοσιονομικής κρίσης, που υπαγόρευε την συγκράτηση της δαπάνης του ΕΟΠΥΥ εντός των ορίων του λεγόμενου κλειστού προϋπολογισμού, ως απόρροια «μνημονιακής» υποχρέωσης της χώρας μας.
Σήμερα, ωστόσο, τα δεδομένα έχουν αλλάξει.
Σύμφωνα με τις κατά καιρούς δηλώσεις του ίδιου του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, αλλά και των λοιπών υπηρεσιακών παραγόντων, υπάρχει άρση της εποπτείας της χώρας, η χώρα παρουσιάζει πλεονάσματα και όμως ο τομέας της υγείας είναι υποχρηματοδοτούμενος.
Δηλαδή οι Φυσικοθεραπευτές και τα άλλα επαγγέλματα υγείας τα οποία υφίστανται το ληστρικό μέτρο του clawback, βρίσκονται, για ανεξήγητους λόγους, στο στόχαστρο της κυβέρνησης, η οποία συνεχίζει να «σφυρίζει αδιάφορα» στις εκκλήσεις για την κατάργηση του συγκεκριμένου μέτρου.
Το χειρότερο δε είναι ότι, το υπουργείο Υγείας και τα συναρμόδια υπουργεία, αρνούνται να κάνουν οποιοδήποτε βήμα προς την κατεύθυνση της απάλειψης αυτής της αδικίας.
Ο Π.Σ.Φ. έχει καταθέσει σειρά προτάσεων, όπως π.χ. την αύξηση του κλειστού προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ για φυσικοθεραπείες, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στην πραγματική ετήσια ζήτηση, την παραγραφή των οφειλών clawback παλαιοτέρων ετών ή τον συμψηφισμό του clawback με δαπάνες R&D και επενδυτικών σχεδίων για τα εργαστήρια φυσικοθεραπείας, όπως συνέβη με άλλους κλάδους. Εντούτοις, οι αρμόδιοι φορείς κωφεύουν.
Κατόπιν όλων αυτών, ο Π.Σ.Φ., εξαντλώντας τα νόμιμα μέσα, αποφάσισε να προσφύγει στο ΣτΕ για την κατάργηση του ληστρικού μνημονιακού μέτρου του clawback, καθώς θεωρεί επιεικώς απαράδεκτη τη στάση του υπουργείου Υγείας και των συναρμόδιων υπουργείων, που συνεχίζουν την ισχύ ενός μνημονιακού μέτρου, που επιβλήθηκε σε άλλες εποχές, όπου προτεραιότητα ήταν η σωτηρία ενός έθνους από την οικονομική καταστροφή.
Πλέον εκλείπουν οι δικαιολογίες για τη διόρθωση αυτής της “ληστείας”.
Ο Πρόεδρος του Π.Σ.Φ Πέτρος Λυμπερίδης δήλωσε για το θέμα: «Δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται η αφαίμαξη των ήδη υποτιμολογημένων συμφωνημένων αμοιβών μας, για υπηρεσίες που αποδεδειγμένα παρέχουμε.
Μόνο το έτος 2023, το ποσό που δεν καταβλήθηκε στους φυσικοθεραπευτές και αφαιρέθηκε από τα δεδουλευμένα τους, λόγω των ληστρικών μέτρων ήταν 26.000.000 ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι κάθε συμβεβλημένος με τον ΕΟΠΥΥ φυσικοθεραπευτής συνεισφέρει υποχρεωτικά από τη τσέπη του σχεδόν 10.000 ευρώ το χρόνο, υπέρ του συστήματος υγείας.
Πρέπει να καταλάβει η Κυβέρνηση ότι με 80.000.000 ευρώ δεν μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες 11.000.000 πολιτών για φυσικοθεραπεία, όταν το Βέλγιο με τον ίδιο πληθυσμό, δαπανά δεκαπενταπλάσια κονδύλια, δηλαδή 1.120.000.000 ευρώ.
Δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί ενώ οι ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων αυξάνουν κάθε χρόνο, ενώ τα λειτουργικά έξοδα των εργαστηρίων φυσικοθεραπείας αυξάνουν (ενοίκια, ηλεκτρική ενέργεια, μισθοί και ασφαλιστικές εισφορές προσωπικού κ.λπ.), γιατί οι τιμές αποζημίωσης των παροχών του ΕΟΠΥΥ όχι μόνο δεν αυξάνονται, αλλά ψαλιδίζονται και τα κονδύλια διαρκώς δεν επαρκούν;
Για τον κλάδο των φυσικοθεραπευτών, δεν ισχύουν τα επιχειρήματα της “τεχνητής ζήτησης” και της “εικονικής εκτέλεσης”, καθώς οι φυσικοθεραπευτές δεν μπορούν οι ίδιοι να συνταγογραφήσουν τις συνεδρίες που πραγματοποιούν, πολύ περισσότερο δε πλέον από τη στιγμή που για να κατατεθεί ένα παραπεμπτικό, ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ κωδικού μιας χρήσης (OTP), τον οποίο αποστέλλει ο ΕΟΠΥΥ στο προσωπικό κινητό του ασφαλισμένου και αυτός τον γνωστοποιεί στον φυσικοθεραπευτή, ΜΟΝΟ εάν προσέλθει και εκτελέσει τις συνεδρίες.
Το απαράδεκτο μνημονιακό μέτρο, το οποίο “έχει βολέψει” τις κυβερνήσεις αλλά καταστρέφει οικονομικά εμάς και τις οικογένειές μας, πρέπει να λάβει τέλος και γι΄ αυτό προσφύγαμε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας δικαίωση, ενώ παράλληλα ζητάμε την προσωπική μέριμνα του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Επ’ ευκαιρία δε και των επερχόμενων Ευρωεκλογών, ας μας απαντήσει η Κυβέρνηση σε ποιο άλλο Ευρωπαϊκό Κράτος υφίστανται τέτοια εξοντωτικά μέτρα στους ιδιώτες παρόχους της Υγείας, που τόσα χρόνια στηρίζουν το Εθνικό Σύστημα Υγείας και ειδικά την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, εδώ στην Ελλάδα».