Στη συσχέτιση της συχνότερης και μακρότερης εμφάνισης της αφρικανικής σκόνης με την κλιματική αλλαγή και τον συνδυασμός τους με την ατμοσφαιρική ρύπανση αναφέρθηκε ο Καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο ΑΠΘ και Πρόεδρος/Διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Δημοσθένης Σαρηγιάννης. Ο καθηγητής προτείνει τις ημέρες που υπάρχει έξαρση του φαινομένου να φοράμε μάσκα στους εξωτερικούς χώρους και να χρησιμοποιούμε συσκευές απολύμανσης του αέρα στους εσωτερικούς, καθώς η αφρικανική σκόνη δεν είναι καθόλου «αθώα».
Ο Καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής, μιλώντας στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ επεσήμανε την επιδείνωση της ποιότητας του αέρα στις περισσότερες χώρες της Γης -μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα.
Οπως τόνοισε ο κ. Σαρηγιάννης, «πρόσφατα ολόκληρη η ελληνική επικράτεια καλύφθηκε από ένα τοξικό νέφος, το οποίο συνδύαζε την μεταφερόμενη σκόνη της Σαχάραςμε επικίνδυνες τοξικές ουσίες και βαρέα μέταλλα από την εναέρια ρύπανση των περιοχών από όπου πέρασε και στα σωματίδια της οποίας είχαν επικολληθεί. Ο πληθυσμός της χώρας εισέπνευσε επί περίπου μία εβδομάδα αυτό το κοκτέιλ δίχως ιδιαίτερη προστασία, καθώς δεν υπάρχει πλήρης επίγνωση και ενημέρωση για την επικινδυνότητα του φαινομένου, το οποίο αναμένεται αν επαναληφθεί και άλλες φορές φέτος».
«Η αφρικανική σκόνη» συνεχίζει ο καθηγητής «σε συνδυασμό με τους αέριους ρύπους από τη βιομηχανία, τα αυτοκίνητα, τη γύρη και τις αφύσικα μεγάλες θερμοκρασίες, δημιουργούν από κοινού ακραίες συνθήκες που επηρεάζουν όλους μας και κυρίως τις ευπαθείς ομάδες.
Για μια ακόμη χρονιά, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δημοσιοποίησε στοιχεία για το κόστος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης όπως μεταφράζεται σε επίπεδα νοσηρότητας και θνησιμότητας.
Περιληπτικά να αναφερθεί ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση σκοτώνει περισσότερους από ό,τι το Aids και η ελονοσία μαζί.
Σε παγκόσμιο επίπεδο υπολογίζεται ότι η ρύπανση του αέρα σκοτώνει περίπου 7 εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως, στερώντας μια ζωή κάθε 5 δευτερόλεπτα.
H δε Ελλάδα είναι στην 51η θέση της παγκόσμιας κατάταξης, δηλαδή μακριά από τις χώρες – πρότυπο».
Τι άλλαξε φέτος με την αφρικανική σκόνη
Ο κ. Σαρηγιάννης αναλύει το πώς η αφρικανική σκόνη στην ατμόσφαιρα, ένα γνωστό και επαναλαμβανόμενο από πολλούς αιώνες φαινόμενο, έχει κι αυτή επηρεαστεί από την κλιματική αλλαγή.
Εξηγεί ότι εκτός από τα σωματίδια που περιέχει η αφρικανική σκόνη, μεταξύ των οποίων ένα ποσοστό μετάλλων λόγω της σύστασης των εδαφών από τα οποία σηκώνεται, δημιουργούνται και πρόσθετοι κίνδυνοι από τη μεταφορά παθογόνων μικροοργανισμών, καθώς τα σωματίδια της απορροφούν ρύπους από τις περιοχές που περνούν.
Να αναφερθεί ότι αφρικανική σκόνη ονομάζεται η αιολική ορυκτή σκόνη από την έρημο Σαχάρα, η οποία έχει έκταση εννέα εκατομμύρια τ. χλμ. Έτσι, η Σαχάρα αφενός είναι εκτενέστερη έρημος στον κόσμο κι αφετέρου η μεγαλύτερη πηγή αιολικής σκόνης παγκοσμίως από φυσικές διεργασίες, όπως οι ανεμοθύελλες.
Για τους λόγους αυτούς ο καθηγητής προτείνει τις ημέρες που υπάρχει έξαρση του φαινομένου να φοράμε μάσκα στους εξωτερικούς χώρους και να χρησιμοποιούμε συσκευές απολύμανσης του αέρα στους εσωτερικούς.
Η συμβολή των μεταφορών,
των αεροπλάνων αλλά και των ΙΧ
Στην εκπομπή θίγεται το ζήτημα του κατά πόσον η γενική συζήτηση για την κλιματική αλλαγή έχει επισκιάσει την ανησυχία για την ειδική ατμοσφαιρική ρύπανση σε χώρες και πόλεις, καθώς και τις άμεσες συνέπειες για την υγεία μας.
Μέχρι τα προηγούμενα χρόνια, σε μια τυπική πόλη, η βιομηχανία ευθυνόταν για το 50% της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, τα μέσα μεταφοράς για το 35%, ενώ τα νοικοκυριά για το 15%.
Ωστόσο, οι εκπομπές από τις ευρωπαϊκές μεταφορές έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από ένα τέταρτο από το 1990. Πρόσφατη ανάλυση της οργάνωσης Transport & Environment (T&E) διαπιστώνει ότι ενώ οι εκπομπές σε άλλες πηγές ήδη μειώνονται, οι εκπομπές από τις μεταφορές συνεχίζουν να αυξάνονται.
Η δε Ευρώπη πρέπει να αρχίσει να αντιμετωπίζει σοβαρά το πρόβλημα των εκπομπών ρύπων στις μεταφορές, εάν θέλει να πετύχει την απαλλαγή από το CO2 και όχι μόνον.
Σύμφωνα με τις τρέχουσες μελέτες για το κλίμα, το μερίδιόο των ευρωπαϊκών μεταφορών θα μπορούσε να φτάσει το 44% του συνόλου των εκπομπών έως το 2030 εάν δεν υπάρξουν αλλαγές στις πολιτικές, αλλά και τις συνήθειές μας.
Τα αυτοκίνητα που καίνε βενζίνη και ντίζελ είναι η συντριπτική πηγή εκπομπών από τις μεταφορές, αντιπροσωπεύοντας περισσότερο από το 40%, η δε εξάρτηση από τα αυτοκίνητα έχει αυξηθεί από τη δεκαετία του 1990, εξαιτίας της κατασκευής ολοένα και περισσότερων αυτοκινητοδρόμων και της αύξησης του στόλου των αυτοκινήτων.
Στο δε πρόβλημα της εναέριας ρύπανσης είναι αυξανόμενη επίσης η συμβολή της διεθνούς αεροπορίας -καθώς οι εκπομπές των αερομεταφορών έχουν διπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια- αλλά και της ναυτιλίας.
Και απέναντι σ’ όλες αυτές τις αυξητικές τάσεις, μόλις πρόσφατα έχει αρχίσει μια αντίρροπη τάση για τις εκπομπές των αυτοκινήτων, καθώς μεγαλώνει ο αριθμός των αμιγώς ηλεκτρικών οχημάτων.
Ωστόσο, η ανάλυση της Transport & Environment (T&E), εξετάζοντας τον αντίκτυπο των κλιματικών κανονισμών της ΕΕ στην αντιμετώπιση των εκπομπών από τις μεταφορές καταλήγει ότι θα μειώσουν το 2040 τις εκπομπές των μεταφορών κατά μόλις 25% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 και κατά 62% το 2050. Και τα ποσοστά αυτά, όπως εκτιμά και ο κ. Σαρηγιάννης, δεν είναι επακρή.
Τα αιωρούμενα μικροσωματίδια
Τα αιωρούμενα σωματίδια αποτελούν έναν σημαντικό ρύπο της εποχής μας και επηρεάζουν μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού από οποιονδήποτε άλλο ρύπο. Προκαλούνται από διάφορες κατηγορίες πηγών και διαθέτουν μεγάλο εύρος μορφολογικών, χημικών και φυσικών χαρακτηριστικών. Όπως εξηγεί ο κ. Σαρηγιάννης, η ταξινόμηση τους γίνεται ανάλογα με την αεροδυναμική διάμετρο, σε PM10 (αεροδυναμική διάμετρος μικρότερη των 10 μm) και PM2.5 (αεροδυναμική διάμετρος μικρότερη των 2,5 μm).
Τα PΜ10 σωματίδια μπορούν να προσκολληθούν βαθιά μέσα στους πνεύμονες ενώ τα ακόμα μικρότερα και πιο επιβλαβή σωματίδια PM2.5 μπορούν να τους διαπεράσουν και να εισχωρήσουν στην κυκλοφορία του αίματος.
Χρόνια έκθεση σε σωματιδιακή ρύπανση συμβάλλει στην αύξηση του κινδύνου για ανάπτυξη καρδιαγγειακών και αναπνευστικών νοσημάτων καθώς και καρκίνου του πνεύμονα.
Μόνο 7 χώρες στον κόσμο αναπνέουν καθαρό αέρα
Απογοητευτικά είναι τα ευρήματα παγκόσμιας έρευνας που πραγματοποίησε η IQAir, ένας ελβετικός οργανισμός που συγκεντρώνει στοιχεία από περίπου 30.000 σταθμούς παρατήρησης στον κόσμο, για την ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε. Από τις 134 χώρες που εξετάζονται στην έρευνα, μόλις επτά ανταποκρίνονται στα διεθνή πρότυπα για την ποιότητα του αέρα που θέτει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Η μεγάλη πλειονότητα των χωρών βαθμολογείται πολύ κάτω της βάσης, κάτι που σημαίνει πως η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι σε επίπεδα τα οποία προκαλούν σοβαρά προβλήματα υγείας και τελικά 7 εκατ. θανάτους κατ’ έτος, όπως προαναφέρεται.
- Οι επτά χώρες που έχουν ποιότητα αέρα εντός των προδιαγραφών είναι η Αυστραλία, η Εσθονία, η Φινλανδία, η Γρενάδα, η Ισλανδία, ο Μαυρίκιος και η Νέα Ζηλανδία.
- Στην αντίθετη πλευρά η χώρα με την πιο μολυσμένη ατμόσφαιρα είναι το Πακιστάν, οι δε Ινδία, Τατζικιστάν και Μπουρκίνα Φάσο συμπληρώνουν την πρώτη τετράδα με τη χειρότερη ατμοσφαιρική ρύπανση στον κόσμο.
Υπάρχουν όμως και μεταβολές, καθώς ο Καναδάς, μια χώρα επί μακρόν μεταξύ εκείνων με τον πιο καθαρό αέρα, βλέπει τώρα την ποιότητα της ατμόσφαιρας του να έχει επιδεινωθεί δραστικά από τις μεγάλες δασικές πυρκαγιές των τελευταίων ετών. H δε χώρα μας ευρισκόμενη στην καθόλου ικανοποιητική 51η θέση της παγκόσμιας κατάταξης οφείλει να ενδιαφερθεί άμεσα για το πρόβλημα.
Τι μπορεί να γίνει και με ποιές πολιτικές
Η ατμοσφαιρική ρύπανση γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστεί με πολιτικές αποφάσεις σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο. Οι οργανωμένες διεθνείς απόπειρες σε ξεκίνησαν με το Πρωτόκολλο του Κιότο (το οποίο συμφωνήθηκε το 1997), αλλά έμειναν ημιτελείς.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής ένωσης καθιερώθηκε ήδη από τη δεκαετία του ’90 ο καταλύτης στα αυτοκίνητα, που εφόσον λειτουργεί σωστά κι αντικαθίσταται αποτρέπει την εκπομπή των άκαυστων αερίων και οξειδίων που παράγουν οι μηχανές εσωτερικής καύσης, καθώς και ο ιονισμός στις καμινάδες της βαριάς βιομηχανίας που μειώνει την εκπομπή των βλαβερών αερίων κατά 90%.
Ωστόσο, όπως κρίνει και ο κ. Σαρηγιάννης, όλα αυτά δεν επαρκούν πλέον και χρειάζονται πρόσθετα εκσυγχρονισμένα μέτρα για την τοπική ατμοσφαιρική ρύπανση, σε σχέση και με τους στόχους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Τέλος ο καθηγητής προτείνει την αύξηση της τηλεργασίας σαν μία από τις λύσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος.