Σε αστυνομικές υπηρεσίες ή «ενεργοί» εντός της Αστυνομίας λόγω διαδικαστικών εκκρεμοτήτων παραμένουν σήμερα 107 αστυνομικοί που έχουν διαπράξει σοβαρά ποινικά αδικήματα και έχει ζητηθεί πειθαρχικά η αποχώρησή τους από την ΕΛ.ΑΣ., σύμφωνα με δημοσίευμα.
Μεταξύ αυτών είναι και ο φρουρός του αστυνομικού τμήματος των Αγίων Αναργύρων, που πρωταγωνίστησε στο πρωτοφανές δραματικό συμβάν με τη δολοφονία της 28χρονης Κυριακής Γρίβα, την ώρα που τηλεφωνούσε στην Άμεση Δράση και ζητούσε αστυνομική βοήθεια.
Ο ίδιος μάλιστα είχε καταδικαστεί σε οκτώ χρόνια φυλάκιση για υποβοήθηση κυκλώματος διακίνησης λαθρομεταναστών μέσω αεροδρομίων το 2014 και παρέμενε στην ΕΛ.ΑΣ., παρότι είχαν κινηθεί διαδικασίες απόταξής του.
Στο ίδιο τμήμα, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες του «Βήματος», υπηρετούσε και μία αστυνομικός η οποία είχε κατηγορηθεί τον Δεκέμβριο του 2021 για συμμετοχή σε μεγάλο κύκλωμα, το οποίο αποτελούνταν από 25 άτομα, από τους οποίους οι εννέα αστυνομικοί (ένας διοικητής Τμήματος Ασφαλείας στη Δυτική Αττική), για την έκδοση τουλάχιστον 200 πλαστών ταυτοτήτων και ταξιδιωτικών εγγράφων που διευκόλυναν τις κινήσεις και τη διαφυγή επικίνδυνων αλλοδαπών κακοποιών.
Οι εν λόγω αστυνομικοί μετατίθενται δυσμενώς σε περιφερειακά αστυνομικά τμήματα, αλλά καλούνται να αντιμετωπίσουν -όπως συνέβη και με τη σφαγή στους Αγίους Αναργύρους- κρίσιμα ζητήματα για την ασφάλεια των πολιτών χωρίς τελικά να ανταποκρίνονται επαρκώς στα καθήκοντά τους, λόγω ακριβώς της υπηρεσιακής «αποστασιοποίησης» τους.
Διεκπεραιωτική μεταχείριση
Οι ίδιοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. συμπληρώνουν: «Είναι ενδεικτική η… διεκπεραιωτική μεταχείριση της 28χρονης στους Αγίους Αναργύρους όταν ανέφερε ότι απειλείται από τον πρώην σύντροφό της». Και αναφέρουν χαρακτηριστικά: «Οι γυναίκες αστυνομικοί που ήταν παρούσες αρκέστηκαν να ακούσουν την περιγραφή της, χωρίς καν να τη ρωτήσουν τα στοιχεία της ταυτότητάς της. Δεν στάθμισαν τον κίνδυνο που μπορεί να διατρέχει. Δεν σχημάτισαν δικογραφία, όπως μπορούσαν, και ακολούθως να ενημερώσουν τον εισαγγελέα. Δεν επιχείρησαν να αναζητήσουν και να εντοπίσουν προειδοποιητικά κι αποτρεπτικά τον 39χρονο, όπως επίσης θα μπορούσαν, προκειμένου να πληροφορηθούν πού βρίσκεται και ποιες προθέσεις είχε. Δεν φρόντισαν για την ασφάλεια της 28χρονης και… βολεύτηκαν από την αναφορά της -όπως τουλάχιστον οι ίδιες επικαλούνται- ότι θα καλούσε η ίδια το “100” και θα έφευγε από το Τμήμα».
Από την άλλη πλευρά μέχρι προ μερικών ετών υπήρχε σχεδόν πλήρης αδιαφορία των αστυνομικών στη διαχείριση τέτοιου είδους συμβάντων. Και είναι ενδεικτικό ότι την περίοδο 2020-2021 υπήρχαν εσωτερικά έγγραφα για «αποθάρρυνση των πολιτών στην υποβολή καταγγελιών, άρνηση λήψης μήνυσης καθώς και εν γένει μη εκδήλωση των ενδεδειγμένων ενεργειών».
Η κατάσταση βελτιώθηκε μετά το 2021 και τη δολοφονία μιας 31χρονης από τον σύζυγό της στη Δάφνη, ενώ είχαν προηγηθεί καταγγελίες για κακοποίησή της, αλλά δεν είχαν επιληφθεί περιπολούντες αστυνομικοί. Πλέον, κάθε χρόνο η ΕΛ.ΑΣ. αντιμετωπίζει με σχετική επάρκεια περίπου 12.000 υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, όμως ορισμένες φορές έχουν αφεθεί τα περιθώρια στους δράστες να προχωρήσουν σε εγκληματικές επιθέσεις.