Ανατρέχοντας στην ιστορία του υλικού πολιτισμού διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν τεχνικά επιτεύγματα που αποτελούν καινοτομίες στη φυσιογνωμία της παραγωγής και επηρεάζουν άμεσα το κοινωνικο-οικονομικό γίγνεσθαι.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η μήτρα, το αρχαιότερο μέσο για την μαζική παραγωγή και τυποποίηση, η οποία αποτελεί μέρος του εξοπλισμού των τεχνιτών για την χύτευση μεταλλικών τέχνεργων (εργαλεία και όπλα) ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. Μεγαλύτερη διάδοση γνωρίζει κατά τη 2η χιλιετία π.Χ., υπό τον έλεγχο της κεντρικής (ανακτορικής) εξουσίας, για την κατασκευή κοσμημάτων και άλλων μικροτεχνημάτων.
Aπό τις πρωϊμότερες μήτρες (αρχές 3ης χιλιετίας) θεωρείται μια πήλινη από την Πολιόχνη της Λήμνου, στην οποία χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της κηρόχυσης, τεχνική ευρέως διαδεδομένη στη Μικρά Ασία.
Η μινωϊκή Κρήτη αποτέλεσε το ιδανικό πλαίσιο για την εξέλιξη της μήτρας σε μέσο που έφερε την «επανάσταση» στην παραγωγή και διακίνηση τέχνεργων. Από ευρήματα της Παλαιοανακτορικής και Νεοανακτορικής περιόδου φαίνεται ότι οι μήτρες εξυπηρετούσαν και πρακτικές ανάγκες της μεταλλοτεχνίας, αλλά και την μαζική παραγωγή έργων συμβολικού χαρακτήρα που θα λειτουργήσουν και ως αντικείμενα γοήτρου. Ήδη από τον 16ο αι. π.Χ. χρησιμοποιούνται μήτρες για την παραγωγή έργων από φαγεντιανή και στη συνέχεια, ιδίως στον 14ο αι. π.Χ. και 13ο αι. π.Χ., από υαλόμαζα, μια τεχνογνωσία που διαδόθηκε προφανώς από την Αίγυπτο και τη Συρία. Εκτός των ευρημάτων από τους αποθέτες της Κνωσού, καλλιτεχνήματα υψηλής ποιότητας και αισθητικής κατασκευασμένα με μήτρα, προέρχονται από τους Ταφικούς Περιβόλους των Μυκηνών (ελάσματα, ψήφοι περιδεραίων, επιρράμματα, διακοσμητικά επιθήματα αγγείων ή επίπλων).
Τα παραδείγματα εικονιστικών μητρών αυξάνονται τον 14ο και 13ο αι. π.Χ., κατασκευάζονται από γρανίτη, βασάλτη ή στεατίτη και εντοπίζονται σε εργαστήρια στην Κρήτη και σε νησιά του Αιγαίου όπως η Χίος, αλλά και στην ηπειρωτική Ελλάδα (Μυκήνες, Θήβα, Αθήνα, Νιχώρια, Ελευσίνα κ.α.).
Στη μυκηναϊκή Θεσσαλία το πρώτο παράδειγμα μήτρας εντοπίζεται στον οικισμό στο λόφο Κάστρο-Παλαιά, αλλά ισχυρές ενδείξεις για την μεταλλουργική δραστηριότητα και την παραγωγή βιοτεχνικών προϊόντων στο β΄ μισό του 13ου αι. π.Χ. παρέχουν οι λίθινες μήτρες και οι σκωρίες χαλκού που βρέθηκαν στο νότιο συγκρότημα του διοικητικού κέντρου στον οικισμό του Διμηνίου.
Πρόκειται για μήτρες ανοικτού τύπου από ασβεστόλιθο που προορίζονταν για την κατασκευή μεταλλικών ράβδων, χάλκινων εργαλείων και μολύβδινων τροχίσκων αρμάτων. Μαζί με τις μήτρες βρέθηκαν και εργαλεία του μεταλλουργού όπως λειαντήρες, ακόνια, σπάτουλες, οπείς, βελόνες, λαβίδες, μολύβδινα ελάσματα, και πολλές ελαφρόπετρες
Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί η αμφιπρόσωπη μήτρα (ΒΕ:35698) από ιλυόλιθο (εικ.1, 2) που χρησιμοποιήθηκε για την μαζική παραγωγή κοσμημάτων από πολύτιμα μέταλλα, τα οποία γνωρίζουμε από τα κτερίσματα μυκηναϊκών τάφων. Έχει σχήμα παραλληλόγραμμο (μήκος: 8,2 εκ., πλάτος: 5,2 εκ. και πάχος: 1,9 εκ.) και είναι συγκολημμένη από πολλά θραύσματα. Στις δύο επιφάνειές της διατηρήθηκαν οκτώ έγγλυφοι τύποι κοσμημάτων, όπως εγχάρακτοι κύκλοι με αλυσιδωτό κόσμημα σχεδιασμένοι με διαβήτη, ράβδοι, αμυγδαλόσχημες χάνδρες και ανάγλυφα ελάσματα.
Η μήτρα αυτή αποτελεί τμήμα ενός σύνθετου συστήματος μητρών (εικ. 3) για τη μαζική παραγωγή κοσμημάτων που αποτελείται από τέσσερις ή περισσότερες μήτρες που χρησιμοποιούνται συγχρόνως. Για να εφαρμόζουν απόλυτα οι μήτρες μεταξύ τους και να μην χύνεται το μέταλλο έχει προηγηθεί τέλεια λείανση της επιφάνειας τους. Για τον ίδιο λόγο έχουν ανοιχθεί διαμπερείς οπές στις άκρες της κάθε μήτρας με μικρό τρυπάνι, προκειμένου να περάσουν βύσματα που συγκρατούν τις μήτρες στη θέση τους. Επίσης, για να ελέγχεται πλήρως η σταθερότητα της μήτρας κατά την τήξη του μετάλλου, υπάρχουν στη στενή πλευρά εγχάρακτα ημικύκλια που εφαρμόζουν με ακρίβεια μεταξύ τους, σε όλη την διάρκεια της διαδικασίας. Η έκχυση του μετάλλου σε μήτρες γίνεται από πολλά σημεία που έχουν διαμορφωθεί στην κάθε μήτρα σαν μισό χωνί. Στη μήτρα από το Διμήνι το μισό χωνί φέρει έντονα τα ίχνη καύσης από το καυτό μέταλλο και δείχνει ότι είχε χρησιμοποιηθεί πολλές φορές.
Ο συγκεκριμένος τύπος μήτρας δεν είναι συνήθης, υπάρχουν όμως γνωστά παραδείγματα από την Καδμεία της Θήβας και από τη θέση Σίσσι στην Κρήτη. Η μήτρα αυτή, μαζί με άλλες πέντε βρέθηκε σε στρώμα καταστροφής στον διάδρομο 1, μπροστά από τα εργαστήρια του ονομαζόμενου «Μεγάρου Α».
Η εύρεση του συνόλου αυτού υποδεικνύει ότι στη φάση της ακμής του οικισμού, εντός του διοικητικού κέντρου λειτουργούσε μια βιοτεχνική δραστηριότητα μαζικής κατασκευής κοσμημάτων από πολύτιμα μέταλλα και εργαλείων από χαλκό που αποτελούσε σημαντική παράμετρο της οικονομικής ζωής.
Ο οικισμός του Διμηνίου (εικ. 4), η έρευνα του οποίου άλλαξε τα δεδομένα στην εικόνα της μυκηναϊκής Θεσσαλίας, αποτελούσε ένα ισχυρό αστικό κέντρο με πρωτεύοντα ρόλο μεταξύ των μυκηναϊκών οικισμών στο μυχό του Παγασητικού κόλπου. Η λειτουργία εξειδικευμένων εργαστηρίων για τη μαζική παραγωγή κοσμημάτων και εργαλείων, αποτελεί στοιχείο για την ύπαρξη κεντρικής διοίκησης που δρομολογεί και ελέγχει το δίκτυο ανταλλαγών και εισαγωγών των πολύτιμων πρώτων υλών, πιθανώς από την απέναντι ασιατική ακτή, αλλά και τον μηχανισμό παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων προς κατανάλωση.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Αδρύμη-Σισμάνη Β. 2014, Ιωλκός. Η Εϋκτιμένη πόλη του Ομήρου. Ένα αστικό κέντρο στο μυχό του Παγασητικού κόλπου. Το διοικητικό κέντρο, οι οικίες και το νεκροταφείο, Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Θεσσαλικών σπουδών, Βόλος.
- Αδρύμη-Σισμάνη Β.1999-2001. Μυκηναϊκή Ιωλκός, ΑΑΑ 32-34,71-100.
- Μπουλώτης Χ. 1994. Η δυναμική της μήτρας στην τυποποίηση και μαζικοποίηση «εικόνων» κατά την αιγαιακή Ύστερη Χαλκοκρατία. Αρχαιολογία & Τέχνες.
- Θεοχάρης, Δ.Ρ.1964 «Ανασκαφαί εν Ιωλκώ» Πρακτ.116(1961):44-54